Scroll Top

Art Outside the Core

Θα σε παλέψω Θάνατε!

feature_img__tha-se-palepso-thanate
«Εδώ που ανταμωθήκαμε, χάρο δεν λογαριάζω/ κι αν θέλει ας έρθει να με βρει, μα εγώ δεν τον φοβάμαι». Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την τελευταία του δημόσια ομιλία ο καθηγητής και φιλόσοφος Δημήτρης Λιαντίνης, λίγες μέρες πριν από τη φυγή του. Με αυτό το κατάφωτο δημοτικό τραγούδι, το ολάνθιστο και ρωμαλέο λιανοτράγουδο, υποδέχτηκακι εγώ φέτος την αλλαγή του χρόνου, μοιράζοντάς το σε φίλους και γνωστούς με την ξέχειλη συγκίνηση μιας κοινωνούμενης «αλήθειας»· σαν να πρόκειται για τον υπέρτατο οδηγητικό κανόνα της ζωής. Κι είναι στ’ αλήθεια, αν και χιμαιρικό στον πυρήνα του, ένα υπέρλαμπρο ποίημα φωτός κι ανδρείας, που θα αρκούσε από μόνο του για να ξεδιπλωθούν επάνω του τόμοι και τόμοι φιλοσοφίας. Μαζί του σας καλωσορίζω λοιπόν στο 2019 και στο «Ερεβοκτόνο Ρόδι».

Μια καλή συνήθεια τέτοιες μέρες, αυτονόητη σίγουρα για τους περισσότερους, είναι να θέτουν στόχους και να καθορίζουν τις ελπίδες του καινούργιου χρόνου. Ας το επιχειρήσουμε λοιπόν με αυτό το άρθρο, το πρώτο του έτους. Τι ακριβώς θέλει να κάνει το «Ερεβοκτόνο Ρόδι»; Για να απαντηθεί ξεκάθαρα και με αρκετή σαφήνεια ένα τέτοιο ερώτημα, θα πρέπει να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.Έγραφα μερικούς μήνες πριν, πως όλα τα φαινόμενα της ύπαρξης συντελούνται κι αποκτούν υπόσταση προσδιοριζόμενα αποκλειστικά από την καταστροφή και το θάνατο· τον «ανεξύπνητο ύπνο» που γράφει κι ο σπουδαίος Σολωμός. Αυτό είναι και το πρώτο μεγάλο ερώτημα που αντικρίζει ο εκπεσών και δύστυχος άνθρωπος. Πως να παλέψεις την καταγωγική ορμή της ύπαρξης προς το θάνατο και το αναπόδραστο του μέλλοντος; Δεν υπάρχει παρηγοριά στον απέραντο καημό του θανάτου. Ο πρίγκηπας του Poe, ψυχικά διαμελισμένος μέσα στις αυταπάτες του, κρύφτηκε μα δεν γλίτωσε από την αδυσώπητη συντριβή του «Προσωπείου του Κόκκινου Θανάτου». Πως να αναμετρηθείς με την κόλαση που «πάντα άγρυπνη σου στήθηκε τριγύρω», για να χρησιμοποιήσω ξανά τον Σολωμό.

«Η Έβδομη Σφραγίδα» του Ingmar Bergman

Υπάρχει άραγε απάντηση; Απολύτως ναι! Ο Μέγας Έρωτας. Αυτό το θεϊκό κι ασεβές ζώο, το ευγενικότερο άστρο του σύμπαντος. Έρωτας σημαίνει ομορφιά κι αιώνια δόξα. Σημαίνει καταποντισμός του θανάτου. Κι αυτό το ανακάλυψε πρώιμα η Κλασσική Ελλάδα, προσφέροντας ένα αιώνιο μάθημα συνείδησης στον ανθρώπινο πολιτισμό. «Δαίμονα μέγα» τον αποκαλεί ο Πλάτων στο «Συμπόσιο», «μεταξύ θνητού κι αθανάτου». Κι αν κάποιος επισκεφτεί ένα Αρχαιολογικό Μουσείο -της Θεσσαλονίκης ήταν το κοντινότερο- θα προσέξει ειδώλια, αγάλματα και τραπεζοφόρα με τη μορφή του Έρωτα. Του Έρωτα θνητού ωστόσο, χωρίς φτερά κι υπερβατικές δυνάμεις, που στηρίζεται μονάχα σε μια ανεστραμμένη δάδα, που αποτελεί σύμβολο θανάτου. Έρωτας – νίκη θανάτου.

