Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Star Wars: The Last Jedi, του Rian Johnson

feature_img__star-wars-the-last-jedi-tou-rian-johnson
Δύο χρόνια μετά την μεγάλη επιστροφή του franchise που συγκίνησε τρεις γενιές, δημιούργησε μία θρησκεία και προσέφερε μία υπέροχη σύνταξη στον George Lucas, ο Πόλεμος των Άστρων επιστρέφει με τους «Τελευταίους Jedi». Δύο χρόνια μετά το «Force Awakens» που ακόμα διχάζει το κοινό για το αν ήταν αντιγραφή ή φόρος τιμής το Falcon επιστρέφει. Και ο ενθουσιασμός είναι διπλός, διότι η ταινία έκανε πρεμιέρα στην ώρα της, μιας και δε γύρισε νέα ταινία ο Παπακαλιάτης. Μία όμως παράκληση. Επειδή, ο «Πόλεμος των Άστρων» είναι ένα πάθος και κάθε πάθος πρέπει να βιώνεται προσωπικά αιτείται να επιτραπεί η χρήση του α΄προσώπου. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν.

Το δεύτερο μέρος αρχίζει όταν η Ρέι συναντάει τον ερημίτη Jedi Λουκ Σκάιγουοκερ και ξεκινάει στο πλάι του τη δύσκολη εκπαίδευση πάνω στα αρχαία μυστήρια της Δύναμης. Ο τελευταίος αισθάνεται ότι δεν γνωρίζει τα πάντα για αυτήν, ενώ και η Ρέι πασχίζει να επαναφέρει στη μάχη τον Λουκ. Την ίδια ώρα, οι επαναστατικές δυνάμεις βάλλουν οργανωμένα κατά του στόλου του Πρώτου Τάγματος, ευρισκόμενες βέβαια σε δεινή θέση, και με τη μαζική επίθεση του στόλου για την κατάκτηση του γαλαξία να εκκρεμεί.

Ο Rian Johnson, ένας ταλαντούχος και ελπιδοφόρος σκηνοθέτης που ξεχώρισε με το πρωτότυπο νέο-νουάρ “Brick” (με τον απαράδεκτο ελληνικό τίτλο «Έγκλημα στο Κολέγιο») και με το δυστοπικό “Looper”,διαδέχεται στη σκηνοθετική καρέκλα τον “J.J.” Abrams. Και η αλήθεια είναι πως δεν τα πηγαίνει άσχημα. Αποφεύγει τις εύκολες και ασφαλείς επιλογές που έκανε ο προκάτοχος του, ρισκάρει και διαλέγει μία διαφορετική τροχιά. Δεν διάλεξε να αναπροσαρμόσει για τη νέα γενιά το πέμπτο μέρος. Έκανε ένα έργο πιο σκοτεινό και όχι τόσο παιδικό που η επανάσταση δεν είναι ευχάριστη και από τα πρώτα λεπτά κόσμος πεθαίνει στο όνομα της. Προσέγγισε σε βάθος τους πρωταγωνιστές τους, ανιχνεύοντας τα ψυχολογικά τους ελατήρια και δείχνοντας πως το καλό και το κακό βασιλεύει μέσα μας και αποτελεί μία ασταμάτητη μάχη, η οποία μπορεί να παρασύρει και τους καλύτερους. Μάλιστα, ο Johnson ξεπερνάει εντελώς το μανιχαϊστικό στοιχείο του παλιού «Πολέμου των Άστρων» με το έξυπνο εύρημα της μεταξύ της σχέσης του Κάϊλο Ρεν και της Ρέϊ. Ενώ, παράλληλα δημιουργεί δύο υπέροχες μάχες, που ερεθίζουν τον αμφιβληστροειδή. Ειδικά η δεύτερη σκηνή μάχης σε συνδυασμό με τις κόκκινες παλέτες ενθουσιάζει και θυμίζει ζωγραφικό πίνακα του πολέμου.

