Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

I, Daniel Blake, του Ken Loach

feature_img__i-daniel-blake-tou-ken-loach
Μία κατάμαυρη οθόνη. Μία σειρά από κουραστικά αναλυτικές ερωτήσεις, που ηχούν παντελώς εκτός θέματος. Μία σειρά από εκνευρισμένες και περιπαικτικές απαντήσεις, που παρακαλούν τις ερωτήσεις να μπουν επιτέλους στο ψητό. Μία αίσθηση σπασμένου τηλεφώνου και πλήρους ασυνεννοησίας. Μία απόσταση. Μία διακεκομμένη επικοινωνία, ξύλινη και τηλεγραφική. Αποξενωμένη από τους ίδιους τους συνδιαλεγόμενους, εξαιτίας της μεσολάβησης ενός πρωτοκόλλου, ενός καταστατικού.

Ο Daniel Blake είναι ένας Γιόζεφ Κ. του σήμερα και βυθίζεται σε ένα καφκικό λαβύρινθο σε μικρογραφία. Προσπαθεί να καρπωθεί τα οφέλη που νόμιμα δικαιούται, αλλά ο Νόμος μοιάζει πολύ απόμακρος και υπερόπτης. Σαν να έχει κλειδώσει το πνεύμα του σπίτι και να κυκλοφορεί μονάχα με το γράμμα του. Αφήνει όσους τον επικαλούνται σε ένα ατελείωτο προθάλαμο αναμονής και μόνο όσοι αντέξουν τη δοκιμασία θα τον συναντήσουν από κοντά.

O Daniel Blake είναι μπλεγμένος σε ένα κυκεώνα γραφειοκρατικού παραλογισμού, όπου τα πόδια έχουν χτυπήσει το κεφάλι. Κι είναι υποχρεωμένος να προσαρμοστεί σε διάφορες εξωφρενικότητες που ακούει. Όπως το ότι θα πρέπει να περιμένει ένα τηλεφώνημα για το αποτέλεσμα μίας εξέτασης, το οποίο όμως έχει ήδη πληροφορηθεί μέσω επιστολής. Όπως το ότι θα βρει όλα τα έντυπα για τη συμπλήρωση μίας αίτησης στο διαδίκτυο, αφότου έχει διευκρινίσει ότι δεν καταλαβαίνει γρι από υπολογιστές. 

Το “I, Daniel Blake”, που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών, εν μέσω αλαλάζουσας κατακραυγής από την ιντελιγκέντσια των κριτικών, είναι κρυστάλλινα ειλικρινές. Ως προς τις προθέσεις του, ως προς το στιλ του, ως προς τα λεγόμενά του. Και καταλήγει, με ένα παράδοξο τρόπο, να καλύπτει τα όποια ελαττώματά του μέσα από αυτή την ολίγον πρωτόλεια φύση του. Η οποία μοιάζει περισσότερο με αφοπλιστικό ξεγύμνωμα της ψυχής του, παρά με χτυπητή γύμνια.

Ο Ken Loach αποφεύγει επιμελώς να στολίσει την ταινία του με οποιοδήποτε από εκείνα τα καρυκεύματα που -όντως- νοστιμίζουν ένα στρατευμένο μήνυμα. Δεν καταφεύγει στον υπαινιγμό. Δεν προστρέχει στην υπόγεια ειρωνεία. Δεν προτάσσει τον συμβολισμό. Αντιθέτως, αφήνεται ολοκληρωτικά σε μία αμεσότητα ηθικής τάξης. Μία αμεσότητα στιβαρή και ευγενική, σαν ένα προστατευτικό γράπωμα από το μπράτσο. Μία έγνοια και συμπόνια αξιοπρεπή και σθεναρή. Ο Loach δεν εντάσσει τη δυστυχία των ηρώων του σε κάποια αισθητική πλατφόρμα. Δεν της προσδίδει κάποια δραματουργική χροιά. Αρνείται να την ενδύσει με φωτογενές σκοτάδι. 

