Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Vincent van Gogh: Ο ζωγράφος που αναθεώρησε την τέχνη

feature_img__vincent-van-gogh-o-zografos-pou-anatheorise-tin-texni
Ο Vincent van Gogh είναι αδιαμφισβήτητα ένας από τους πιο γνωστούς και σημαντικούς ζωγράφους όλων των εποχών, ένας ζωγράφος που, παρά τη δύσκολη και σύντομη ζωή του, δημιούργησε εκατοντάδες έργα τέχνης που κοσμούν τα πιο σημαντικά μουσεία του κόσμου.

Η ζωή του Vincent van Gogh παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, εξίσου μεγάλο με το πλούσιο έργο του, και έχει αποτελέσει έμπνευση και αφορμή για πολλά στερεότυπα που δεν συνοδεύουν μόνο τον ίδιο, αλλά και τον κλάδο των ζωγράφων γενικότερα. Σε μεγάλο βαθμό, μέσα από την πολυτάραχη και έντονη ζωή του, αποτέλεσε το πρότυπο για τη σύγχρονη τάση, που αντιμετωπίζει τον καλλιτέχνη ως ένα άνθρωπο ημίτρελο, ευφυή και κοινωνικά απροσάρμοστο.

“Self Portrait”, 1889, λάδι σε καμβά, 65 x 54 εκ.

Γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου του 1853 στο Zundert της νότιας Ολλανδίας και υπήρξε γόνος μία αστικής οικογένειας, με οικονομική άνεση και στενή σχέση με τις τέχνες, καθώς η μητέρα του ζωγράφιζε, ενώ διάφοροι άλλοι συγγενείς του ήταν έμποροι έργων τέχνης. Αδιαμφισβήτητα, αυτό το περιβάλλον επηρέασε τον μικρό Vincent, ο οποίος, από πολύ νεαρή ηλικία, αγαπούσε να σχεδιάζει, ενώ άπαντες τον θεωρούσαν ένα έξυπνο και σοβαρό παιδί.

Ο Vincent van Gogh σε ηλικία περίπου 13 ετών.

Σύντομα, όμως, θα εμφανιστούν σύννεφα στον παιδικό ουρανό, καθώς λόγω οικονομικών προβλημάτων θα εγκαταλείψει το σχολείο στα 15, προκειμένου να εργαστεί στον οίκο πώλησης έργων τέχνης του θείου του. Μέσα σε λίγα χρόνια, θα αναδειχθεί ως ένας ικανός εργαζόμενος, με γνώση 4 γλωσσών (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ολλανδικά), στοιχειό που θα οδηγήσει στη μετάθεσή του στην Γκαλερί του Λονδίνου, το 1873, σε μια εποχή που όλοι χαρακτηρίζουν ως την πιο ευτυχισμένη της ζωής του.

“Peach tree in blossom”, 1888, ακουαρέλα, 80.5 × 59.5 εκ.

Η ευτυχία του, όμως, δεν θα διαρκέσει πολύ, καθώς μετά από μία ερωτική απογοήτευση θα κλονιστεί ιδιαίτερα η ψυχολογία του, θα γίνει εριστικός με τους πελάτες στην εργασία του, και σταδιακά θα αφιερωθεί, σχεδόν φανατικά, στη θρησκεία και στη μελέτη της Βίβλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά το ιδιαίτερα θρησκευόμενο υπόβαθρο της οικογένειάς του, είναι η πρώτη φορά που ο ίδιος αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στον Χριστιανισμό και αποφασίζει να ακολουθήσει τον δρόμο του ιερέα, γεγονός που καταδεικνύει τις βαριές ψυχολογικές επιπτώσεις αυτού του ατυχούς έρωτα, ο οποίος αποτέλεσε, σε μεγάλο βαθμό, την αρχή της κατάπτωσής του.

“Still Life with Bible”, 1885, λάδι σε καμβά, 65.7 x 78.5 εκ.

