Ο Frank Auerbach είναι ένας ζωγράφος με έντονη δράση στη βρετανική καλλιτεχνική σκηνή από τα μέσα της δεκαετίας του ‘50 μέχρι και τις μέρες μας. Τον χαρακτηρίζει τόσο η πλούσια παραγωγή του όσο και η σεμνή του προσωπικότητα, καθώς –σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους του– δεν επιδίωξε τη δημοσιότητα ούτε έγινε γνωστός για την εκκεντρική συμπεριφορά του.
Άλλαι Τέχναι
Πόση ώρα χρειάζεται για ν’ αγγίξεις την αιωνιότητα; ή τουλάχιστον, για να στην προσφέρει κάποιος; Μερικά δεύτερα είναι αρκετά. Είτε κρύβεται στη μπασογραμμή που θα εμφανιστεί από το πουθενά, σπάζοντας τον προηγηθέντα ήχο, είτε στη φωνή, είτε απλά σ’ εκείνο το σημείο που απογειώνει το τραγούδι και που δεν ξαναεπαναλαμβάνεται. Δε βρίσκω να γράψω κάτι άλλο, δεν είναι αρκετές οι λέξεις μου για να περιγράψω αυτό που συμβαίνει και μπορεί κανείς να μην καταλάβει.
Σαν σήμερα, το 1952, γεννήθηκε ο Γάλλος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Jacques Audiard, γιος του εξίσου διακεκριμένου σεναριογράφου και σκηνοθέτη Michel Audiard. Βραβευμένος ουκ ολίγες φορές στα γαλλικά César και στα αγγλικά BAFTA, και έχοντας κερδίσει στις Κάννες τον Χρυσό Φοίνικα το 2015 για την ταινία του “Deephan” συγκαταλέγεται ως ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή σκηνοθέτες της πατρίδας του.
Μια θηλιά που ουδείς θέλησε να κόψει.
Στις 29 Απρίλη του 1980, ο μεγάλος «Μετρ της αγωνίας» θα υποκύψει ύστερα από χρόνια προβλήματα στο συκώτι. Λίγες ημέρες μετά, οι στάχτες του θα σκορπιστούν στον Ειρηνικό Ωκεανό. Το τελευταίο του κινηματογραφικό πρότζεκτ, με τίτλο εργασίας “The Short Night”, δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ. Με κάτι λιγότερο από 60 ταινίες ωστόσο στο βιογραφικό του, ο Λονδρέζος Alfred Hitchcock πρόλαβε να αφήσει πίσω του μια τεράστια κινηματογραφική κληρονομιά.
Το Brighton κατά καιρούς μας έχει χαρίσει εξαιρετικά παραδείγματα της έντονης δραστηριότητας που παρουσιάζει στον τομέα της underground, indie, psych, garage μουσικής. Ένα ακόμα τέκνο αυτής της δραστηριότητας είναι και το powerduo των Skinny Milk. Οι Johnny Hart (μπάσο, κιθαριστικά εφέ, φωνή) και Tim Cox (τύμπανα) είναι δύο άτομα που γουστάρουν περισσότερο από οτιδήποτε να παίζουν τη μουσική που αγαπούν και αυτό το δείχνουν στα (συχνά) lives τους, φανερώνοντας μια ενέργεια και έναν όγκο στον ήχο τους που απλά σε κάνει να αναρωτιέσαι αν υπάρχουν κάπου κρυμμένα και άλλα μέλη.
Όλα ξεκίνησαν το 2010, όταν κυκλοφόρησε ένας εκπληκτικός δίσκος με τον τίτλο “The Grime and the Glow”. Αυτό βέβαια είναι αναληθές, καθώς ξεκίνησαν όλα πολύ πιο πριν, το 2006, όταν μία νεαρή ακόμα Chelsea Wolfe έγραψε τον δίσκο “Mistake in Partying” σε μία περίοδο της ζωής της κατά την οποία ξεπερνούσε έναν χωρισμό. Τυχαίνει όμως η ίδια η Wolfe να αντιπαθεί φοβερά, όπως έχει αναφέρει σε συνεντεύξεις της, αυτόν τον δίσκο και να μην αναγνωρίζει καθόλου τον εαυτό της μέσα σ’ αυτόν και μάλλον αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν κυκλοφόρησε επίσημα ποτέ. Από σεβασμό στην αποστροφή της για τον δίσκο αυτό, επιλέγω κι εγώ να τον προσπεράσω.
Σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος (27 Απριλίου 1935 – 24 Ιανουαρίου 2012) κινείται ανάμεσα στον Πλάτωνα και τον Όμηρο, με την ίδια άνεση που ελίσσεται ανάμεσα στους σύγχρονούς του Ραφαηλίδη και Μάρκαρη. Αντλώντας υλικό από την ελληνική μυθολογία και παράδοση και εμπλουτίζοντάς το με γεγονότα από τη μεταπολεμική Ελλάδα, καταθέτει ένα έργο σύγχρονο αλλά όχι επίκαιρο, γι’ αυτό και διαχρονικό. Ο μετεωρισμός αυτός ανάμεσα στο κλασσικό και το μεταπολεμικό διαμόρφωσε μια ολόκληρη εποχή, με τις ταινίες του Αγγελόπουλου να γράφουν απ’ την αρχή την ιστορία του νέου ελληνικού κράτους, συνυφασμένη μέσα σε ιστορίες των αστικών σαλονιών και μύθους της υπαίθρου.
Ύστερα από 9 χρόνια απόστασης από τη δισκογραφική της πορεία, η Diamanda Galas επέστρεψε με δύο άλμπουμ για τη φετινή χρονιά, που θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε το Σάββατο 20 Μαΐου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Ο δίσκος με τίτλο ″All The Way″ περιέχει διασκευές και επανεκτελέσεις jazz και παραδοσιακών κομματιών, ενώ ο δεύτερος δίσκος με τίτλο ″At Saint Thomas The Apostle Harlem″ περιέχει κομμάτια σε διάφορες γλώσσες, ηχογραφημένα από τη συναυλία της στο Red Bull Music Academy Festival του 2016.
“The unbelievably small and the unbelievably vast eventually meet – like the closing of a gigantic circle. I looked up, as if somehow I would grasp the heavens. The universe, worlds beyond number, God's silver tapestry spread across the night. And in that moment, I knew the answer to the riddle of the infinite. I had thought in terms of Man's own limited dimension. I had presumed upon nature that existence begins and ends is man's conception, not nature's. And I felt my body dwindling, melting, becoming nothing. My fears melted away and in their place came acceptance. All this vast majesty of creation, it had to mean something. And then I meant something, too. Yes, smaller than the smallest, I meant something, too. To God, there is no zero. I STILL EXIST!¨”

