Στέλλα Στεργίου, Γεωργία Ζάχαρη: «H ατμόσφαιρα στο κόμικ προέρχεται ακριβώς από αυτό τον συνδυασμό ιστορικής πληροφορίας και συναισθήματος»
Συνέντευξη με τις δημιουργούς της διασκευής του μυθιστορήματος «Το καπλάνι της βιτρίνας» της Άλκης Ζέη σε graphic novel, τις κοπέλες που με το έργο τους έδωσαν μία νέα πνοή στο αγαπημένο βιβλίο της εφηβείας μας. Πρόκειται για ένα κόμικ που θα συγκινήσει και θα ξυπνήσει μνήμες στους μεγαλύτερους σε ηλικία αναγνώστες, ενώ θα γοητεύσει το νεαρότερο κοινό, που σίγουρα θα το αγαπήσει και θα νιώσει την ανάγκη να ανατρέξει και στο πρωτότυπο έργο της Άλκης Ζέη.
Πώς προέκυψε η ιδέα της διασκευής του κλασικού πλέον μυθιστορήματος «Το καπλάνι της βιτρίνας» της Άλκης Ζέη σε graphic novel; Ποια χαρακτηριστικά του πρωτότυπου έργου ξεχωρίζετε και έχετε αγαπήσει;
Η διασκευή του «Καπλανιού» μας ήρθε σαν πρόταση από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μας εξίταρε και ενθουσίασε φοβερά σαν ιδέα. Για την ακρίβεια, στην αρχή σοκαριστήκαμε και λίγο με την προοπτική ότι θα διασκευάζαμε ένα βιβλίο που και οι δυο διαβάσαμε και αγαπήσαμε πολύ ως παιδιά. Τα στοιχεία που ξεχωρίζουμε ελπίζουμε ότι φαίνονται μέσα στο ίδιο το κόμικ: το καλοκαίρι, οι βρόμικες πατούσες, τα παραμύθια, τα γεμιστά, τα κυνήγια θησαυρού, τα μυστικά από τους μεγάλους. Βέβαια, αυτό είναι το περιτύλιγμα σε μια ιστορία πολύ πιο σκοτεινή, πολύ πολιτική και εντελώς αληθινή, κάτι το οποίο έκανε τη δουλειά αυτή πάρα πολύ σημαντική για εμάς.
Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για το πώς γίνεται μια τέτοια διασκευή, έτσι ώστε να διατηρηθούν το πνεύμα, το κλίμα της εποχής και η ατμόσφαιρα του πρωτότυπου έργου; Με δεδομένο ότι η πρόκληση και το εγχείρημα είναι μεγάλα και «θαρραλέα», αν σκεφτούμε ότι το «Καπλάνι» συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα νεανικά αναγνώσματα.
Αρχικά, διαβάσαμε ξανά το πρωτότυπο, προσπαθώντας να θυμηθούμε και να διατηρήσουμε τα συναισθήματα και την αίσθηση που μας δημιούργησε στην πρώτη του ανάγνωση ως παιδιά. Στην πραγματικότητα, όταν έχεις άγνοια των ιστορικών γεγονότων, είναι μια ιστορία γεμάτη εκπλήξεις. Εννοείται ότι η ανάγνωση σε μεγαλύτερη ηλικία προσθέτει ένα δεύτερο επίπεδο κατανόησης, και προσπαθήσαμε και να κρατήσουμε τα πιο αθώα συναισθήματα, αλλά και να ακολουθήσουμε τον τρόπο με τον οποίο το βιβλίο, ξέροντας τη συνέχεια, σου χτίζει τις εκπλήξεις.
Σε ό,τι αφορά τις εικόνες και το πώς χτίζεται η ατμόσφαιρα της εποχής μέσω αυτών, ήταν απαραίτητη φυσικά η έρευνα. Καθώς αρχίσαμε να δουλεύουμε το βιβλίο μέσα σε βαθύ lockdown, δεν είχαμε δυστυχώς την ευκαιρία να πάμε στη Σάμο, όπου διαδραματίζεται η ιστορία. Είχαμε όμως το αρχείο της οικογένειας της Άλκης Ζέη, που με πολλή χαρά μάς παραχωρήθηκε, και τέλος κάποια στιγμή ανακαλύψαμε ένα φανταστικό γκρουπ στο facebook, το «Παλιές φωτογραφίες της Σάμου», μέσω του οποίου βρήκαμε το περισσότερο υλικό για τους δημόσιους χώρους. Αν διαβάζει αυτή τη συνέντευξη κάποιο μέλος του γκρουπ, ευχαριστούμε!
Πάντα όμως υπάρχουν κενά σε αυτή την έρευνα, ειδικά στις καθημερινές λεπτομέρειες, και εκεί επιλέξαμε να χρησιμοποιήσουμε αντικείμενα ή σκηνικά που θυμόμαστε εμείς από την παιδική μας ηλικία και τους παππούδες μας. Ακόμα και αν δεν είναι 100% ιστορικά ακριβή, τέτοια στοιχεία είναι που κάνουν τους χώρους που σχεδιάζουμε πιο βιωμένους και ζεστούς. Για μας, τελικά η ατμόσφαιρα στο κόμικ προέρχεται ακριβώς από αυτό τον συνδυασμό ιστορικής πληροφορίας και συναισθήματος.