Αυτή τη ζωή θα ακολουθήσει για τα επόμενα 5-6 χρόνια και, παρά την αποτυχία του να ξεκινήσει τη Θεολογική σχολή του Άμστερνταμ, καταφέρνει το 1878 να διοριστεί ιερέας σε μία πολύ φτωχή περιοχή με ανθρακωρυχεία, στο νότιο Βέλγιο. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στις εργατικές οικογένειες, καθώς ήταν ένας άνθρωπος προσγειωμένος, πάντα διαθέσιμος να βοηθήσει, και λιτός στον βίο του. Όλα αυτά οδήγησαν στο να λάβει το προσωνύμιο «Ο Χριστός των ανθρακωρυχείων» από τους εργάτες, το οποίο, όμως, ενόχλησε την επίσημη Εκκλησία και οδήγησε στη μη ανανέωση της θητείας του. Για μια ακόμη φορά, ο Vincent van Gogh είναι μετέωρος, χωρίς επάγγελμα, δίχως χρήματα και με έντονα πληγωμένη ψυχολογία.

“Worn out”, 1882, μολύβι σε χαρτί, 50,4 x 31,6 εκ.

Αυτές οι συνεχόμενες αποτυχίες δημιουργούν το υπόβαθρο για τη ζωγραφική του, η οποία είναι από την πρώτη στιγμή ιδιαίτερα έντονη και με αναφορές στην τεταμένη ψυχική κατάστασή του. Το 1880, αποφασίζει να γίνει ζωγράφος και μετακομίζει στις Βρυξέλλες, μελετώντας την τέχνη της ζωγραφικής μόνος του, μέσα από βιβλία, ενώ οικονομικά τον συντηρούσε ο μικρός αδερφός του Theo, ο οποίος εργαζόταν ως έμπορος έργων τέχνης, ακολουθώντας την παράδοση της οικογένειας. 

“The potato eaters”, 1885, λάδι σε καμβά, 82 × 114 εκ.

Για τα επόμενα 5 χρόνια, ο van Gogh θα εμβαθύνει τις γνώσεις του στη ζωγραφική, αλλά πάντα θα αντλεί έμπνευση από τη ζωή του, η οποία, χρόνο με το χρόνο, χειροτερεύει, οδηγώντας τον στη διαβόητη αυτοκαταστροφική και σχιζοφρενή συμπεριφορά των όψιμων χρόνων του. Θα συνάψει ερωτική σχέση με μία αλκοολική πόρνη, γεγονός έντονα κατακριτέο από την οικογένειά του, και θα αναγκαστεί να την εγκαταλείψει ύστερα από τις πιέσεις οικονομικής φύσεως που δέχτηκε. Μέσα σε όλα αυτά τα γεγονότα που ταράζουν τον ευαίσθητο χαρακτήρα του, μοναδικό καταφύγιο αποτελεί η ζωγραφική του, η οποία πλέον αποκτά τη χαρακτηριστική χροιά και μορφή που έχουμε όλοι συνδέσει με αυτόν τον διάσημο ζωγράφο.

“Head of a skeleton with a burning cigarette”, 1885, λάδι σε καμβά, 32,5 x 24 εκ.

Το 1886 θα αποτελέσει μία σημαδιακή χρονιά για τον van Gogh, καθώς θα μετακομίσει στο σπίτι του αδερφού του, στο Παρίσι, και θα έρθει σε επαφή με την πρωτοπόρο καλλιτεχνική σκηνή της Ευρώπης, την εποχή όπου ο Ιμπρεσιονισμός ήταν στο απόλυτο ζενίθ του. Το χρώμα και το φως των Ιμπρεσιονιστών θα τον μαγέψουν και θα αποτελέσουν την κινητήριο δύναμη που θα δώσει μορφή στις περίπλοκες και μαγευτικές εικόνες που δημιουργούσε ο νους του. 

“Portrait of Père Tanguy”, 1887, λάδι σε καμβά, 92 × 75 εκ.

