Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Η Κασσάνδρα και ο λύκος, της Μαργαρίτας Καραπάνου

cover1-i-kassandra-kai-o-lykos-tis-margaritas-karapanou

Στο δάσος με τα συναισθήματα: Σημείωμα για το βιβλίο της Μαργαρίτας Καραπάνου «Η Κασσάνδρα και ο λύκος» που επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Στάθηκε η Κασσάνδρα στην άκρη του βράχου. Την φύσαγε ο άνεμος και η θάλασσα την ακράγγιζε, σιγανά, τρυφερά, μην την τρομάξει. Το φεγγάρι, σαν πελώριο αμπαζούρ άναψε στο στερέωμα. Καντήλι στο εικονοστάσι τ’ουρανού, άσβηστο. Και κανείς δεν την πιστεύει την Κασσάνδρα και κανείς δεν την αγαπάει με όλη του την καρδιά, μήτε που νιώθουν πως είναι από έρωτα φτιαγμένος ο κόσμος.

Αρκετά πια με τα παραμύθια, είπε μονάχη της. Καλύτερα ο λύκος, με τ’άγριο του στόμα. Κάποτε θα’ρθεί Κασσάνδρα, κάποτε θα’ρθεί, γιατί όχι απόψε, Κασσάνδρα, γιατί όχι απόψε;

Και ο λύκος την άκουσε που τον ζητούσε. Και εφάνηκε, με το πελώριο του το κουφάρι, βγαλμένος από τα παραμύθια που σκοτώνονται παντού στον κόσμο. Τα στήνουν στους μαντρότοιχους και τα πυροβολούν μες στα μάτια. Θάνατος κυκλώνει την Κασσάνδρα, θάνατος. Και εκείνη τα γράφει με το δάχτυλό της πάνω στο υγρό χώμα. Και με όλο της τον εαυτό συμμετέχει στο θαύμα του κόσμου και στην σκοτεινιά του. Τώρα πια δεν φοβάται, τώρα πια δεν φοβάται «Η Κασσάνδρα και ο λύκος».

Έτσι τιτλοφορείται εκείνο το πρώτο, συγκλονιστικό έργο. Σήμερα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, κρατώντας δικαιωματικά την Μαργαρίτα Καραπάνου στην πρώτη γραμμή των ποιητών που καθήλωσαν τις ζωές μας. Επειδή μέσα εκεί, θα βρείτε ιστορίες μαγικές, σαν τάχα να βρίσκεται κανείς εμπρός σε ίχνη παπουτσιών πάνω στην επιφάνεια του φεγγαριού. Επειδή μες στο βιβλίο που τάραξε τα νερά της εκδοτικής πραγματικότητας του 1980 και σήμερα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, ένα κορίτσι, μια γυναίκα από έρωτα εξαντλημένη και αθώα πολύ από λέξη σε λέξη λιώνει και από νοσταλγία. Μέσα της μεγαλώνει παράταιρα πράγματα. Έναν έρωτα, την απουσία, δυο λέξεις από το Παρίσι, στην άλλη άκρη της γραμμής. Μέσα της κλείνει τον Στάθη, τον Μίνωα, τους βάζει στα ποιήματα να μην σωθεί η θέασή τους η ιδανική. Στα παιδικά της τραγουδάκια, η Καραπάνου που εδώ και χρόνια μένει στην άλλη άκρη του κόσμου, θα βρει κανείς την υπερβολή, του σώματος υπεκφυγές ένα σορό, σκηνές καλοκαιριών πεπαλαιωμένες, ντυμένες με τη δροσιά του βιωμένου και του ωραίου. Μια πολιτεία διφορούμενη, μια καρδιά αθώα, σχεδόν παιδική, πίσω από τα κλειστά παντζούρια, στα ατέλειωτα μεσημέρια του καλοκαιριού, με την αλησμόνητη ζέστη, με τ’άγγιγμα, με τις θωπείες του ανέμου,με των σωμάτων την υγρασία που’ναι το είδος της μνήμης το πιο αισθητό. Σπίτια και χειρονομίες δίχως αντίκρισμα πια, μες στην προοπτική της εξάντλησης, μες στη δίνη της ενηλικίωσης.

