Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

First Man, του Damien Chazelle

feature_img__first-man-tou-damien-chazelle
Ιδού μια πολύ ωραία συνταγή για εμπορική και οσκαρική επιτυχία: Ένα all-american και ταυτόχρονα διεθνές ως προς τον αντίκτυπό του ιστορικό θέμα, όπως το πρώτο βήμα του ανθρώπου στο φεγγάρι (που, περιέργως, δεν είχε ως τώρα ιδιαίτερη κινηματογραφική προσοχή). Μια γενική αναζωπύρωση της συζήτησης στη Δύση για τα του διαστήματος: Τα σχέδια αποίκισης του Άρη, οι κρουαζιέρες στο διάστημα, οι δυνάμει «φιλόξενοι» πλανήτες και την ίδια στιγμή η διακριτική αλλά υπαρκτή επέλαση του ανορθολογισμού και της συνωμοσιολογίας, ο Trump, τα doomsday σενάρια για την κλιματική αλλαγή. 

Η ρέντα αλλά και το καλλιτεχνικό προσωπικό (π.χ. ο Justin Hurwitz στη μουσική) που πλαισιώνει τον ταλαντούχο σκηνοθέτη Damien Chazelle και κάνει την μέχρι τώρα πορεία του (Whiplash, La La Land) ξεχωριστή και πετυχημένη. Το γεγονός ότι το αμερικάνικο σινεμά αγαπάει πολύ τις βιογραφίες και τα ιστορικά δράματα: Μια ματιά στις Οσκαρικές υποψηφιότητες προδιαγράφει από το trailer ακόμα την μοίρα του “First Man” αλλά και του πρωταγωνιστή του, Ryan Gosling.

Τι μπορεί να πάει στραβά; Ή, πιο σωστά, καταφέρνει ο Damien Chazelle να συνεχίσει το καλό σερί του;

Για αρχή, ας πούμε ότι ο νεαρός (33 ετών) σκηνοθέτης δεν κατάφερε να κρατήσει την ταινία του μακριά από τον μεγάλο και σε γενικές γραμμές ομοιόμορφο σωρό των ταινιών αυτού του είδους, που μοιάζουν να ακολουθούν πολύ συγκεκριμένα (και ασφαλή) μονοπάτια στην απεικόνιση των συμβόλων και ηρώων τους, στην χρήση του ιστορικού φόντου και στην κλιμάκωση μέχρι την «κορυφαία στιγμή», το γεγονός δηλαδή που είναι ήδη αποτυπωμένο στη συλλογική μνήμη και το οποίο το κοινό γνωρίζει ότι θα δει, ανυπομονώντας για αυτό (ακριβώς η αντίστροφη λειτουργία του spoiler). Είναι χαρακτηριστικό πως όλες αυτές οι ταινίες συνήθως μένουν στην μνήμη για τα ερμηνευτικά tour de force των πρωταγωνιστών/πρωταγωνιστριών τους, με πολύ λίγες γραμμές να γράφονται για τυχόν σκηνοθετικές πρωτοτυπίες ή ευφάνταστες/τολμηρές προσεγγίσεις. Στην περίπτωση του “First Man” βέβαια, ο Ryan Gosling δεν χρειάζεται να κάνει πολλά περισσότερα από το να περιφέρει την κλασική, στοχοπροσηλωμένη και υπογείως μελαγχολική, κατά βάση ανέκφραστη μούτα που έχει αξιοποιηθεί σε αρκετές ταινίες (με το ανδροειδές του BladeRunner να του ταιριάζει γάντι). Σε αυτό βέβαια δεν τον βοηθάει και ο ίδιος ο ρόλος: ο Nil Armstrong, ο άνθρωπος που πάτησε πρώτος στο φεγγάρι με το μικρό δικό του βήμα μα μεγάλο για την ανθρωπότητα, δεν είχε ούτε ιδιαίτερα τικ ούτε εμφάνιση που θα απαιτούσε κάποια μεταμόρφωση. Το ερώτημα όμως για το ποιος ήταν ο Armstrong στη συγκεκριμένη περίπτωση αφορά στο ποια είναι η ιστορία του Armstrong που ήθελε να δείξει ο Chazelle. Εδώ τα πράγματα είναι συγκεκριμένα και, κάπως αμήχανα, είναι απλώς ΟΚ. Ίσως επειδή και ο ίδιος ο Armstrong, υπό το βάρος του τεράστιου επιτεύγματός του (ύστερα από πολλά γυρίσματα της τύχης, μερικά μάλιστα θανατερά), είναι μια απλώς ΟΚ προσωπικότητα, χωρίς τις μεγάλες και προσφιλείς στο σινεμά δραματικές εντάσεις και αναζητήσεις. 