Σύντομα θα γνωρίσει πολλούς σημαντικούς ζωγράφους του κινήματος και θα τους προσεγγίσει, περνώντας χρόνο και δουλεύοντας μαζί τους, όμως η ψυχική του υγεία δείχνει συνεχώς σημάδια επιδείνωσης και οι συχνοί καυγάδες που προκαλεί οδηγούν στη σταδιακή αποξένωσή του. Στα δύο χρόνια, όμως, που έμεινε στο Παρίσι, μέχρι τις αρχές του 1888, θα επιτύχει τεράστια τεχνική πρόοδο και θα μελετήσει όχι μόνο τη δυτική τέχνη, αλλά θα εντρυφήσει, παράλληλα, και στα ιαπωνικά χαρακτικά. Είναι μία τέχνη που απέχει πολύ από τα κλασικά δυτικά πρότυπα, έμελλε όμως να αποτελέσει μέγιστη επιρροή για τον van Gogh, τόσο σε ζητήματα χρωματικής παλέτας όσο και ως προς τον τρόπο σύνθεσης των εικόνων του.

“Bridge in the rain (after Hiroshige)”, 1887, λάδι σε καμβά, 73 x 54 εκ.
Hiroshige, “Sudden Shower Over Shin-Ohashi Bridge and Atake”, 1857, χαρακτικό

Η ζωή του αλλάζει άρδην το 1888, όταν αποφασίζει να μετακομίσει στον νότο της Γαλλίας, στην πόλη Arles, αναζητώντας το ζεστό φως της Μεσογείου και μία νέα αρχή στην τέχνη του. Επιβιώνοντας στο μικρό διαμέρισμά του με ελάχιστα χρήματα, θα ξοδεύει σχεδόν τα πάντα σε υλικά ζωγραφικής και θα τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με ψωμί, καταναλώνοντας την ίδια στιγμή μεγάλες ποσότητες από καφέ και αψέντι. Είναι ένας συνδυασμός που θα επιδεινώσει σημαντικά τη φυσική του κατάσταση, παράλληλα με την ψυχική του υγεία. Φημολογείται, μάλιστα, ότι εκείνη την περίοδο ξεκίνησε να πίνει νέφτι ζωγραφικής, αλλά και να μασουλάει τα πινέλα του, με αποτέλεσμα να καταπίνει χρώμα που περιείχε δόσεις μολύβδου. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο μόλυβδος δεν είναι απλώς ένα τοξικό χημικό που, αν ληφθεί από τον οργανισμό σε μεγάλες ποσότητες, οδηγεί στον θάνατο, αλλά έχει και τρομακτικές επιπτώσεις στο ανθρώπινο νευρικό σύστημα, οδηγώντας συχνά σε έντονη σχιζοφρένεια και κατάθλιψη. Είναι ευνόητο ότι κάτι τέτοιο λειτούργησε ως ωρολογιακή βόμβα για την εύθραυστη ψυχολογία του van Gogh, μία βόμβα που θα έσκαγε με απρόβλεπτες συνέπειες. Ο αδερφός του, όταν κατάλαβε ότι πλέον ο Vincent κινδύνευε από τις συνήθειές του, παρακάλεσε και πλήρωσε τον Gauguin για να μείνει μαζί του και να τον προσέχει, κάτι που κράτησε μόλις για ένα μήνα. 

“Bedroom in Arles”, 1888, λάδι σε καμβά, 72 x 90 εκ.

Η ιστορία της εγκατάλειψης του van Gogh από τον Gauguin αποτελεί ίσως το πιο διάσημο περιστατικό της ζωής του πρώτου, καθώς όταν ο Gauguin έφυγε, ο van Gogh τον ακολούθησε με μία λεπίδα. Με αυτή τη λεπίδα, με το κομμένο αυτί του στο χέρι και αιμορραγώντας έντονα, εμφανίστηκε σε έναν τοπικό οίκο ανοχής, όπου έδωσε το αυτί σε μία πόρνη, λέγοντάς της να το προσέχει. Αυτό το περιστατικό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και οδήγησε στον πρώτο εγκλεισμό του σε νοσοκομείο.