Ποιο είναι το σκεπτικό πίσω από την εικονογράφηση που επιλέξατε;
Έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο να σχεδιάζουμε και οι δύο ταυτόχρονα, χωρίς να κλοτσάει πολύ η διαφορά από σελίδα σε σελίδα. Η μέθοδός μας ήταν να χωρίζουμε το κάθε κεφάλαιο σε σκηνές, και η καθεμία αναλάμβανε να σχεδιάσει με μολύβι μια σκηνή δύο ή τριών σελίδων τη φορά. Στη συνέχεια ανταλλάζαμε τα σχέδιά μας, και ό,τι μολύβια έκανε η Στέλλα τα μελάνωνε η Γεωργία και εναλλάξ. Έτσι, καταλήξαμε σε ένα στιλ το οποίο εμπεριέχει στοιχεία και των δυο μας, αλλά και στοιχεία που αρέσουν και στις δύο και με τα οποία μπορεί να μην είχαμε πειραματιστεί στο παρελθόν.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε;
Ότι ζωγραφίζαμε παραλίες και τζιτζίκια με καταρρακτώδη βροχή έξω και στενάχωρο χειμωνιάτικο σχολείο μέσα στον καύσωνα.
Τι καινούργιο προσφέρει η μεταφορά ενός βιβλίου τέτοιας εμβέλειας σε κόμικ;
Ειλικρινά, δεν ξέρουμε ακριβώς, σε ό,τι αφορά το «Καπλάνι». Σίγουρα θα το διαβάσουν περισσότεροι άνθρωποι, όσοι διαβάζουν περισσότερο κόμικς αντί βιβλία, ή παιδιά στα οποία κάτι που γράφτηκε τη δεκαετία του ‘60 φαντάζει παλιό. Αυτό από μόνο του είναι κάτι πολύ σημαντικό και όμορφο ταυτόχρονα, γιατί το «Καπλάνι» πραγματικά αξίζει να διαβαστεί και όσα λέει δεν είναι καθόλου παλιά. Πέρα από αυτό όμως, είμαστε ακόμη πολύ κοντά χρονικά στη διαδικασία διασκευής του για να πούμε κάτι παραπάνω.
Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορεί διασκευασμένο σε graphic novel και ο «Μεγάλος περίπατος του Πέτρου» της Άλκης Ζέη. Συμβουλευτήκατε τους δημιουργούς του για το δικό σας graphic novel; Επηρεαστήκατε από τη δική τους δουλειά;
Τον Δεκέμβρη του ‘20 που κυκλοφόρησε ο «Μεγάλος περίπατος» σε κόμικ και τα μόνα ανοιχτά καταστήματα ήταν τα βιβλιοπωλεία, ήταν ένα βιβλίο που είδα σε βιτρίνες ή πάγκους πολλές φορές, και πραγματικά το ζήλεψα. Είναι μια έκδοση πολύ όμορφη και πολύ πλούσια, και έλεγα «αχ, και να ’κανα κι εγώ ένα τέτοιο». Και τελικά αυτό συνέβη! Όταν μπήκαμε στη διαδικασία της διασκευής, έχοντας τον «Πέτρο» στο μυαλό μου, πολλές φορές τον χρησιμοποίησα σαν μπούσουλα στο μέγεθος των καρέ, τον αριθμό των καρέ ανά σελίδα, στο πώς στέκονταν τα μπαλονάκια. Συχνά, επειδή σχεδιάζουμε σε μέγεθος μεγαλύτερο από αυτό στο οποίο θα τυπωθεί ένα κόμικ, δεν έχουμε απόλυτη αίσθηση του πώς θα φαίνεται κάτι στην τυπωμένη σελίδα, και ήταν χρήσιμο να έχουμε αυτή την εικόνα. Όταν τελειώσαμε τα σχέδια του πρώτου κεφαλαίου, ο Δημήτρης Μαστώρος που σχεδίασε τον «Πέτρο» είναι από τα λίγα άτομα στα οποία το δείξαμε, και οι παρατηρήσεις του ήταν πολύ βοηθητικές.
Ποια είναι η άποψή σας για την ελληνική κόμικ σκηνή; Και παράλληλα για το αναγνωστικό κοινό των κόμικς;
Η ελληνική σκηνή των κόμικ ήταν ανέκαθεν ταλαντούχα και ενεργή. Αυτό που την κάνει ξεχωριστή για μένα είναι το μεγάλο ποσοστό των θηλυκοτήτων, κάτι που δεν είναι δεδομένο σε άλλες χώρες, και αυτή η ιδιαιτερότητα είναι ο λόγος που η σκηνή είναι τόσο ανοιχτή να καλωσορίσει κάθε καινούργιο μέλος. Και τα καινούργια μέλη αυξάνονται και αυτό μόνο καλό είναι, καθώς αποκτάμε περισσότερους φίλους και γιατί όχι, μελλοντικούς συνεργάτες. Το αναγνωστικό κοινό επίσης μεγαλώνει και κάθε χρόνο ανυπομονούμε να έρθουν τα φεστιβάλ για να σας γνωρίσουμε από κοντά και να μιλήσουμε μαζί σας.
Συνέντευξη: Ελένη Μαρκ
Το καπλάνι της βιτρίνας - Graphic Novel
Εκδόσεις Μεταίχμιο
σελ. 152