Όμως το δεύτερο μέρος έχει ένα μεγάλο ελάττωμα. Αδυνατεί να σε κάνει να ταυτιστείς και να σε συμπαρασύρει στη δίνη του διαστήματος. Κι αυτό διότι ο «Πόλεμος των Άστρων» ήταν ένα χαρακτηροκεντρικό franchise. Δεν ήταν το βάθος του αυτό που τον έκανε ξεχωριστό. Ήταν ότι ξεχείλιζε coolness από τους χαρακτήρες του. Μέχρι και ο Λουκ Σκαιγουοκερ που ήταν λίγο φλώρος, σε άγγιζε με την αθωότητα του και τον ενθουσιασμό του. Στον παλιό «Πόλεμο των Άστρων» πρωταγωνιστούσαν ο υπέροχος Χαν Σόλο, η δυναμική και γοητευτική Πριγκίπισσα Λία (που έκανε τα κουλούρια Θεσσαλονίκης αντικείμενο του πόθου) και ο καλύτερος κακός στην ιστορία του κινηματογραφικού σύμπαντος. Από δεύτερους χαρακτήρες είχες το Γιόντα που έκανε cool το να μιλάς ανάποδα, το Τζάμπα δε Χατ που σε κέρδιζε παρόλο που είχε όνομα πιτσαρίας και τον τρομακτικό Νταρθ Σίντιους που απεδείκνυε πως η ακμή δεν είναι εμπόδιο για να γίνεις ο καλύτερος Σιθ στον κόσμο.

Ο νέος όμως Πόλεμος των Άστρων, είναι σαν το Γιωργάκη Παπανδρέου. Δεν αρκεί μόνο το όνομα. Οι νέοι χαρακτήρες δεν είναι τόσο ενδιαφέροντες, ενώ κάποιοι από τους παλιούς εξελίχθηκαν λάθος. Στο «Οι Τελευταίοι Jedi» δεν υπάρχει έναν άξιο ανταγωνιστή που προκαλεί τρόμο. Ο Κάϊλο Ρεν αναλώνεται πάλι στα εφηβικά του ξεσπάσματα αναζητώντας λίγη αγάπη. Μπορεί η σκιαγράφηση του να είναι διεισδυτική και ανθρώπινη, αλλά δέος και τρόμο δεν μπορεί να εμπνεύσει ένας κακός με κουταβίσιο βλέμμα. Από την άλλη ο Σιθ Σνουκ είναι τρομακτικός μιας και τη φωνή του τη δανείζει ο υπερταλαντούχος Andy Serkis (Γκόλουμ, Κινγκ-Κονγκ και Σίζαρ στον «Πλανήτη των Πιθήκων») αλλά δεν αξιοποιείται σωστά. Και δεν τον βλέπουμε ποτέ να μάχεται! Τι να τον κάνεις ένα τέτοιο Σιθ; Μόνο για ευρωβουλευτής είναι χρήσιμος. Τέλος, δεν θεωρείται καν άξιος αναφοράς o Στρατηγός Χαξ που ερμηνεύεται από το βίσμα Domhnall Gleeson. Είμαι σίγουρος πως αυτός ο χαρακτήρας υπάρχει, γιατί το ζήτησε ο Brendan Gleeson ώστε να εμφανίζεται στην ταινία ο γιος του.

