To 1986, οκτώ χρόνια μετά το ξεκάθαρα μπεργκμανικό “Interiors”, ο Woody Allen βρίσκεται και πάλι σε ινγκμαρική διάθεση (όπως θα διαφανεί και την επόμενη χρονιά, με το “September”). Χρησιμοποιώντας μία αφηγηματική πλατφόρμα που κλείνει το μάτι στη δομή του «Φαννύ και Αλέξανδρος» (1984) και επιλέγοντας ένα τίτλο που παραπέμπει στο θρυλικό «Ο Ρόκο και τα αδέρφια του» (1960), από τον Luchino Visconti, ο Woody θα παραδώσει την πιο πολυσχιδή του ταινία. Αντί για χριστουγεννιάτικα δείπνα, όπως στην ταινία του Bergman, ο Woody θα συγκεντρώσει την κομπανία του γύρω από τραπέζι της Γιορτής των Ευχαριστιών. Και θα υμνήσουν όλοι μαζί την αιωνίως ατελή, τρωτή και λειψή ανθρώπινη φύση τους. Μπλεγμένοι σε ένα, εργοστασιακών προδιαγραφών, γαϊτανάκι αστοχιών, παραπλανήσεων και εναγκαλισμών της απολαυστικής ματαιότητας.
Aureliano Buendia
Το 1988, ο Krzysztof Kieślowski αναλαμβάνει να γυρίσει δέκα ωριαίες τηλεταινίες για λογαριασμό της πολωνικής τηλεόρασης. Στο πλευρό του έχει τους συνεργάτες που θα τον συντροφεύσουν σε όλη του την καριέρα, τον Krzysztof Piesiewicz στο σενάριο και τον Zbigniew Preisner στο μουσικό score.
O αυθεντικός γαλλικός τίτλος της έκτης μεγάλου μήκους ταινίας του Martin Provost εγκολπώνει πολύ πιο περιεκτικά το νόημά της, σε σύγκριση τουλάχιστον με την ελληνική απόδοση του «Μικρά βήματα».
Αμερική, δεκαετία του ’50. Σε απόσταση αναπνοής από την ευφορία της νίκης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την ευρωστία μίας ρωμαλέας οικονομίας, τη γενικευμένη χαρωπή διάθεση ελέω baby boom και το ζαχαρένιο κέφι μίας εποχής που χουζουρεύει στο συντηρητικό της κουκούλι, βρυχώνται διάφοροι παράλληλοι κόσμοι.
Η Elizabeth Sloane μας συστήνεται ευθύς εξαρχής, χωρίς πολλές περιστροφές και με απειροελάχιστο χώρο για παρερμηνείες ή παρεξηγήσεις. Σκοπός της ζωής της είναι να κερδίζει, όντας εθισμένη στη φλόγα της μάχης. Το μυαλό της δεν είναι απλώς τετράγωνου σχήματος.
Το 7ο Φεστιβάλ Θερινού Κινηματογράφου της Αθήνας, σε συνεργασία με το British Council, παρουσιάζει για πρώτη φορά στη χώρα μας ένα αφιέρωμα στο genre του γοτθικού τρόμου made in Britain, προβάλλοντας σε ψηφιακά αποκατεστημένες κόπιες μερικά από τα αριστουργήματα του είδους.
Το μυθιστόρημα «Το δείπνο», του Ολλανδού συγγραφέα Herman Koch, γράφτηκε το 2009 και μέσα σε μόλις 8 χρόνια έχει προλάβει (πέρα από το να πουλήσει εκατομμύρια αντίτυπα και να μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες) να μεταφερθεί στο κινηματογράφο 3 φορές! Τον χορό άνοιξε ο -συμπατριώτης του Koch – Μένο Μέγιες, το 2013, ο οποίος διατήρησε τον αρχικό τίτλο, για να πάρει τη σκυτάλη ο Ιταλός Ιβάνο ντι Ματέο, την επόμενη χρονιά, με το “I Nostri Ragazzi” («Τα δικά μας παιδιά», ελληνιστί).
Πολωνία, 1945, στα απόνερα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ένας κόσμος θαρρείς λουσμένος επί μονίμου βάσεως σε ένα παρατεταμένο σκοτάδι, σε μία νυχτιά που δεν λέει να ξημερώσει. Η φρίκη είναι ακόμη νωπή, το μούδιασμα κυριαρχεί. Όπως και η αμφιβολία για το αν μπορεί να φυτρώσει ξανά η (οποιαδήποτε) ελπίδα. Μία Γαλλίδα νοσοκόμα, ιδεολογικά προσηλωμένη στο κόκκινο, αλλά χωρίς την παραμικρή αρτηριοσκλήρυνση, παρεκκλίνει από το πρωτόκολλο της αποστολής της, όταν συγκινείται από ένα απρόσμενο κέλευσμα για βοήθεια.
Ο Olivier Assayas συνεργάζεται για δεύτερη φορά με την Kristen Stewart, μετά το “Clouds of Sils Maria” (2014), σε μία ταινία που κέρδισε (εξ ημισείας με την υπέροχη “Graduation” του Cristian Mungiu) το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο περασμένο Φεστιβάλ των Καννών, αλλά έμεινε στην ιστορία ως η ταινία που εισέπραξε τα πιο έντονα γιουχαρίσματα εδώ και χρόνια στην Croisette. Το “Personal Shopper” συνιστά μία εξ ορισμού ακατάτακτη ταινία, όχι όμως επειδή καμία ταμπέλα δεν μπορεί να την χωρέσει, αλλά επειδή η ίδια αδυνατεί να βρει συνταγμένες, ταυτότητα και προσανατολισμό.
Με αφετηρία το 1952, κάθε δέκα χρόνια διοργανώνεται μία ψηφοφορία από το βρετανικό κινηματογραφικό περιοδικό Sight and Sound, με σκοπό τον σχηματισμό μιας λίστας με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Μαντέψτε ποια ταινία θα φιγουράρει στο νούμερο ένα του σχετικού καταλόγου μέχρι το 2022…