Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Τα θεατρικά, του Μέντη Μποσταντζόγλου

ta-theatrika-tou-menti-mpostantzoglou

Χαμογελάτε κύριε Μέντη: σημείωμα και εντυπώσεις για τον πρώτο τόμο του βιβλίου «Τα θεατρικά» του Μέντη Μποσταντζόγλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μωβ Σκίουρος.

Θα μπορούσε να το έχει υπαγορεύσει ο κατά κόσμον Μποστ, ο Μέντης Μποσταντζόγλου. Ίσως σε κάποιο ερώτημα που θα ‘χε να κάνει με τον εργαστήρι του, εκείνο το συγγραφικό ιερό που γεννάει τις συνθήκες των μεγάλων και ωραίων έργων. Τι και αν είναι ειπωμένο από τον Γιώργο Χρονά, κρυμμένο μες σε εκείνες τις συζητήσεις που οι εκδόσεις Δώμα ανέδειξαν. Εκείνα τα λόγια φαντάζουν κατάλληλα ειπωμένα για να περιγράψουν τις αφορμές που γέννησαν τα σπουδαία έργα του κυρ Μέντη, μιας ευφυούς πένας που κατόρθωσε να μεταβάλλει σε αντικείμενο της σύγχρονης επιθεώρησης το έργο που παίζεται μες στους κόλπους της νεοελληνικής μεταπολίτευσης. Ο Γιώργος Χρονάς υπαγορεύει και ο Σωτήρης Κακίσης καταγράφει. «Εγώ μαζεύω τα κομμάτια του κόσμου, τα βάζω μαζί με τα δικά μου, μαζί με το δικό μου σκόρπισμα και προσπαθώ να ανασυνθέσω αυτό που έχει σπάσει μέσα μας και έξω. Δεν ξέρω αν αυτά τα κομμάτια ανήκουν σε κάποιο άγαλμα που έπεσε ή σε κανένα ναό που γκρεμίστηκε, σε ανθρώπους που διαμελίστηκαν  από τις ανάγκες και τις αντιξοότητες της ζωής τους. Το μόνο που ξέρω είναι αυτό που είχε πει παλιά ο Χριστιανόπουλος. «Ο κόσμος υποφέρει και πονά και εσείς τα ίδια παραμύθια».

Ετούτο θα αποκόμισε η Ανεργίτσα, ο Μιχαλάκης, η Ελλάς που πρωταγωνιστούν χρόνια και χρόνια στην «Όμορφη πόλη» του Μποστ, ένα από τα έργα που καθιέρωσαν τον σπουδαίο θεατρικό συγγραφέα στην κορυφή της νεοελληνικής επιθεώρησης. Εκείνης που γέμισε τα καλοκαιρινά θεατράκια της Αθήνας και στεφάνωσε με δόξα χώρους όπως το θέατρο Παρκ που έχει αφεθεί στη φθορά του χρόνου κάπου εκεί, στα ανοιχτά της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Καθώς περνάω ακούω την ορχήστρα που προετοιμάζει την είσοδο της Ανεργίτσας. Ο Μιχαλάκης σιγοτραγουδά πάνω στο πάλκο, τους καημούς και τα πάθια μας που λένε και οι ποιητές. Και η Ελλάς καρφωμένη στο μεταπολιτευτικό της παραθύρι, μια πληγωμένη Ιουλιέτα της οδού Λιοσίων, να κοιτάζει την καταστροφή που έρχεται, να αγοράζει ντροπή με βερεσέδια, ίσα για να αντέξει τον εαυτό της. Η Ελλάς που προχωρά και χαμογελά πικρά στα γυρίσματα του καιρού, στο συνταίριασμα όλων εκείνων των παράξενων συχνοτήτων που σημάδεψαν τη χώρα και τους ανθρώπους της. Μια χώρα που πεθαίνει από τα γέλια καθισμένη στα πλαστικά καθίσματα μιας άλλης δεκαετίας, χειροκροτώντας το είδωλό της που περνά και χάνεται και πάλι εμφανίζεται κάλπικο και αναξιόπιστο.

Όλα χωρούν στους μεγάλους ρόλους που έγραψε ο Μποσταντζόγλου, όλες οι εκδοχές μας βρίσκουν τη θέση τους μες στα έργα που μας κληροδότησε ο γεννημένος στην Πόλη των μύθων, δημιουργός. Στο σταυροδρόμι των πολιτισμών κατόρθωσε να συγκρατήσει τις μυθολογίες, τους χαρακτήρες, μια αίσθηση μπαρόκ που ξεφτίζει και όμως κουβαλά ακέραιο εντός της το αποτύπωμα του βίου μας. Η Ανεργίτσα που διαλέγει το φουστάνι της, που γυρεύει έναν καλό γάμο και ας μην το μπορεί. Και ο Μιχαλάκης, μια πιθανότητα μες στο παράδοξο που μας κυβερνά, φορέας μιας νιότης που ξοδεύεται στην ανασφάλεια του μέλλοντος, αφοσιωμένος στην αγάπη. Η Ελλάς που χρεοκοπεί από σκηνή σε σκηνή, που καταστρώνει τα σχέδιά της και πάντα αποτυγχάνει και όμως με κάτι φτιασιδώματα κατορθώνει και ξεγελά το παρόν της. Πασπαλίζει τη δυστυχία της με αρχαία παραμύθια και προτομές και θραύσματα του παρόντος χρόνου και κάθε άλλου που αθροίζεται πάνω σε αυτούς τους βωμούς τους χορταριασμένους.