Από την άλλη ως προς τους βασικούς ήρωες δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο υπάρχει σε αυτό το φιλμ ο χαρακτήρας του John Boyega, αυτής της κακής ρέπλικας του Ντένζελ Γουάσινγκτον. Ως χαρακτήρας είναι αδιάφορος, ως ηθοποιός είναι ανίκανος και ο μόνος λόγος ύπαρξης του στην ταινία είναι για να προχωράει την πλοκή. Είναι τόσο αδιάφορος που και ο ανταγωνιστής του ο κάπτεν Φάσμα γίνεται και αυτός αδιάφορος, επειδή παλεύει μαζί του. Εδώ υπερβάλλω, μπορεί να ήταν και από μόνος του. Κρίμα για την Μπριέν του Ταρθ. Επίσης, μιας και μίλησα για ρέπλικες. Γιατί υπάρχουν αυτά τα μείγμα minions και baby groot ζωάκια στην ταινία; Τα Porgs. Ήθελαν να βάλουν τον Τζαρ-Τζαρ Μπινγκς αλλά αρνήθηκε και συμβιβάστηκαν με κάτι εξίσου εύκολο και αδιάφορο; Αλλά αυτό που με απογοήτευσε περισσότερο ήταν η τόσο μεγάλη μεταστροφή του Λουκ Σκάιγουόκερ. Θα μου πείτε λογικό, εδώ προβλημάτισε τον ίδιο τον Mark Hamill. Η αλήθεια είναι πως προκαλεί ενδιαφέρον η σκοτεινή μεταστροφή του. Όμως, γιατί πρέπει να περάσει μία ώρα με άσκοπη ψυχανάλυση του ήρωα για συνεχίσει η ταινία την εξέλιξη της; Οικογενειακές ιστορίες κατέντησε ο «Πόλεμος των Άστρων». Και επίσης, γιατί εξελίχθηκε σε τόσο κακό δάσκαλο ο Λουκ; Ήταν τόσο καλός μαθητής. Μπορεί να είναι ο “Bane” Prelević των Τζεντάϊ. Πραγματικά, ότι μαθαίνει η Ρέι, το μαθαίνει μόνη της. Αυτός κάθεται απλά δίπλα της και παραπονιέται. Εδώ δυστυχώς απουσιάζει η ηρεμία και το κωμικό στοιχείο του Alec Guinness.

Σε μεγάλο όμως βαθμό διατηρείται υψηλά το επίπεδο της ταινίας χάρης στην επιλογή καλών ηθοποιών (ως προς του περισσότερους ρόλους). Ο Benicio Del Toro είναι για ακόμη μια φορά απίστευτος και απολαυστικός, σε ένα ρόλο που σε άλλο ηθοποιό θα περνούσε απαρατήρητος, ο Oscar Isaac ενσαρκώνει τέλεια τον αλαζόνα πιλότο, ενώ η Carrie Fisher ως στρατηγός- ρεμπέτισσα που οδηγεί την επανάσταση είναι υπέροχη και συγκινητική. Ας είναι καλά εκεί που βρίσκεται. Ο Adam Driver είναι τέλειος γι’ αυτό το ρόλο, ενώ γεμίζει με φρεσκάδα και ορμή το χαρακτήρα της Ρέι η Natalie Portman. Δηλαδή, η Keira Knightley. Εννοώ η Daisy Ridley. Δεν θα μιλούσαμε όμως για «Πόλεμο των Άστρων» χωρίς τη μαεστρία του John Williams, ο οποίος επέστρεψε για τις ανάγκες της νέας τριλογίας ενώνοντας το παλιό με το νέο. Να είναι καλά ο άνθρωπος, να συνθέτει μέχρι τα διακόσια του.

Παρά όμως τα κάποια θετικά στοιχεία ένα ερώτημα συνεχίζει να στροβιλίζει στο μυαλό μου. Τι έχει να προσφέρει αυτή η νέα τριλογία στο μύθο του «Πολέμου των Άστρων»; Μήπως τίποτα; Μήπως απλά τον εξασθενεί και τον μειώνει; Κατά τη φτωχή μου γνώμη παρά τον ευχάριστο χρόνο που πέρασα στην κινηματογραφική αίθουσα καλύτερα θα ήταν η οικογένεια Σκάιγουοκερ να είχε ζήσει καλά και εμείς καλύτερα.

Star Wars: The Last Jedi, του Rian Johnson
Είδος: Δράση, Περιπέτεια, Φαντασία
Διάρκεια: 152'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

_
Στάθης Κόλιας
- γράφει για το Artcore
1
Μοιράσου το