“Self-Portrait with Bandaged Ear”, 1889, λάδι σε καμβά, 60.5 × 50 εκ.

Μέχρι τα τέλη του 1889 θα ζωγραφίζει στους κήπους και τις αυλές των κλινικών στις οποίες περνούσε πλέον τις μέρες του, καθώς κρίθηκε επικίνδυνος για την κοινωνία, αλλά κυρίως για τον εαυτό του. Παρά τη λυπηρή του πλέον κατάσταση, δεν σταματάει να ζωγραφίζει και μάλιστα δημιουργεί μερικά από τα πιο κλασικά του αριστουργήματα. Όπως την περίφημη «Έναστρη νύχτα» και πολλά από τα ύστερα έργα του, που απεικονίζουν ελαιώνες και χωράφια.

“The Starry Night”, 1889, λάδι σε καμβά, 73 × 92 εκ.

Η εικόνα των έργων του έχει φτάσει πλέον στο γνώριμο ύφος με το οποίο είναι όλοι εξοικειωμένοι, με τη μαγευτική πληθωρικότητα του ρευστού σχεδίου και τη χρωματική ένταση των πυκνών, τολμηρών πινελιών του. Ο ψυχωτικός χαρακτήρας παντρεύεται με την αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική ευφυΐα του, ένα πάντρεμα που έχει ως αποτέλεσμα ορισμένα έργα που έχουν γράψει ιστορία τόσο για τη σύλληψη όσο και για την εκτέλεσή τους. Τα πάντα είναι άριστα από τεχνικής άποψης, χωρίς καμία υπερβολή ή έλλειψη, μία τέλεια ζωγραφική ισορροπία. Η χρωματική παλέτα του γίνεται ολοένα και πιο τολμηρή, φεύγοντας από τους συνηθισμένους τόνους των Ιμπρεσιονιστών και χρησιμοποιώντας έντονες επιλογές που δεν αποσκοπούν μόνο στην αποτύπωση του φωτός, αλλά και στη σκιαγράφηση μίας προσωπικής διάθεσης, άμεσα σχετιζόμενης με την ασταθή ψυχολογία του καλλιτέχνη. Αυτό το στοιχείο μπορεί να συγκριθεί με τις μεθόδους των Εξπρεσιονιστών και των Φωβιστών των αρχών του 20ού αιώνα, με τον van Gogh να δρα ως ένας μοναχικός προάγγελος εικαστικών εξελίξεων που ακόμη απέχουν πολύ από την εποχή του. Σε αυτό ακριβώς το στοιχείο, εντοπίζεται, σε μεγάλο βαθμό, και η τρομερή αναγνώρισή του, καθώς χωρίς να είναι ο πρώτος ή ο αρτιότερος των Ιμπρεσιονιστών, ήταν μία κραυγή που διαπερνούσε τεχνικά στερεότυπα και αποτύπωνε την περίπλοκη ψυχοσύνθεση του καλλιτέχνη πάνω στον καμβά. 

“Prisoners Exercising , also known as Prisoners' Round”, 1890, λάδι σε καμβά, 80 × 64 εκ.

