Ένας υπόγειος χώρoς λίγων τετραγωνικών, γεμάτος έμπνευση, χρώματα και καθαρή αγάπη για τη ζωγραφική στην περιοχή της Τούμπας είναι μια αφορμή για να δεις με άλλα μάτια μια ιδιότυπη ζωγραφική. Μια ιδιαίτερη τεχνική εξπρεσιονιστικού τύπου είναι αυτό που εντυπωσιάζει μιας και θυμίζει πολύ έντονα την ινδουιστική φιλοσοφία. Μπαίνοντας σ’αυτό το εργαστήρι τα συναισθήματα ποικίλουν. Από τη μια μεριά ο Πέτρος Γκοσιόπουλος, ζωγράφος και ιδιοκτήτης αυτού του χώρου σε κάνει να αισθανθείς άνετα, καθώς υπάρχει πάντα ένα ποτήρι τσάι για σένα για καλωσόρισμα και από την άλλη οι μυρωδιές από τα χρώματα, τα λαδοπαστέλ και τα αναμμένα στικς δημιουργούν ένα κατανυκτικό κλίμα. Η διακόσμηση του χώρου προκαλεί ένα δέος αφενός από το τεράστιο μέγεθος των έργων αφετέρου από την ανατολίτικη διακόσμηση που θυμίζει ινδουιστικό χώρο συγκέντρωσης και φιλοσοφίας.
Άλλαι Τέχναι
Το τελευταίο επεισόδιο της σειράς είναι μάλλον το λιγότερο ενδιαφέρον από τα πρώτα τρία του δεύτερου κύκλου, εντούτοις μας επιτρέπει να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα για την έως τώρα πορεία της και να σχολιάσουμε τις εξελίξεις. Πρώτα από όλα, «επιλύεται» το cliffhanger με τον χαρακτήραπου υποδύεται ο ColinFarrell.
Οι Naxatras είναι τρία ταλαντούχα νέα παιδιά από τη Θεσσαλονίκη με ωραίες ιδέες, μεγάλη όρεξη και πολύ μεράκι για μουσική. Τους άκουσα για πρώτη φορά τον Μάϊο στο Eightball, όταν άνοιξαν την συναυλία των The Atomic Bitchwax και χάρηκα ιδιαίτερα που η συνήθειά μου να πηγαίνω από νωρίς στα live για να στηρίζω και να ακούω συγκροτήματα της τοπικής σκηνής, τα οποία υπό άλλες συνθήκες πολύ πιθανόν να μην μάθαινα ποτέ, δικαιώθηκε στο έπακρο.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που κάνουν τα πορτραίτα του Alessio Albi μοναδικά. Η αριστοτεχνική χρήση του φωτός, οι ιδιαίτεροι χρωματικοί τόνοι και η αλληλεπίδραση που υπάρχει τις περισσότερες φορές ανάμεσα στα μοντέλα του και τα στοιχεία της φύσης είναι μόνο κάποια από αυτά.
Tο αντιπολεμικό δράμα του Ζάζα Ουρουσάντε «Μανταρίνια» μας προσκαλεί στις καλοκαιρινές αίθουσες για 87 λεπτά ομορφιάς, ανθρωπιάς και αδελφότητας μέσα στον κοινωνικό σπαραγμό.
Το αποτέλεσμα της συνύπαρξης του ιταλικού ταμπεραμέντου με την κελτική ιδιοσυγκρασία δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα λιγότερο από εκρηκτικό. Μία έκρηξη που πρωτοδημιουργείται στο μυαλό του καλλιτέχνη, διασπάται στον χώρο του και καταλήγει να ξεσπά στο καλλιτεχνικό του έργο.
SPOILER ALERT Το δεύτερο επεισόδιο εξακολουθεί να υφαίνει τον ιστό του μυστηρίου. Ταυτόχρονα, συνεχίζει την κατάβαση στις προσωπικές σκέψεις και τα βάσανα του εκάστοτε χαρακτήρα. Η σκηνοθεσία του Justin Lin έχει τη χαρακτηριστική βιομηχανική αύρα που συνδυάζεται ταιριαστά με τα υπέροχα χρώματα. Τα συγκεκριμένα υλικά αποτελούν τη βάση του επεισοδίου και κατ’ επέκταση το μοτίβο της σεζόν. Αντιλαμβανόμαστε ότι έτσι θα πάει το πράγμα. Εκείνο που δεν κατορθώσαμε να προβλέψουμε ή να ψυχανεμιστούμε είναι η κατάληξη του επεισοδίου. Ο Velcoro στο πάτωμα, θανάσιμα (;) χτυπημένος από τη μυστηριώδη φιγούρα-πουλί. Τα σκάγια του shotgun διαπερνούν το κορμί του. Σκλήρυνε απότομα το παιχνίδι.
Η στέγη της Ευρώπης θεωρείται το Λευκό Βουνό ή, όπως είναι πιο γνωστό, το Mont Blanc. Αυτή τη μεγαλοπρέπεια επιχείρησε να αποτυπώσει με ειδικό εξοπλισμό μια ομάδα παθιασμένων κι ονειροπόλων φωτογράφων. Μετά από μια αποστολή δύο εβδομάδων σε υψόμετρο 3500 μέτρων, στους -10°C και πεζοπορία μίας ώρας στον παγετώνα, η ομάδα συγκέντρωσε 70.000 φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης συνολικού όγκου 46 terabytes.
Ο John Garcia είναι αναμφισβήτητα μια από τις μεγαλύτερες, αντιπροσωπευτικότερες και αξιοσέβαστες φωνές του desert/stoner rock˙ στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν αληθινό «γερόλυκο» ή, για να είμαι περισσότερο εντός κλίματος, για ένα μοναχικό κογιότ του είδους, αφού ήδη από τις αρχές των 90s μαζί με τους Kyuss, στην ουσία δημιούργησαν το συγκεκριμένο μουσικό ιδίωμα, επηρεάζοντας από τότε τον ήχο αμέτρητων συγκροτημάτων κι αλλάζοντας ριζικά τον χάρτη του rock.
Ο David Leventi, μόνιμα εγκατεστημένος στις Η.Π.Α., αποφάσισε να ταξιδέψει στη χώρα του προπάππου του, παρακινούμενος από μαρτυρίες του πατέρα του και της γιαγιάς του για τη ζωή στη Ρουμανία του Τσαουσέσκου. Το χωριό του έμοιαζε σα να έχει παγώσει στο χρόνο. Το μόνο που του θύμιζε, σε ποιον αιώνα ζούσε, ήταν ένα αλουμινένιο ποτήρι με τα αρχικά γνωστού αμερικανικού αναψυκτικού. Επισκέφτηκε φυσικά και τις φυλακές Sighet, εκεί όπου άφησε την τελευταία του πνοή ο προπάππους του. Εκεί έμαθε πως υπήρξε γερουσιαστής κι εκδότης εφημερίδας. Μπόρεσε να δει το κελί του, με τη φωτογραφία του ακόμα κρεμασμένη στον τοίχο – η ίδια φωτογραφία βρίσκεται πάνω από το κρεβάτι της γιαγιάς του.