Στους μεγάλους τραγικούς και στην κουλτούρα του δυτικού πολιτισμού, η ερωτική βίωση συνυφαίνεται πάντοτε με τον αφανισμό και την καταστροφή. Διαφορετικά χάνει τη γνησιότητά του και γίνεται αντικείμενο κωμωδίας. Κι έχει ιδιαίτερη σημασία πως μόνο διαμέσου του θανάτου σαρκώνεται αληθινά η ευτυχία του έρωτα. Πολλές, πάμπολλες -χιλιάδες- οι περιπτώσεις. Ο έρωτας Γαίας κι Ουρανού στη μυθολογία μας, που δημιουργεί το σύμπαν αλλά ταυτόχρονα και την ακράτητη βία και οργή, μέχρι που ο λυσσασμένος Κρόνος κόβει τα γεννητικά όργανα του πατέρα του. Ο έρωτας της μοιχαλίδας Ελένης που οδηγεί στο δράμα του Τρωϊκού Πολέμου. Η Ιοκάστη με τον Οιδίποδα. Ο δυστυχής Ρωμαίος με την Ιουλιέτα του. Ο δόλιος Λάμπρος του Σολωμού με τη θυγατέρα του. Η τραγική Φιλίπποβνα αντίκρυ στον Ραγκόζιν και τον Πρίγκηπα. Ο Τρελός Pierrotτου Godard. Και με τη μέγιστη ακτινοβολία, ο υπέρλαμπρος κι αιώνιος Παρθενώνας, μια πανανθρώπινη αξία του έρωτα και ταφόπλακα του μεγαλύτερου πολέμου που γνώρισε η ανθρωπότητα, του Πελοποννησιακού.«Τι έρωτας, τι θάνατος δεν έχεις να διαλέξεις» γράφει ο Λιαντίνης μέσα από τη δημοτική μας ποίηση. Ή για να το δώσουμε για ακόμα μια φορά με την ουράνια αντίθεση, την ευγλωττία και την περίφημη αίγλη του μεγαλύτερού μας ποιητή: «Δάφνες εις κάθε πλάκα έχουν οι τάφοι/ και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μανάδες».

Οι πάναγνες φιγούρες των νεκρών εραστών στο έργο Frederic Leighton κι η αιώνια δυστυχία. Ο Ρωμαίος κι η Ιουλιέτα ενσαρκώνουν την ιερότερη αποστολή του ανθρώπου στην πορεία του προς το Φως.

Τι είναι όμως ο Έρωτας για τον άνθρωπο; Ο Freud στις «Τρεις Μελέτες για τη Θεωρία της Σεξουαλικότητας» αποφαίνεται πως υπάρχει μια έμφυτη ορμή στον άνθρωπο που εκδηλώνεται ως μια πλημμυρίδα σεξουαλικών αναγκών κι ενστίκτων κι εμφανίζεται με χαρακτήρα παρεμφερή με αυτόν της πείνας ή της δίψας. Η ορμή για τη λήψη της τροφής περιγράφεται με τη λέξη «πείνα». Η σεξουαλική ανάγκη περιγράφεται με τη λέξη «λίμπιντο». Κι εδώ θα πρέπει να γίνει μια μικρή υποσημείωση για να αποφευχθεί η σύγχυση ανάμεσα στον έρωτα και τη λίμπιντο. Ενώ η σεξουαλική ορμή (λίμπιντο) στρέφεται προς συγκεκριμένο αντικείμενο κι εκδηλώνεται πάντοτε κατά τον μεγάλο διανοητή με συγκεκριμένη μορφή (σεξουαλικός στόχος), ο έρωτας ως έκφανση των ανθρώπινων συναισθημάτων έχει μια πολύ πιο απροσδιόριστη υφή. Έρωτας σημαίνει «ορμή θανάτου» (Todestrieb) όπως θα γράψει με σαφήνεια στο «Πέρα από την Αρχή της Ευχαρίστησης». Δεν είναι λοιπόν τίποτα άλλο παρά το ηθικό και ψυχικό αντιμέτρημα του ανθρώπου με το θάνατο και γεννιέται ακριβώς από αυτήν τη διαλεκτική σχέση του ανθρώπου με το τέλος του. Κι ακριβώς αυτή η δομική διάκριση είναι που σχηματοποιεί το φαινόμενο του «Έρωτα» στην ολότητά του. Ενώ η ιερή «λίμπιντο» πραγματώνεται πάντοτε σε μια διαπροσωπική σχέση, ο έρωτας είναι ένας αυστηρά προσωπικός ρόλος που ενδύεται ο άνθρωπος για να καθησυχάσει το παράλογο της ύπαρξης του μπροστά στην αβάσταχτη απελπισία του μέλλοντος. Και μόνο τότε νοηματοδοτείται το παρόν του. Προφανώς είναι θεμελιωδώς αδύνατο να κατανοήσουμε την παραδοξότητα του ερωτικού μας ρόλου, εφόσον αυτός είναι που μας προστατεύει από το αιώνιο παράλογο και την ιλιγγιώδη δυστυχία και αυτοκαταστροφή. Και μόνο μέσα σ’ αυτήν την πελώρια αυταπάτη είμαστε ευτυχισμένοι, όπως ακριβώς μας διηγείται ο Camus και για Σίσυφο στο ρόλο που του όρισε ο Δίας.

