Scroll Top

Art Outside the Core

Σκοτώστε τις εικόνες! Μέρος Α: Η Ωραία Ελένη και ο Προφήτης: H εικόνα ως ακύρωση του υπερβατικού

feature_img__skotoste-tis-eikones-meros-a-i-oraia-eleni-kai-o-profitis-h-eikona-os-akirosi-tou-iperbatikou
Στις 7 Ιανουαρίου 2015, γύρω στις 11:30 δύο φανατικοί μουσουλμάνοι τρομοκράτες εισέβαλαν στα γραφείου του περιοδικού Charlie Hebdo στο Παρίσι και εκτέλεσαν εν ψυχρώ οκτώ εργαζόμενους στο περιοδικό.

Οι σκιτσογράφοι του περιοδικού, που ανήκει στην μακρά παράδοση της πολιτικής σάτιρας στην Γαλλία, εκεί όπου η ελευθερία του λόγου σημαίνει ακόμη κάτι, διακωμωδούσαν στις σελίδες του μεταξύ πολλών άλλων και τον προφήτη Μωάμεθ τοποθετώντας τον στο κέντρο διαφόρων κωμικών καταστάσεων. Οι δολοφόνοι υποκινήθηκαν, όπως και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, από την επιθυμία τους να εκδικηθούν την συνεχή προσβολή του προσώπου του προφήτη εκδηλώνοντας έτσι την ευλάβεια και την βαθειά πίστη τους. “Έχουμε εκδικηθεί την προσβολή κατά του προφήτη Μωάμεθ. Σκοτώσαμε τον Charlie Hebdo!“, ούρλιαζαν φεύγοντας, πυροβολώντας στον αέρα.

Σε πρηγούμενες επιθέσεις κατά εντύπων και καλλιτεχνών γίνονται αναφορές στην προσβολή της τιμής του Ισλάμ, αλλά κυρίως του ίδιου του προφήτη. Η γελοιοποίηση δεν στοχεύει φυσικά την ουσία της θρησκείας ή τα θρησκευτικά σύμβολα του Ισλάμ, αλλά τις ακραίες εκφάνσεις της πίστης των φανατικών ηγετών ή πιστών σε ανατολή και δύση. Αυτούς δηλαδή που διατείνονται ότι εφαρμόζουν τον θεϊκό λόγο μέσω υποκειμενικών αναγνώσεων των ιερών κειμένων, μετατρέποντας μια θρησκεία σε φασιστική ιδεολογία, σε φυλακή για τους πιστούς και υπόσχεση κόλασης για τους απίστους: την ανθρώπινη βλακεία μεταμφιεσμένη σε 'βούληση του Θεού'.

Ο φανατισμός των φονταμενταλιστών λειτουργεί συγκαλυπτικά απέναντι στην παντελή απουσία του Θείου: o προφήτης είναι το όχημα του Θεού, οι πράξεις των φανατικών γίνονται η κινητήρια δύναμη αυτού του οχήματος, η βία τους είναι για εκείνους η ίδια η οργή του Θεού. Όπως ο Θεός τιμωρός της Παλαιάς Διαθήκης κατακαίει τα Σόδομα και τα Γόμορα, έτσι κι εκείνοι φλέγονται από πόθο να γίνουν η τιμωρητική φωτιά του δικού τους Θεού. Το να διατείνεσαι ότι το κακό που προξενείς είναι η καθαρή βούληση του Θεού σου εκτός από ψυχασθένεια είναι και απίστευτη ιεροσυλία, για όσους είναι πραγματικά ευσεβείς.

Όπως και για την βία των μαχητών του Ισλάμ, έτσι και για την απεικόνιση του προφήτη του δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των διαφόρων αιρέσεων και δογμάτων. Στο Κοράνι υπάρχουν συμπληρωματικές οδηγίες που απαγορεύουν τις παραστατικές απεικονίσεις γενικά και, ειδικότερα, κάθε οπτική αναπαράσταση του προφήτη. Η εικονοκλαστική αυτή απαγόρευση δεν εμπόδισε την εμφάνιση διαφόρων εικόνων του σε πολλές περιοχές του Αραβικού κόσμου. Και δεν είναι το Ισλάμ η μόνη θρησκεία που επέβαλε παρόμοιες απαγορεύσεις με παρόμοια προσχήματα. Η περίοδος της εικονομαχίας στο Βυζάντιο (730-787) στόχευσε τη θρησκευτική απεικόνιση με την αιτιολογία οτι η αναπαράσταση του Θείου οδηγεί σε ειδωλολατρεία.

