Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

The Walk, του Robert Zemeckis

feature_img__the-walk-tou-robert-zemeckis
Η απίστευτη, αλλά καθόλα αληθινή, ιστορία του Φιλίπ Πετί, που το 1974, έτος εγκαινίων των δίδυμων πύργων, εκτέλεσε ένα από τα πιο επικίνδυνα, αλλά και εντυπωσιακότερα stunt της ιστορίας, ακροβατώντας πάνω σε ένα σκοινί ανάμεσα στους δύο πύργους, αφήνοντας ανεξίτηλη στο συλλογικό υποσυνείδητο της Αμερικής μια πανέμορφη εικόνα που έμελλε δεκαετίες μετά να σπιλωθεί από ένα τραγικό γεγονός που σημάδεψε τον ιστορικό ρου της Αμερικής με την πτώση των πύργων.

Ο Ρόμπερτ Ζεμέκις είναι αναμφίβολα, εδώ και πολλές δεκαετίες, ένας από τους μεγαλύτερους «παραμυθάδες» του Χόλυγουντ. Από το πρώτο «Επιστροφή στο μέλλον» του 1985 μέχρι τον πειραματισμό με νέες επαναστατικές τεχνολογίες που οδήγησαν στα πανέμορφα –αλλά και άνισα- “Beowulf” και “The Polar express”, με την οσκαρική επιτυχία του “Forrest Gump” στο ενδιάμεσο, ο γεννημένος στο Σικάγο δημιουργός έχει αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του στο ψυχαγωγικό σινεμά, αλλά και τις πραγματικές ιστορίες.

Φαίνεται λοιπόν να βρίσκεται στο στοιχείο του, αναλαμβάνοντας να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη μια πραγματική ιστορία, έχοντας να αναμετρηθεί και με το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ “Man on a Wire” του 2008.

Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Τζόζεφ Γκόρτνον-Λέβιτ ζωντανεύει με νεύρο και εκρηκτική ενέργεια την περσόνα του Πετί, δυστυχώς όμως η ερμηνεία του υποβαθμίζεται σημαντικά από μια εμφανώς ψεύτικη και ενοχλητικά επιτηδευμένη γαλλική προφορά. Οι δευτερεύοντες χαρακτήρες περιγράφονται και αναπτύσσονται με στυλ και μπρίο από τον Ζεμέκις που φροντίζει οι περισσότεροι από αυτούς να φαίνονται συμπαθείς, αλλά κάπου αυτή η προσπάθειά του εκτροχιάζεται και οι χαρακτήρες καταλήγουν μάλλον καρικατούρες των πραγματικών τους αντίστοιχων.

Το πιο γοητευτικό στοιχείο και παράλληλα αυτό που σε κρατά δέσμιο στο “The Walk” είναι το γεγονός ότι ο Ζεμέκις συμπεριφέρεται στην ιστορία του σαν να αφηγείται ένα παραμύθι. Από τις πρώτες ζογκλερικές εμπειρίες του Πετί στο Παρίσι, την ρομαντική του περιπέτεια με μια κιθαρίστα performer, στη σταδιακή ωρίμανσή του ως καλλιτέχνης του δρόμου και τον αιφνίδιο έρωτά του με τους δίδυμους πύργους και το όνειρό του να τους διασχίσει πάνω σε ένα σκοινί, όλα υπακούν και εντάσσονται στην φόρμα της τυπικής αφήγησης μιας πραγματικής ιστορίας. Ωστόσο όλα μοιάζουν υπερβολικά πολύχρωμα, αισιόδοξα, «καρτ-ποσταλικά» και καρτουνίστικα, κάτι που αφαιρεί το ειδικό βάρος όσων παρακολουθούμε υποβαθμίζοντάς τα. Ο Ζεμέκις δεν καταφέρνει πραγματικά να εντρυφήσει στον ψυχισμό του ήρωα, παρουσιάζοντάς τον με ελάχιστες εξαιρέσεις ως ιδανική περσόνα (κάτι που ξέρουμε ότι δεν ισχύει), ενώ παράλληλα καταφεύγει σε κουρασμένες και πολυχρησιμοποιημένες αφηγηματικές ευκολίες, όπως η αφήγηση της ιστορίας από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή, με φόντο τους πύργους. Αφήγηση που μοιάζει πάντως απαραίτητη, αφού ο Ζεμέκις αδυνατεί να ξεφύγει τελικά από την αποσπασματικότητα της ιστορίας του. Εκεί όμως που πραγματικά απογειώνεται η ταινία και ενδεχομένως εξιλεώνεται για κάποιες «αμαρτίες» της, είναι το τρίτο act. Όπου ουσιαστικά μεταμορφώνεται σε ένα ιδιότυπο heist movie, με όλους τους κώδικες του είδους παρόντες και την ένταση να εκρήγνυται, όταν η επιχείρηση διείσδυσης στους πύργους, και η προετοιμασία για την παράτολμη ενέργεια ξεκινούν. 

Και είναι στην κορύφωση της ταινίας και το τελευταίο εικοσάλεπτο που ο Ζεμέκις έχει την ευκαιρία να επιδείξει την σκηνοθετική μαεστρία του και η παραμυθένια στόφα της αφήγησης μοιάζει επιτέλους ταιριαστή. Όταν ο Πετί αρχίζει να περπατάει πάνω στο σκοινί, όταν συνειδητοποιεί το μεγαλείο της πράξης του, με μια ολόκληρη πόλη να τον παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα και αυτός νοιώθει την απόλυτη ελευθερία, την απόλυτη πράξη ομορφιάς που εκτέλεσε απέναντι σε κανόνες, σε αρχές, με μόνο του όπλο το πάθος στην απόλυτη, μεγαλειώδη κορύφωση ενός οράματος που γίνεται πραγματικότητα. Ο Ζεμέκις παραδίδει σεμινάριο σκηνοθετικής βιρτουοζιτέ, δίνοντας βάθος στα πλάνα του, δημιουργώντας υπέροχα την αίσθηση του κενού, καθώς νιώθουμε μαζί με τον Πετί τον απόλυτο θρίαμβό του, όχι μόνο απέναντι στην τέχνη του, αλλά και απέναντι σε αυτό που κάποιοι ονόμαζαν αδύνατο. 

Μακάρι και την υπόλοιπη ταινία να διακατείχε αυτό το απίστευτο πάθος των 20 τελευταίων λεπτών. Δυστυχώς, ο αγαπημένος δημιουργός στήνει την ιστορία του με μια υπερβολική ελαφρότητα στοχεύοντας σε ένα σινεμά ευχάριστο και ευκολοχώνευτο, που φαίνεται ωστόσο να μην ταιριάζει σε μια τόσο συγκλονιστική, σχεδόν απίστευτη, αλλά πραγματική ιστορία, της οποίας το μεγαλείο βλέπουμε να ξεδιπλώνεται μπροστά μας σαν θέαμα, αλλά όχι σαν βίωμα και αίσθημα. 

The Walk, του Robert Zemeckis (2015)

Διάρκεια: 123 λεπτά

Είδος: Περιπέτεια, Βιογραφία, Δράμα

1
Μοιράσου το