Ο Stephen King επιστρέφει δυναμικά με το «Μόνο αν μυρίζει αίμα», μία συλλογή από τέσσερις ανέκδοτες νουβέλες που θα γοητεύσουν κάθε πιστό αναγνώστη αλλά και θα κερδίσουν τις εντυπώσεις όσων πρωτοξεκινούν το ταξίδι τους στον μαγικό κόσμο του Βασιλιά. «Αν υπάρχουν πράγματι φαντάσματα», είπε η κυρία Χάργκενσεν, «στοίχημα ότι δεν είναι όλα άγια».
Χαρά Πρωτόπαπα
«Με λένε Κανένα και δεν νιώθω Τίποτα».
«Ο διάβολος είναι εδώ» είπε χτυπώντας το στήθος του «επωάζεται μέσα μας. Είναι αυτό που είμαστε, άμα μας απογυμνώσεις από τις στολές, τους βαθμούς και τους τίτλους».
«Ο πόνος μου είναι συνεχής και κοφτερός και δεν εύχομαι έναν καλύτερο κόσμο για κανέναν. Στην πραγματικότητα, θέλω ο πόνος μου να περάσει και στους άλλους. Δε θέλω κανένας να ξεφύγει.»
«Καμιά φορά τους χειμώνες όταν η θάλασσα έμοιαζε να βαθαίνει και να σκοτεινιάζει, κυκλοφορούσαν φήμες για άλλες κραυγές. Κραυγές που ακούγονταν από τη θάλασσα, κραυγές παιχνιδιάρικες και δελεαστικές. Αν και μπορεί να ήταν απλώς λόγια. Μπορεί να ήταν απλώς ο άνεμος που φυσούσε».
«Γιατί όχι; Θα ‘χει πλάκα… Λίγη περιπέτεια ίσως να τους ξυπνούσε.»
«Και ίσως το πιο τρομακτικό απ’ όλα τα ερωτήματα να είναι το πόση φρίκη μπορεί ν’ αντέξει ο ανθρώπινος νους, διατηρώντας παράλληλα μία άγρυπνη, παντεπόπτρια, ανηλεή εχεφροσύνη».
«Εγώ, η τεθλιμμένη χήρα. Ας γελάσω.»
«Παρ’ όλα αυτά, ο άνδρας είχε προσπαθήσει. Είχε κυνηγήσει τη σκιά μέχρι που δεν άντεχε πια.»
«Ο θάνατος μου φαινόταν σαν λόμπι ξενοδοχείου. Μια πολιτισμένη, καλοφωτισμένη αίθουσα στην οποία μπορούσες να μπεις ή να φύγεις με ευκολία.»