Για τους λαούς της Μεσογείου, που παρά το μακραίωνο παγανιστικό παρελθόν τους ασπάστηκαν ή υπέκυψαν τελικά στον Χριστιανισμό, δεν ήταν πολύ δύσκολο η λατρεία του σημαινομένου να ταυτιστεί με την λατρεία του σημαίνοντος: η εικόνα να αποκτήσει ιερότητα καθεαυτή, ως είδωλο. Στα 1530, ο Ερρίκος Η της Αγγλίας, κατά την προσπάθεια απότιναξης του καθολικού ζυγού συνόδευσε την συστηματική κατάλυση των μοναστηριών με μια εκστρατεία καταστροφής του εκκλησιαστικού διακόσμου και κάθε έργου θρησκευτικής τέχνης. Το ίδιο συνέβαινε σε ολόκληρη τη βόρεια και δυτική Ευρώπη την εποχή της προτεσταντικής μεταρρύθμισης (Βέλγιο, Ολλανδία, Βόρεια Γαλλία, Δανία, Ελβετία, Γερμανία, Σκωτία).

Τον 17ο αιώνα, η επανάσταση του Oliver Cromwell εγκαινιάζει νέα εποχή εικονοκλαστικής βίας στην Αγγλία: το μεγαλύτερο μέρος της εικαστικής παραγωγής από τον Μεσαίωνα ως τον 17ο αιώνα θα καταστραφεί ολοκληρωτικά ή θα φθαρεί ανεπανόρθωτα.

Τους επαναστάτες-καταστροφείς που υποκινούνται απο την ακραία ιδεολογία τους θα τους ξαναβρούμε μπροστά μας την περίοδο του ναζισμού, όταν καταστρέφονται (ή αποσύρονται σε κρυφές συλλογές) συστηματικά, εικόνες που θεωρούνται επικίνδυνες και εκφυλισμένες.

 Η δύναμη της εικόνας ζυγίζεται έτσι από την καταστροφική μανία που προκαλεί. Τι κίνδυνο μπορεί να αντιπροσωπεύει για το ναζιστικό καθεστώς ένας πίνακας μοντέρνας τέχνης; (τι κίνδυνο αντιπροσωπεύει μια γελοιογραφία με τον προφήτη για τον φανατικό πιστό του Ισλάμ;) Είναι πρώτα απ' όλα δημιουργήματα του εχθρού (του Εβραίου ή αριστερού ή αντικαθεστωτικού ή ομοφυλόφυλου καλλιτέχνη, του άπιστου σεκουλαριστή άθεου γελοιογράφου του Charlie Hebdo), επομένως μισητά, βδελυρά και απαίσια. Πρέπει να καταστραφούν.

 Μήπως όμως ο πραγματικος φόβος που τα επενδύει με την ιδιότητα του επικίνδυνου έγκειται στην εικόνα την ίδια, σε αυτό που εικονίζεται και που τολμά να αναπαραστήσει αυτό που δεν πρέπει ποτέ να αναπαρασταθεί;

O μοντέρνος πίνακας δεν υπακούει στα ιδεώδη του ναζιστικού καθεστώτος που επιθυμεί να επιβάλει δια της βίας μια νέα χρυσή εποχή ιδεατής τελειότητας για την ανθρώπινη κοινωνία.

Ό,τι δεν ανταποκρίνεται στον εκάστοτε 'χρυσό κανόνα' της τελειότητας με το ζόρι (ομορφιά, δύναμη, μεγαλείο, κανονικότητα)

μπαίνει στον νάρθηκα για να επανέλθει, καλύπτεται για να τελειοποιηθεί, τεντώνεται στο κρεβάτι του Προκρούστη ώστε να έρθει στα μέτρα που πρέπει. Ό,τι μένει, ό,τι περισσεύει εκφράζει τη διαφορά, την αντίθεση, τον φόβο, την ίδια τη ζωή χωρίς συγκεκριμένα και καθαρά περιγράμματα, αναδεικνύει την ασάφεια μεταξύ των σαφών περιοχών, αντικατοπτρίζει την ασχήμια του ίδιου του καθεστώτος και του κόσμου όπως έχει διαμορφωθεί στη δεκαετία του 1940: ένας καθρέφτης που πρέπει να καταστραφεί.