Οι περίτεχνες ικανότητές του, όμως, φανερώνουν και πολλά κρυφά στοιχεία. Ένα από τα λιγότερο εμφανή χαρακτηριστικά του έργου του, το οποίο απαιτεί κοντινή θέαση του εκάστοτε πίνακα προκειμένου να γίνει φανερό, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο van Gogh χρησιμοποιεί τα κενά, αδούλευτα τμήματα του καμβά, που υπάρχουν μεταξύ των δυναμικών πινελιών του. Είναι ένα στοιχείο που αποκλιμακώνει και ισορροπεί άριστα την τρομερή ένταση της τέχνης του, ένα οργανικά αδούλευτο τμήμα που θυμίζει σε λογική τις παύσεις μίας βιρτουόζικης και περίπλοκης μουσικής σύνθεσης. Αξιοσημείωτο στοιχείο του έργου του αποτελεί, επίσης, ότι σε αυτά τα όψιμα έργα, όπως στην «Έναστρη Νύχτα», οι στροβιλισμοί που δημιουργεί είναι μία τρομερά ακριβής απεικόνιση των μοτίβων που αποκτούν οι στροβιλισμοί στη μηχανική των υγρών. Η μοναδικότητά του έγκειται στο ότι είναι ένα από τα πιο ιδιαίτερα και δυσνόητα κομμάτια της Φυσικής, με πολλά σημεία αυτών των μηχανισμών να παραμένουν ανεξήγητα μυστήρια και, παρόλα αυτά, να αποκτούν σάρκα και οστά στο έργο του Ολλανδού ζωγράφου. Επιπλέον, οι στροβιλισμοί που απεικόνιζε σε έργα του πριν τον εγκλεισμό του στην ψυχιατρική κλινική δεν είναι μαθηματικά ακριβείς, αποτελώντας ένα παράδειγμα του πώς η διαταραγμένη ψυχική του κατάσταση αποτέλεσε, σε έναν βαθμό, κομμάτι της τολμηρής δημιουργικότητάς του.

“Olive Trees with the Alpilles in the Background”, 1889, λάδι σε καμβά, 73 × 92 εκ.

Το τελευταίο κεφάλαιο της ζωής του θα γραφτεί στο Auvers-sur-Oise, ένα προάστιο του Παρισιού, όπου μπορούσε να είναι πιο κοντά στον αδερφό του και στον γιατρό Paul Gachet, που είχε αναλάβει τη φροντίδα του. Σε λιγότερο από τρεις μήνες, όμως, θα επιχειρήσει να αυτοκτονήσει με ένα περίστροφο, στους κήπους όπου ζωγράφιζε, αποτυγχάνοντας όμως, καθώς αυτοπυροβολήθηκε στο στήθος χωρίς να τραυματίσει κάποιο ζωτικό όργανο. Η κατάσταση, όμως, αλλάζει δραματικά πολύ σύντομα, καθώς η πληγή μολύνεται και τον οδηγεί στον θάνατο δύο ημέρες αργότερα, στις 29 Ιουλίου 1890. Είναι ο τραγικός επίλογος που κλείνει την ζωή ενός από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους της ιστορίας και στερεί την ανθρωπότητα από ένα κολοσσιαίο δημιουργικό πνεύμα, το οποίο, σε ηλικία μόλις 37 ετών και σε μόλις 10 χρόνια εικαστικής παραγωγής, άφησε πίσω του ποσότητα και ποιότητα έργων που θα ζήλευαν οι περισσότεροι ζωγράφοι. Η κληρονομιά που άφησε θα αναγνωριστεί σε μεγάλο βαθμό μετά θάνατον, καθώς αποτελεί μία από τις κυριότερες επιρροές των ζωγράφων του 20ού αιώνα, που βλέπουν στο πρόσωπό του έναν εικαστικό πατέρα που στόχευε στην ανάδειξη όχι τόσο της φύσης, αλλά του βάθους της ανθρώπινης ψυχής, καθώς και της προσωπικής θέασης του καλλιτέχνη, η οποία αποτυπώνεται στην περίτεχνη απεικόνιση της φύσης.

“The church in Auvers-sur-Oise, view from the Chevet”, 1890, λάδι σε καμβά, 93 × 74.5 εκ.
“Wheatfield under thunderclouds”, 1890, λάδι σε καμβά, 50.4 cm x 101.3 εκ.
“Wheat Field with Cypresses”, 1889, λάδι σε καμβά, 73 x 93,4 εκ.
“Cypresses”, 1889, λάδι σε καμβά, 93,4 x 73 εκ.
1
Μοιράσου το