Ο Nil Armstrong είναι ένας πιλότος δοκιμών, με εμπειρία από τον πόλεμο της Κορέας και καλό βιογραφικό. Μπαίνει στην ομάδα των «επίλεκτων» πιλότων και αστροναυτών του διαστημικού προγράμματος της ΝΑΣΑ, την περίοδο που σοβεί ο περίφημος Αγώνας του Διαστήματος (Space Race) ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ, ως μια μάχη γοήτρου και παρεπόμενο του Ψυχρού Πολέμου. Το σύνορο του διαστήματος έμοιαζε να αποτελεί, στις αρχές του ’60, ένα πεδίο που έκρινε συστήματα και ιδεολογίες περισσότερο από ότι έκρινε τεχνολογικά επιτεύγματα ή ανθρώπους και επιστήμονες. Ο Armstrong ξεκινάει στα προγράμματα Gemini και Apollo, που βασικό στόχο έχουν να ανακτήσουν το γόητρο της Αμερικής που βρίσκεται συνεχώς ένα (και παραπάνω) βήμα πίσω από τους Σοβιετικούς. Πως; Μα φυσικά, φτάνοντας μέχρι τη Σελήνη.

Κάπου εκεί, μέσα σε ένα πολυμελές προσωπικό από κορυφαίους πιλότους και επιστήμονες, ο Armstrong θα αποδείξει για πολλοστή φορά τον επαγγελματισμό του, αποφεύγοντας τελευταία στιγμή την παραλίγο μοιραία κατάληξη του Gemini 8 στο οποίο ήταν κυβερνήτης. Σε ένα βαθμό, αυτή η ικανότητά του να προσηλώνεται και να διατηρεί την ψυχραιμία του ακόμα και σε καταστάσεις πανικού, μοιάζει να οφείλεται και σε μια ευρύτερη «απόσυρση» που έχει διαλέξει σαν άνθρωπος. Η απώλεια της μικρής του κόρης από καρκίνο και το μόνιμο πέπλο του πένθους τον κάνουν μετρημένο και απόμακρο, ακόμα και από την ίδια του την οικογένεια. Το φεγγάρι αρχίζει να μοιάζει με εμμονή αλλά διαφορετικής υφής από την εμμονή της Αμερικής (που θέλει να κερδίσει τους Σοβιετικούς) ή των ανθρώπων του κόσμου (που διψούν για Μέλλον). 

Φυσικά, ο Chazelle μετατοπίζει την κορύφωση από την ατάκα του πρώτου βήματος (το «κορυφαίο συμβάν» για το οποίο μπαίνουμε στην αίθουσα) στο σημείο τομής ανάμεσα στην Μεγάλη Ιστορία (προσελήνωση) και την Προσωπική Ιστορία (το πένθος του Armstrong). Το κάνει περίτεχνα, όπως και πολλά ακόμα, επιδεικνύοντας μια μοναδική μαεστρία σε όλα τα show, don’t tell που απαιτεί η τέχνη του – το πρόβλημα όμως είναι πως αυτές οι περίτεχνες διασταυρώσεις ανάμεσα στα οικουμενικά θέματα και τα προσωπικά δράματα είναι σε γενικές γραμμές ανοικονόμητες, ενώ την ίδια στιγμή η ταινία ταξιδεύει συνεχώς από την Γη στο Διάστημα και τούμπαλιν, αναποφάσιστη σε πολλά σημεία για το που ακριβώς είναι το «κέντρο» της. 