Τα φασιστικά καθεστώτα δεν εμπορεύονται μόνο ελπίδες αλλά όπως και οι θρησκείες κερδοσκοπούν πουλώντας καθαρότητες, βεβαιότητες, αλήθειες που κολακεύουν αναγορεύοντας τους πιστούς τους σε εκλεκτούς, και όλους τους υπόλοιπους σε καταραμένους μελλοθάνατους.

Η πρωταρχική δύναμη της εικόνας στη Δύση, για περίπου πέντε αιώνες (από την Αναγέννηση μέχρι τον Ιμπρεσιονισμό) θα έγκειται στην δυνατότητά της να 'καμώνεται' να παριστάνει το πραγματικό. Να συμπυκνώνει σε μια οπτική εμπειρία το ορατό, δηλαδή το αισθητό, να το μιμείται και να μας ξαφνιάζει παραισθητικά. Κάποτε, έγινε φακός μέσα από τον οποίο το πραγματικό, η εμπειρία του κόσμου, γίνεται συναίσθημα, ιδέα, υποκειμενική έκφραση. Και ο θεατής κοιτάζοντας τον κόσμο μέσα από αυτόν τον φακό, βαπτίζεται στην ειδική θερμοκρασία που γέννησε την εικόνα. Η αφηρημένη τέχνη έφερε στην επιφάνεια της εικόνας όλη τη βίαιη ενέργεια του καλλιτέχνη να καθυποτάξει την ύλη, δημιούργησε νέες περιοχές του αισθητού που προσέφερε προς εξερέυνηση. Μέτα την υπέρβαση του πεπερασμένου της ψευδαισθησιακής μίμησης, του ιλλουζιονισμού, της δουλικής αντιγραφής της πραγματικότητας από την τέχνη, οι θεωρητικοί της αφαίρεσης θριαμβολόγησαν λυρικά: επιτέλους η τέχνη δημιουργεί κάτι πάνω από και πέρα από την αισθητηριακή εμπειρία του κόσμου, γεννώντας το υπερβατικό και προσφέροντάς το προς βίωση (σε αντικατάσταση του Θεού που έχει πεθάνει), αυτό που για τον Κάντ δεν μπορεί να αναπαρασταθεί παρά μονο να βιωθεί από το υποκείμενο. Η εικόνα μας φέρνει αντιμέτωπους με κάτι που ανεξάρτητα από την αντικειμενική του πιστότητα ή την υποκειμενική του ελευθερία χρησιμοποιεί την ύλη μετατρέποντας την απουσία σε παρουσία. Το σημαινόμενο αναδύεται μέσα από το αποτύπωμα της απουσίας του. Έτσι μόνο μπορούμε να καταλάβουμε το θλιβερό και αναστατωμένο αδειανό κρεβάτι της Tracey Emin: ως αποτύπωμα της ύπαρξής της στην αθλιότερη περίοδο της ζωής της, όταν μέρα με την ημέρα η γυναίκα αυτή γινόταν απουσία, με άλλα λόγια ως αυτοπροσωπογραφία in absentia.

Ας αναλογιστούμε ξανά τα selfies, τις αναρίθμητες φωτογραφίες εαυτών που αναρτώνται και ανταλλάσονται καθημερινά μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παρα την παραστατική τους δύναμη και την λεπτομερειακή καταγραφή της εμπειρίας που φαινομενικά επιτυγχάνουν, αυτό που υπηρετούν είναι η επιτακτική μας ανάγκη να είμαστε παρόντες δια της απουσίας μας. Παράγουν αυτόπτες μάρτυρες ενός απειροελάχιστου σπαράγματος της εμπειρίας του πραγματικού, το οποίο προσπαθεί να συμπυκνώσει, να συγκαιράνει την απουσία της εμπειρίας που χάνεται στον χρόνο σε απόδειξη παρουσίας. Ολοένα και λιγότερο διαμεσολαβημένα, αυτόματα, από την εμπειρία στην εικόνα μέσω του έξυπνου τηλέφωνου (της προέκτασης των αισθητηριακών μας οργάνων) και ταυτόχρονα αναρτημένη. Ένα είδος συμπληρωματικής αναπνοής που τροφοδοτεί την ύπαρξη να υφίσταται κάπου αλλού, έξω από μας.

