Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Frank Auerbach: Αναγεννώντας την παραστατικότητα

feature_img__frank-auerbach-anagennontas-tin-parastatikotita
Ο Frank Auerbach είναι ένας ζωγράφος με έντονη δράση στη βρετανική καλλιτεχνική σκηνή από τα μέσα της δεκαετίας του ‘50 μέχρι και τις μέρες μας. Τον χαρακτηρίζει τόσο η πλούσια παραγωγή του όσο και η σεμνή του προσωπικότητα, καθώς –σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους του– δεν επιδίωξε τη δημοσιότητα ούτε έγινε γνωστός για την εκκεντρική συμπεριφορά του.

Η ιστορία του ξεκινάει στο Βερολίνο στις 29 Απριλίου 1931, όταν γεννήθηκε σε μία σχετικά εύπορη εβραϊκή οικογένεια. Οι γονείς του θα τον στείλουν στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1939 στο πλαίσιο της “Kindertransport”, μίας επιχείρησης που φυγάδευσε χιλιάδες παιδιά Εβραίων πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Ήταν και η τελευταία φορά που είδε τους γονείς του, αφού και οι δύο δολοφονήθηκαν το 1942 από το ναζιστικό καθεστώς.

“Half-length Nude”, 1963, λάδι σε ξύλο, 76,2 x 50,8 εκ.

Η καλλιτεχνική του προδιάθεση θα φανεί σύντομα. Το 1948 θα αρχίσει τις σπουδές του στην τέχνη στο St.Martin’s School of Art και μετέπειτα στο Royal College of Art, ξεκινώντας μία παραγωγική διαδρομή που θα προσφέρει εκατοντάδες έργα στις επόμενες δεκαετίες. 

“Self-Portrait”, 1958, κάρβουνο και κιμωλία σε χαρτί, 76,8 x 56,5 εκ.

Το πρωταρχικό στοιχείο που χαρακτηρίζει την εικαστική παραγωγή του Auerbach είναι ότι εμμένει στη δημιουργία παραστατικών έργων από την αρχή της επαγγελματικής του καριέρας, τη δεκαετία του ‘50. Είναι μια περίοδος που μεσουρανούν παγκοσμίως αφαιρετικές τάσεις στην τέχνη, όπως ο Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός και ο Μινιμαλισμός. Ο Auerbach όμως πηγαίνει αντίθετα στο ρεύμα της εποχής, και με μερικούς ακόμη βρετανούς ζωγράφους –όπως ο Francis Bacon, ο Lucian Freud και ο Leon Kossof– επικεντρώνονται στην αναζωογόνηση της παραστατικότητας — χαρακτηρίζονται ως Σχολή του Λονδίνου (School of London).

“Small Head of E.O.W.”, 1958, λάδι σε ξύλο, 39,3 x 29,4 εκ.

Στην περίπτωσή του το αποτέλεσμα είναι εκρηκτικό, καθώς δημιουργεί έργα με ιδιαίτερη ένταση και πυκνές συγκεντρώσεις χρώματος, που αποκτούν σχεδόν γλυπτική διάθεση. Τα πορτρέτα του είναι δυναμικά και στιβαρά, με εμφανή επιρροή από καλλιτέχνες όπως τον Vincent Van Gogh και τους Γερμανούς εξπρεσιονιστές του Μεσοπολέμου. Παράλληλα, αντλεί εικόνες από τη μακρά παράδοση των πορτρέτων στη ζωγραφική, χρησιμοποιώντας πόζες και ύφος που παραπέμπει σε μια ατμόσφαιρα από προηγούμενους αιώνες. Στην ουσία, ο Auerbach ψάχνει μια σύγχρονη λύση μέσω της μελέτης του παρελθόντος και της επανασύνθεσής του σε εικόνες φρέσκες, που έχουν περίοπτη θέση στο εικαστικό σκηνικό των τελευταίων δεκαετιών. Έτσι, στοιχειοθετεί το προσωπικό του ύφος και αναδεικνύεται σε ηγετική μορφή της σύγχρονης τέχνης, με σταθερή παρουσία σε σημαντικές διεθνείς εκθέσεις.

“Head of Gerda Boehm”, 1965, λάδι σε ξύλο, 44,5 x 37 εκ.

Εκτός από την ενασχόληση με πορτρέτα, αφιερώνει χρόνο στη μελέτη του αστικού τοπίου του Λονδίνου, με έργα που δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στα θεμέλια και τους σκελετούς του κτιρίων κατά τη διάρκεια της ανέγερσής τους. Πρόκειται για μία προσωπική θέαση του αστικού τοπίου, με αναφορές στα βιώματα της αναδόμησης της πόλης μετά τις καταστροφές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που σημάδεψε τη ζωή του. Τα τοπία του χαρακτηρίζονται επίσης από την πυκνή δόμηση του χρώματος, αλλά είναι και το τμήμα του έργου του που έχει τις περισσότερες αφαιρετικές επιρροές, αφού συχνά τα δομικά στοιχεία ενός κτιρίου αποτυπώνονται ως δυναμικές γραμμές που τέμνουν και οικοδομούν τη σύνθεση. Η αναφορά αυτή μπορεί να παραλληλιστεί με τη γεωμετρική αφαίρεση της μοντέρνας τέχνης πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα ακόμη δείγμα της εκτενούς εικαστικής έρευνας που έκανε τόσο στο πρόσφατο όσο και στο μακρινό παρελθόν.

“Behind Camden Town Station, Summer Evening”, 1966, λάδι σε ξύλο, 11,7 x 139,7 εκ.

Αυτό που στερεί από τον Auerbach την ευρύτερη αναγνώριση από το κοινό της τέχνης είναι η ιδιαίτερα λιτή ζωή του: δεν επιδίωκε ποτέ να προκαλέσει με εκρηκτικές δηλώσεις και δημόσιες εκκεντρικές συμπεριφορές. Είναι ένα στοιχείο που τον συνδέει και με μια πιο παραδοσιακή άποψη για τον ρόλο του καλλιτέχνη, ο οποίος μιλάει αποκλειστικά μέσα από το έργο του και όχι μέσω μίας επίπλαστης περσόνας, συχνό φαινόμενο στη μοντέρνα και μεταμοντέρνα σκηνή της τέχνης.

“Head of J.Y.M. II”, 1984, λάδι σε ξύλο, 66 x 61 εκ.
“Primrose Hill”, 1971, λάδι σε ξύλο, 114,1 x 139,3 εκ.
1
Μοιράσου το