Όπως και ο Armstrong, έτσι και η ταινία, είναι σε γενικές γραμμές ΟΚ. Αυτό πιθανότατα δεν συμβαδίζει με το ύψος της φιλοδοξίας του Chazelle, όμως σίγουρα δεν του φταίει κάποια ανεπάρκεια στο «τεχνικό» σκέλος του έργου του. Η δραματική αναπαράσταση των αποστολών Gemini και Apollo προκαλούν πραγματική ναυτία και γνήσια ένταση, ενώ ο ρεαλισμός τους δημιουργεί ένα παραπάνω βάρος παρά το γεγονός ότι η έκβαση των περισσότερων αποστολών ήταν γνωστή από την αρχή. Το συμπληρωματικό cast, με προεξέχουσα την Claire Foy, αποδίδει εξαιρετικά τους (μικρούς) ρόλους του. Από την οθόνη περνούν πολλές πανέμορφες σκηνές, ενώ για άλλη μια φορά το πάντρεμα του μοντάζ και της μουσικής χαρίζει στιγμές κινηματογραφικής συγκίνησης. Όμως κάτι λείπει, και αυτό μάλλον αφορά τον ίδιο τον Chazelle και όχι τόσο το θέμα του. 

Το πρόβλημα με τον «Πρώτο Άνθρωπο» είναι κοινό με τα προβλήματα που είχε το “Whiplash” αλλά και το “La La Land” – με την διαφορά πως στα πρώτα το «νεύρο» του νεαρού σκηνοθέτη ήταν τόσο ορμητικό που τα κουκούλωνε. Από την διακριτική αποθέωση της εξουσιαστικής καθολικής εκπαίδευσης μέχρι την διακριτικά αντιδραστική νοσταλγία μιας ανύπαρκτης Αμερικής του “La La Land”, ο Damien Chazelle μοιάζει με έναν νεαρό δημιουργό που ξέρει πολύ καλά πως να χειρίζεται τα μέσα του (και κυρίως την μουσική, που φαίνεται πως υπεραγαπά) αλλά είναι ακόμα αβέβαιος (ή λιγότερο βαθύς) στα νοήματα του: Στα πράγματα που θέλει να πει. Ο λόγος για τον οποίο ο Armstrong δεν προκαλεί ιδιαίτερη ταύτιση ή συναισθηματική εμπλοκή είναι γιατί ο Chazelle επενδύει πολύ περισσότερο στο να «θαυμάσει» το επίτευγμα αλλά και τον εαυτό του δείχνοντάς το, πατώντας όλα τα σωστά «κουμπιά» (λίγο την κριτική του κόσμου στα προγράμματα της ΝΑΣΑ, λίγο τις ίντριγκες στα ανώτερα κλιμάκια, λίγους διαλόγους με βάση τα δίπολα «αποφασιστικότητα/αυτοθυσία – τίμημα/δισταγμός») χωρίς όμως να λέει εν τέλει τίποτα περισσότερο από όσα θα μπορούσε να πει ένα ντοκιμαντέρ – άλλο το ότι δείχνει πολλά περισσότερα. 

Η ταινία «Πρώτος Άνθρωπος» δεν είναι σε καμία περίπτωση μια κακή ταινία- πέρα από κάποια θέματα ρυθμού (κυρίως στο πρώτο μέρος) και μια γενική υποχρησιμοποίηση των συμπληρωματικών ρόλων, o Chazelle χτίζει ένα όμορφο κατασκεύασμα όπου η μουσική και το μοντάζ δένουν αρμονικά χαρίζοντας πανέμορφες σεκανς. Θα μπορούσε όμως να είναι σπουδαία, ή τουλάχιστον να σημαίνει κάτι- έστω κάτι περισσότερο από μια ακόμα νοσταλγική ματιά στο παρελθόν. 

First Man, του Damien Chazelle
Είδος: Βιογραφία, Δράμα
Διάρκεια: 141'

Photo Sources

  • National Post 
  • YouTube
  • Pinterest
  • Βικιπαίδεια
1
Μοιράσου το