Θα πρέπει να έχει διάθεση κανείς να παίξει ένα παιχνίδι, αν τάχα θελήσει να αναμετρηθεί με τούτο το βιβλίο. Έκανε πάταγο όταν πρωτοκυκλοφόρησε, αφού έμοιαζε και ήταν διαφορετικό, αινιγματικό, γεμάτο με μυστικά που θα παρέμεναν ανομολόγητα. Θα πρέπει να θέλει κανείς να παίξει ένα παιχνίδι. Έτσι λοιπόν, η Μαργαρίτα κουτρουβαλιάζεται στη σκάλα, οι βόλοι λέξεις κυλούν χάμω, τρέχουν να κρυφτούν πίσω από τα βαριά έπιπλα, μες στα σώματα, στις γωνιές των τοίχων, όπως τα σαμιαμίδια. Πρέπει να κλάψει κανείς για τους χαμένους βόλους, για τις αθωότητες που καίγονται, για όλα τα είδη της αγάπης που μνημονεύει η Μαργαρίτα, δοσμένη ποιος ξέρει σε ποιον άνεμο πια. Πρέπει να αντέχει κανείς να κομματιάζεται εκεί εμπρός του η αγάπη, με όλα τα είδη της, με όλες τις εκδοχές και τα φιλήματά της.

Πρέπει κανείς να συμφωνήσει με τον Τζέρομ Τσάριν, κριτικό των New York Times όταν γράφει.

Καμιά ανάλυση της «Κασσάνδρας και του λύκου» δεν μπορεί να εξηγήσει τη γοητεία και την αινιγματικότητα του βιβλίου. Πρώτο μυθιστόρημα της Μαργαρίτας Καραπάνου. «Η Κασσάνδρα και ο λύκος» είναι μια από τις σπάνιες δημιουργίες

γράφει ο Αμερικάνος κριτικός, «που γεννιούνται μυστηριωδώς, χωρίς κανένα προηγούμενο. Το βιβλίο είναι πρωτότυπο, τρομακτικό, χωρίς κανένα προηγούμενο», συμπληρώνει ο Τσάριν. Ολόκληρος που είναι ο θάνατος, γράφει ο Νίκος Καρούζος. Έτσι ολόκληρη είναι και η μνήμη που δίνει υπόσταση και λόγο ύπαρξης στις συγκλονιστικές πρόζες αυτού του ραγισμένου μυθιστορήματος. Αφήνει από κάθε του ρωγμή να πέσει άπλετο το φως, οι λέξεις του απλές, λαϊκές, προφορικές, μια ζωγραφική αποσπασμάτων.

Κανείς δεν μιλά για την Μαργαρίτα. Στέκει σε ένα σημείο πολύ απόμερο πια, μονάχη της ανάμεσα στις μεγάλες, τις πιο ταλαντούχες φωνές της εγχώριας λογοτεχνίας. Μόνο Φαντάσματα , το τσιγκέλι που κρεμά ο κόσμος τους παλιούς του εαυτούς, ένας νοσηρός ερωτισμός όπως εκείνοι που συνηθίσαμε μες στις αρχαίες τραγωδίες, με τον τσακισμένο τους κόσμο. Αυτή η εποχή που παραθέτει η Καραπάνου στις σελίδες της «Κασσάνδρας» της μοιάζει να καλύπτει τα πάντα, θυμίζει μέρος έρημο και τρομερό, τόσο ξεχασμένο από τον κόσμο, γεμάτο τόσο αδικοχαμένα πράγματα. Μια ολόκληρη ευρεσιτεχνία αισθήσεων παραμένει ζωντανή μες στις σελίδες του εμβληματικού αυτού έργου που σήμερα βρίσκει ξανά το δρόμο για τις καρδιές των αναγνωστών, υπό τη φροντισμένη, εκδοτική επιμέλεια του Καστανιώτη. Σε μια εποχή που η πρωτοτυπία γίνηκε πρωταρχική επιδίωξη, το παράδειγμα του κοριτσιού που μετράει τον καιρό με αγγίγματα και αφέλεια, παραμένει άφταστο. Στέκει κόντρα στην ρουτίνα που δίχως το στοιχείο του αυθεντικού δεν μπορεί παρά να κρατήσει την τέχνη μακριά από την ομορφιά. Η Μαργαρίτα Καραπάνου βρήκε έναν άλλο δρόμο , μια τέχνη με εφόδια ακατέργαστα βαλμένα πλάι στη φαντασμαγορία του βιωμένου και του αναπάντεχου. Ένας κόσμος στο βάθος του καθρέφτη, ή αλλιώς λουλούδια μες στη ζάχαρη.

Συλλογίζομαι τι ‘ναι εκείνο που καθιστά τόσο διαφορετικό του βιβλίο της Καραπάνου. Νιώθω πως έχει να κάνει με τ’ανθρώπινο που δικαιώνει τις μορφές και ενώνει τη ζωή με το συναίσθημα.Ίσως πάλι να είναι η πλαστική γλώσσα ή το παιχνίδι με τους βόλους που τόσο πεθύμησα να παίξω. Πάντα είναι τούτο το σμίξιμο του στοχασμού με την καρδιά που φανερώνει την παιδικότητα του κόσμου και με κάθε τρόπο την υπερασπίζεται.

Η Κασσάνδρα και ο λύκος, της Μαργαρίτας Καραπάνου

Εκδόσεις Καστανιώτη
σελ. 192

2
Μοιράσου το