O Πλάτωνας θεωρούσε οτι η ιδανική πολιτεία δεν θα είχε ανάγκη από καλλιτέχνες (τι θα σκεφτόταν άραγε για τα selfies;). Η τέχνη (τουλάχιστον η τέχνη στην κλασική αρχαιότητα) μιμείται το αισθητό, και για τον Πλάτωνα, αυτό που προσλαμβάνουν οι αισθήσεις μας δεν είναι η πραγματικότητα, αλλά η σκιά της, ένα φάντασμα. Η τέχνη, επομένως, δεν είναι παρά η μίμηση της μίμησης, δηλαδή διπλή εξαπάτηση για το ανθρώπινο ον. Όταν και αν ποτέ ζήσουμε στο άπλετο φώς της γνώσης, του αληθινού, δεν θα έχουμε πλέον ανάγκη από τις παραστατικές λειτουργίες της τέχνης, από κανενός είδους εικόνες: θα λυτρωθούμε από το ψέμα της αυτοεξαπάτησης των αισθήσεων και από το διπλό ψέμα της εξαπάτησης της εικόνας.

Αν η εικόνα μπορεί να καμωθεί, να εξαπατήσει, να προσβάλει, να προκαλέσει τιμωρία και βίαιο θάνατο, αλλά και να μετακινήσει την εμπειρία του πραγματικού σε άλλες περιοχές ανεξερεύνητες, μακριά από το φάντασμα της πραγματικότητας που μπορούμε να αντέξουμε με το αισθητηριακό λογισμικό μας, τι εξασφαλίζει η απουσία της αναπαράστασης, η ανυπαρξία της εικόνας; μήπως την διατήρηση της απεριόριστης δύναμης του τερατώδους; την ιδέα του υπερβατικού (sublime): αυτού που ξεπερνάει το πεπερασμένο της ίδιας της ανθρώπινης διάνοιας;

Αυτό ήταν το πρόσωπο που έσπρωξε χίλια καράβια στο νερό Και έκαψε του πύργους του Ιλίου με τις αθώρητες κορφές;…

ρωτάει ο Christopher Marlowe, ο συγκαιρινός του Shakespeare χαρίζοντάς μας την αθάνατη φράση “the face that launch'd a thousand ships” (“Doctor Faustus”,1590), ενισχύοντας τον μύθο της ωραίας Ελένης που έχει εισχωρήσει εδώ και χιλιετίες στο συλλογικό ασυνείδητο.

Συμβαίνει όμως κάτι περίεργο με την Ελένη: Ο μεγαλύτερος παραμυθάς της αρχαιότητας, ο Όμηρος (ή το ανώνυμο συλλογικό πνεύμα που μας έδωσε τα δύο έπη, δεν θα το μάθουμε μάλλον ποτέ), παρά τις αναρίθμητες περιγραφές, θεών, ηρώων, ζώων, πόλεων, όπλων, ενδυμάτων, καιρικών φαινομένων, μερών του σώματος, για τις οποίες δημιουργεί τις ωραιότερες πρωτότυπες λέξεις, δεν ξοδεύει παρά τα πιο γενικά και βαρετά επίθετα για να μας δώσει την αμυδρότερη, απειροελάχιστη εικόνα της Ελένης: καλλίκομος, λευκώλενος, καλληπάρηος, τανύπεπλος (με ωραία μαλλιά, λευκά χέρια, ωραίο πρόσωπο, ωραίο πέπλο…). Η ίδια λέει για τον εαυτό της οτι είναι κύων (σκύλα) και κυνώπις (σκυλομούρα, όρος που χρησιμοποιείται για εκείνους που διαπράττουν απαίσιες πράξεις ή δείχνουν υπερβολική πλεονεξία). O Αχιλλέας την αποκαλεί ριγεδανή (αυτή που σε παγώνει ως το κόκκαλο).

Η ομορφιά της δεν περιγράφεται, αλλά μετριέται μέσα από τις δραματικές επιπτώσεις της ύπαρξης της, της υλικής παρουσίας της. Η μαγεία που ασκεί άθελά της, (έτσι γεννήθηκε, ένα τέρας ωραιότητας), στον Πάρι, και σε όλους εκείνους που την αντικρύζουν, προκαλεί φρίκη: …”πάντες δέ με πεφρίκασιν” (“όλοι αισθάνονται φρίκη για μένα”) λέει στο κδ' της Ιλιάδας, θρηνώντας τον χαμό του Έκτορα. Στο γ' της Ιλιάδας, την Τειχοσκοπία, οι γέροντες προεστοί της Τροίας μαζεμένοι γύρω από τον γέρο βασιλιά Πρίαμο, την βλέπουν να φτάνει για να δεί από ψηλά τους Έλληνες ήρωες και να δώσει πληροφορίες στον βασιλιά.