Αντιθέτως, της αποδίδει τον χαρακτηρισμό του κατεπείγοντος. Της αναγκαιότητας εξάλειψης. Της πάση θυσία αποφυγής της. Και γίνεται άμεσος και χειροπιαστός, τόσο επειδή αποφεύγει τις τυμπανοκρουσίες όσο και χάρη στις κατασκευαστικές του αρετές. Τους μετρονομημένους διαλόγους, χτισμένους μεν ρεαλιστικά, αλλά από αμιγώς κινηματογραφική σκοπιά. Την ανεπιτήδευτη ερμηνεία του πρωταγωνιστή του, ο οποίος προέρχεται μάλιστα από τον χώρο του stand up comedy. Ο Dave Johns συνεισφέρει στο “I, Daniel Blake” ένα χιουμοριστικό relief γνήσια λαϊκό, χωρίς καμία διανοουμενίστικη παρέκκλιση, χωρίς καμία γαρνιτούρα δεύτερου επίπεδου παραπομπών.

Το “I, Daniel Blake”, όπως προείπαμε, δεν είναι απρόσβλητο από αδυναμίες. Πάσχει από μία ελαφρά ανισοκατανομή ειδικού βάρους ανάμεσα στις σκηνές – ναυαρχίδες του. Επωμίζεται το βάρος τόσο ενός προκαθορισμένου σκοπού όσο και μίας σχετικά απλοϊκής κατάστρωσης. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, κάποιος θα μπορούσε να επικαλεστεί ότι κραδαίνει κάπως μονόπατα τις συμφορές των δεινοπαθούντων ηρώων του. Εντούτοις, ποτέ δεν παρεκκλίνει προς τον αδιαπραγμάτευτο κι επιτηδευμένο συναισθηματικό εκβιασμό, προς τη δημαγωγική και χειριστική μιζέρια. Ακριβώς επειδή είναι αυθεντικά τραχύ, γνήσια λιτό και εκ πεποιθήσεως λακωνικό, καταφέρνει να αποστασιοποιηθεί αρκετά ώστε, με αντίστροφη φορά, να μεταδώσει εγγύτητα.

Ο Loach φτιάχνει μία συγκινητική ιστορία αγάπης, αλληλεγγύης, τρυφερότητας και δικαιολογημένης οργής χρησιμοποιώντας υλικά που ξεπερνούν τον χαρακτηρισμό «απλά». Του αρκούν τα ελάχιστα, του φτάνουν τα υποτυπώδη. Κι ακόμη και στις πιο ακραίες του στιγμές, επιτυγχάνει μία αμεσότητα και ένα βαθμό ενσυναίσθησης, που ουδεμία σχέση έχουν με οποιαδήποτε προκάτ ευαισθησία, με οποιοδήποτε δακρύβρεχτο κατά παραγγελία μανιφέστο. Με τα όποια αδύναμα σημεία του να στέκουν περήφανα για την ύπαρξή τους, εντασσόμενα σε ένα συνολικό πρόσημο δύναμης. 

Εξυπακούεται ότι πολλά στοιχεία μπορεί να θεωρηθούν ξεπερασμένα και παρωχημένα σε μία σκηνοθετική διαδρομή πολλών δεκαετίων, όπως αυτή του Loach. Η επαναληψιμότητα αναπόφευκτα καραδοκεί και ουδείς μπορεί να σταθεί εξ ορισμού υπεράνω αυτής ενέδρας. Ο ανενδοίαστος, όμως, σεβασμός του αιωνίως συμπαθούς Ken προς τον άνθρωπο δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Όσο κι αν η μόδα κάνει κύκλους, ορισμένα πράγματα δεν θα είναι ποτέ ντεμοντέ. Απλούστατα γιατί δεν πρέπει.

I, Daniel Blake, του Ken Loach
Είδος: Δραματική
Διάρκεια: 100'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

1
Μοιράσου το