Ευφυής, χαρισματικός, με σπάνια και λεπτή αίσθηση της κωμωδίας ο Μποστ σαν να καταγράφει με τον ιδιότροπο φακό του το πνεύμα του καιρού του. Τίποτε δεν αφήνει να του διαφύγει, τίποτε δεν περισσεύει από την επικαιρότητα που γίνεται λέξεις και προκαλεί τα αυθόρμητα χειροκροτήματα του κοινού. Εμπρός τα φλάμπουρα της εποχής μας και πίσω ο ποιητής, ο Μποστ που καταγράφει στην πλάκα τις μικρές και τις μεγάλες μας στιγμές, την εθνική μας ανεμελιά, το όνειρό μας που ξεφτίζει κάτω από το βάρος του ντόπιου πολιτισμού. Και οι ρίμες περισσεύουν, καμωμένες από τη σπάνια πένα του κορυφαίου Μέντη Μποσταντζόγλου, όσο οι σκηνές διαδέχονται η μια την άλλη στην Αθήνα που μετεωρίζεται ανάμεσα στο παλιό και σε εκείνο που καταφτάνει για να εξαρθρώσει κάθε παλιά συνήθεια, να σβήσει χνάρια, χρονικά και ταυτότητες, ξαναγράφοντας μια άλλη ιστορία για την Ελλάδα. Και είναι το μέτρο η Ανεργίτσα με την ακατάλυτη επιθυμία της για ζωή, είναι το μέτρο ο Μιχαλάκης με τα όνειρά του και εκείνη η Ελλάς  ολότελα δοσμένη σε μια παράλογη προσπάθεια να ζήσει και ίσως, γιατί όχι να ευτυχήσει.

Το κοινό χειροκροτεί, η Ανεργίτσα δοκιμάζει το δανεικό φουστάνι των αρραβώνων της. Όλα είναι δανεικά βλέπετε σε τούτο το έργο και το μόνο αυθεντικό στοιχείο παραμένει η ηθογραφία μιας ολόκληρης εποχής που διασώθηκε μέσα από τη γραφή του Μποσταντζόγλου. Δεν το ξέρουμε ακόμη, όμως μια εποχή ετοιμάζεται να φύγει για πάντα από κοντά μας. Στο πόδι της η Ανεργίτσα, αειθαλής, ρακένδυτη, που έχει μια δική της γλώσσα για να συνομιλεί με τα πράγματα. Ο Μιχαλάκης κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι ονειρεύεται πυργοδέσποινες και ετοιμάζεται να πιάσει, καθώς λένε την καλή. Και κάπως έτσι το πραγματικό ντύνεται τη λάμψη του θαύματος  και τα έργα του Μποστ μετατρέπονται σε μέρη αυτόνομα με δικές τους ιστορίες. Στο τέλος κάθε μιας παράστασης, η εύγλωττη σιωπή αφήνει μισοιδωμένες όλες εκείνες τις αφορμές που γέννησαν τα έργα του. Όσα περιλαμβάνονται στον Πρώτο Τόμο των «Θεατρικών» των εκδόσεων Μωβ Σκίουρος, στην «Όμορφη πόλη», στη «Φαύστα», τον «Ειλικρινή» και τον «Ήρωα της Κολομβίας», που έρχονται ολόδροσα για να ανανεώσουν το ενδιαφέρον μας στο έργο του Μποστ. Στο εξώφυλλο της έκδοσης, χαμογελαστός από μια χαμένη μες στην αθωότητα εποχή , πίσω από τα κατακόκκινα φίλτρα. Γελάει επειδή μόλις συλλογίστηκε κάτι ωραίο για να πει η Ανεργίτσα και χαίρεται με την καρδιά του τη θεία έμπνευση. Είναι που γνωρίζει τον χημισμό του κυττάρου του πιο δικού μας και με το μοναδικό του πνεύμα σκαρώνει λίγες γραμμές για να χωρέσει εκεί ο εαυτός μας.

Μποστ, «Τα θεατρικά, Πρώτος Τόμος» από τις εκδόσεις Μωβ Σκίουρος. Ένα εγχειρίδιο επιθεώρησης και ένας δημιουργός που ορμά και μπαίνει στο πιο βαθύ μας στοιχείο για να το αναδείξει και να το στερεώσει, σαν να πρόκειται για εκείνο το είδος της σοφίας που διαφεύγει από την καθημερινή μας, τη λαϊκή μας ιστορία. Την ύπαρξή της μας υπενθυμίζει η σύγχρονη, καλή, ελληνική λογοτεχνία.

Τα θεατρικά, του Μέντη Μποσταντζόγλου

Εκδόσεις Μωβ Σκίουρος
σελ: 392

9
Μοιράσου το