οὐ νέμεσις Τρῶας καί ἐϋκνήμιδας Ἀχαιούς

τοιῇδ’ ἀμφί γυναικί πολύν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·

αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν·

ἀλλά καί ὧς τοίη περ ἐοῦσ’ ἐν νηυσί νεέσθω,

μηδ’ ἡμῖν τεκέεσσί τ’ ὀπίσσω πῆμα λίποιτο.

Πως να κατηγορήσεις τους Τρώες ή τους Έλληνες με τις ωραίες στολές τους

που τόσα χρόνια για μια τέτοια γυναίκα όλους τους πόνους ένοιωσαν.

στα αλήθεια, μοιάζει σαν θεάς η τρομερή μορφή της,

αλλά έστω και ασύγκριτη, καλύτερα να φύγει

παρα ν'αφήσει πίσω της σε μας και τα παιδιά μας συμφορά.

Αινώς, δηλαδή με τρόμο, με μεταφυσικό δέος την βλέπουν να έρχεται και αισθάνονται όπως μπροστά στην παρουσία του Θείου. Η ομορφιά της Ελένης είναι κάτι το υπερβατικό (sublime), δεν χωράει στα ανθρώπινα μέτρα, την εξαιρεί από το ανθρώπινο είδος σε μια δική της κατηγορία που προκαλεί τρόμο.

Πώς να φτάσει η πεπερασμένη, συγκεκριμένη, αξιολογικά σχετική, ειδική ομορφιά μιας ηθοποιού για να αποδώσει αυτό που αποδίδει η ποίηση; Σκέφτομαι την ωραία Diane Kruger στην χολυγουντιανή Τροία (2004) και το βάρος του μύθου στους ώμους της…

 

Πόσο γρήγορα συνηθίζεται η ομορφιά όταν αναπαρίσταται και μάλιστα ανταποκρινόμενη στα πρότυπα της εποχής μας!

Αξίζει να θυμηθούμε εδώ την ωριμότερη Ελένη της Ειρήνης Παππά στις Τρωάδες του Μ. Κακογιάννη (1971), ιδιαίτερα στην σκηνή όπου είναι φυλακισμένη και ο θεατής βλέπει μόνο τα μάτια της,

 

τι νομίσατε οτι ήταν η εικόνα αυτή πριν φτάσετε εδώ;

και μετά το σώμα της αποσπασματικά πίσω από τις σανίδες του κλουβιού της όταν χρησιμοποιεί το λιγοστό, πολύτιμο νερό για να πλυθεί. Την τρομακτική ομορφιά της Ελένης που δεν μπορούμε να δούμε ολόκληρη, την συμπληρώνει η βίαιη αντίδραση των σκλάβων γυναικών από την Τροία, που την μισούν θανάσιμα θεωρώντας την αιτία όλων των δεινών τους.

 

Είναι φανερό οτι καμία ανθρώπινη ομορφιά δεν μπορεί να αποδώσει τη μαγεία της Ελένης. Γιατί η Ελένη δεν είναι άνθρωπος αλλά ιδέα. Μια ιδέα πανίσχυρη και συνάμα κενή περιεχομένου, αυτό που αποκαλεί ο Σεφέρης άδειο πουκάμισο. Μια ιδέα όπως αυτές που με την ηχηρή τους απουσία συγκαλύπτουν μεγαλοπρεπώς την ανυπαρξία τους. Ιδέες που όπως οι ομηρικοί Τρώες και Έλληνες, οι φονταμενταλιστές όλων των αποχρώσεων, αλλά ενίοτε κι εμείς οι 'αθώοι' καλούμαστε να τους δώσουμε περιεχόμενο με τις εκφράσεις του προσώπου μας και τις πράξεις των χεριών μας, για τις οποίες οι ίδιες αυτές θα σταθούν αφορμή και δικαιολογία.

 Όπως συμβαίνει και με την θρησκεία των ακραίων οπαδών του Μωάμεθ. Του προφήτη που γίνεται στα μάτια τους λίγο περισσότερο υπαρκτός κάθε φορά που το αδειανό του πουκάμισο λεκιάζεται με αίμα.

1
Μοιράσου το