Ο Έρωτας λοιπόν, σε αντίθεση με τη λίμπιντο, δεν είναι ποτέ φανερά διαπροσωπικός. Είναι κατάκτηση βαθύτατα εσωτερική. Θάνατος είναι το «Μηδέν» κι Έρωτας είναι το «Είναι». «Είναι» σημαίνει «Γνώση». Προσέξτε πως αρχίζει το τέταρτο Κεφάλαιο της Γενέσεως, ο «Κάιν κι ο Άβελ»: «Αδάμ δε έγνω Εύαν την γυναίκα αυτού». Ο Αδάμ «γνώρισε» την Εύα. Αυτή ακριβώς η γνώση, που αποδεικνύει πως υπάρχουμε, είναι η σπουδαιότερη προσφορά του έρωτα στο ανθρώπινο γένος. Μια προσφορά που δεν είναι ούτε στο πιο ελάχιστό της σημείο ιδιωφελής (όπως ακριβώς κι η γνώση). Ο Έρωτας νίκησε δια παντός τον Θάνατο, ακριβώς γιατί δεν είναι ιδιοτελής κι εγωιστικός. Γιατί φοβόμαστε τον Θάνατο; Γιατί αγαπάμε πολύ τη ζωή είναι η άμεση απάντηση. Τη δική μας όμως ζωή. Αυτό είναι η «ορμή προς διατήρηση του είδους», όπως θα μας πει ο Darwin. Αντίθετα ο έρωτας είναι ουσιωδώς εξωστρεφής και πανανθρώπινος. «Έρωτας σημαίνει πως είμαι κι είσαι κι είμαστε», θα μας πει πιο πρόσφατα ο Pablo Neruda που πλησίασε τον έρωτα ως το βάθος του. Κι ακριβώς αυτό το συναίσθημα, απέναντι στο μέγα έρεβος του θανάτου, εκφράζεται κι υλοποιείται μ’ έναν μονάχα τρόπο. Με την Τέχνη.

Η Ακρόπολη των Αθηνών, το ανεξίτηλο αποτύπωμα του Έρωτα απέναντι στο Θάνατο•η λαμπρή υπέρβαση της ύλης.

Από τους βίσωνες στις σπηλαιογραφίες της Αλταμίρα πριν από 30.000 χρόνια, μέχρι τα Ομηρικά Έπη και τους «Αδελφούς Καραμαζόφ», κι από το θείο Παρθενώνα μέχρι τις συμφωνίες του Mozart και τα αριστουργήματα του Orson Welles, ο άνθρωπος δημιουργεί για έναν και μόνο λόγο να φωνάξει πως υπάρχει. «Όσο αντέχουνε ακόμα τα τραγούδια, λιγότερο θανάσιμη γίνεται η μουγγαμάρα κι ο θάνατος θαρρείς μας τριγυρίζει πιο δειλά» γράφει ο Χριστιανόπουλος. Ο Ελύτης σε παρόμοιο ύφος θα μας πει πως «η ποίηση αρχίζει από εκεί που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος». Αν λοιπόν ο έρωτας είναι εκείνο το βαθύτατο συναίσθημα που μας δένει με την ανθρωπότητα, τότε πραγματώνεται μονάχα μέσω της Τέχνης, κατασκευάζοντας μια κιβωτό σωτηρίας και κατατροπώνοντας το Θάνατο. Και μέσα στο χωροχρόνο και το σύμπαν των Τεχνών ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ μόνος. Έρωτας – πηγή της Τέχνης. Έρωτας – νίκη Θανάτου. Ο λαμπρός Goethe ήταν αυτός που έκανε τη μεγαλειώδη σύνδεση μεταξύ των δύο στον περιώνυμο “Faust”: «Βοήθησέ μας Θεέ μου, γιατί η Τέχνη είναι μεγάλη και η Ζωή μικρή».

Η Ιστορία της Τέχνης είναι μια βιογραφία της σύγκρουσης Έρωτα-Θανάτου

Πράγματι. Το ανέκφραστο μυστήριο του Θανάτου, ο άνθρωπος δεν μπορεί να το ερευνήσει. Το είδε πρώτος ο Πλάτων και μετέπειτα ο μεγάλος Κάλβος στις «Ωδές» του. Κατόρθωσε όμως, με αμείλικτο θάρρος και ρωμαλέα ψυχή, να ψηλαφίσει ακροθιγώς τα αβυσσαλέα σκοτάδια του και να μεταμορφώσει το μέγα κλάμα σε τραγούδι. Τραγούδι που μόνο ο έρωτας γεννάει: «Γλυκιά είναι η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα». Ε λοιπόν, αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός κι η ευχή αυτής της στήλης για τον καινούργιο χρόνο και με αυτό ακριβώς θα ασχοληθεί. Κι αν έσβηνε κάποιος όλη την εργογραφία του Καβάφη, θα κρατούσα αποκλειστικά και μόνο ένα του ποίημα, που να λέει τα πάντα για το «Ερεβοκτόνο Ρόδι», τη «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου· ποιητού εν Kομμαγηνή 595 μ.X.»:

Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.

Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.—
Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάμνουνε —για λίγο— να μη νοιώθεται η πληγή.

Το μεγάλο τραγούδι της «Έβδομης Σφραγίδας»

Να έχετε μια υπέροχη χρονιά

βενσερέμος κι εις το επανιδείν

1
Μοιράσου το