Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Ο τόπος, της Annie Arnaux

cover-o-topos-tis-annie-arnaux

Οι συντεταγμένες της μνήμης: Σημείωμα για το βιβλίο «Ο τόπος» της Annie Arnaux σε μετάφραση της Ρίτας Κολαϊτη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Δεν «πέθανε στα εφτά της σαν αγία». Η Annie Arnaux που απασχόλησε ξανά σημειώματα σαν αυτό, έζησε όλη της την παιδική ηλικία και σήμερα συγκαταλέγεται στις δεκαέξι γυναίκες που έχουν κερδίσει ένα βραβείο Νόμπελ. «Το γεγονός», το τελευταίο της βιβλίο, επικεντρωμένο στην ατμόσφαιρα και τα ήθη του παλιού, γαλλικού αιώνα, προσηλωμένο στην αναπαλαίωση όλων εκείνων των ειδικών χαρακτηριστικών που γκρέμισε ο Μάης του ‘68 τραγουδά την ενηλικίωση ενός κοριτσιού, την μετάβασή του από τον θάλαμο της αθωότητας σε εκείνο το μεγάλο σαλόνι που η ζωή πια απλόχερα μας προσφέρει την αντιμισθία των κόπων μας και άλλοτε πάλι διασκεδάζει πλάι στο αναπάντεχο που καραδοκεί στις μέρες που θα έρθουν.

Το γεγονός σε αυτό εδώ το σημείωμα, όμως είναι ένα άλλο από τα βιβλία σταθμούς της Γαλλίδας δημιουργού που την καταξίωσαν και την ανέδειξαν σε μια από τις πιο πιστές φωνές που μπορούν και μεταφέρουν αυτούσια την βιωμένη εμπειρία με φόντο τα ήθη και τα έθιμα μιας κατακερματισμένης, μετά τον πόλεμο Γαλλίας, παραδομένης στην καινούρια, βιομηχανική επανάσταση που αναζωπυρώνεται μετά την λήξη του δεύτερου, παγκόσμιου πολέμου. «Ο τόπος» τιτλοφορείται το μυθιστόρημα της Arnaux που κέρδισε το βραβείο Renaudot το μακρινό 1984.

Την ίδια χρονιά ο Henri Michaux, ο Berlinguer, ο Σκαρίμπας και ο Βασίλης Τσιτσάνης εξαργυρώνουν την αιωνιότητα, όσο  οι πεντακόσιες χιλιάδες Ινδοί πασχίζουν να κρατηθούν στην ζωή, αντίπαλοι με την διαρροή χημικών στο εργοστάσιο της Union Carbide.

Η συγγραφέας αφηγείται την παιδική της ηλικία, αυτήν που συνθέτουν παράξενες εμπειρίες, απώλειες και συμβιβασμοί. Μονάχα που σε όλη την έκτασή της η Annie Arnaux κρατάει το βλέμμα της προσηλωμένο στην μορφή του πατέρα. Μια βιογραφία δική του μοιάζει ετούτο το βιβλίο που παρέμενε στην λήθη, μέσα από τα μάτια ενός κοριτσιού που μεγαλώνει και ξεχνά και κλείνει πίσω της δεκαετίες ολόκληρες. Η Arnaux κρατά το χέρι του πατέρα της και επιστρέφει. Στα παλιά σπίτια πεθαίνουν αργά πλάι σε ποτάμια, σε παντοπωλεία γεμάτα θαμώνες και βερεσέδια, στους δρόμους και τις συνήθειες μιας από εκείνες τις γαλλικές πόλεις που παράλληλα με την δημιουργό αλλάζουν πρόσωπο και περνούν από την ανέχεια του πολέμου στην ραγδαία ανοικοδόμηση. Ο πόλεμος έχει αφήσει τα σημάδια του και ο πατέρας θα μυρίζει για πάντα βρεγμένο χώμα. Έχουν ποτίσει τα χέρια του από την δουλειά στα χωράφια. Από τα δεκατρία ως το τέλος της ζωής του που έρχεται να επαληθεύσει όλους τους κανόνες της λύπης και της κοινωνικής ευαισθησίας, αλλά και εκείνους της αγόγγυστης δουλειάς, της προσφοράς στην ανθρώπινη ανάγκη, του τέλους που υπογράφει μια ύπουλη αρρώστια. Και η η Annie πάντα εκεί μες στα δυο δωμάτια εκείνης της βιογραφίας να μεγαλώνει, να σχηματίζεται και να απομακρύνεται για να επιστρέψει και πάλι στα μέρη της πιο τρυφερής της προδοσίας. Τίποτε δεν θεραπεύεται από εκείνο τον καιρό. Τα πρόσωπα του δράματος επανέρχονται με την δροσιά της νιότης τους πλήρως αποκαταστημένη, έρχονται να στήσουνε και πάλι την σκαλωσιά του αναγκαίου και του χρήσιμου που στηρίζει την ζωή και αφήνει ζωντανή την ελπίδα για το περιττό που κάποτε θα ομορφύνει τις ζωές μας. Η μητέρα και ο πατέρας, με τον ρόλο τους να αποτελεί αντικείμενο επεξεργασίας ενός χρόνου πανδαμάτορος, ακριβώς έτσι όπως λέει το τραγούδι πίσω από την κιθάρα στον στίχο που μετατρέπεται σε μια μυθική έξοδο. Τα απογεύματα, οι νύχτες, τα μεγάλα ζητούμενα, όλα συνθέτουν τις μέρες που τραγουδά η Annie Arnaux σε ένα βιβλίο που δεν φιλοδοξεί να είναι τρυφερό μα αναπαραστατικό μιας βιογραφίας από εκείνες που περιγράφουν ανθρώπους ικανούς να κρατήσουν κάποτε όρθιο τον μεταπολεμικό κόσμο που παραπαίει πίσω από τις κλειστές Βερσαλίες. Ένα τέτοιο πρόσωπο είναι και ο πατέρας της δημιουργού που στον «Τόπο» κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην εποχή που έρχεται με την πληγωμένη της γοητεία να προ οικονομήσει τον δικό μας, άγριο αιώνα. Μια ζωή υπαίθρια που με τον καιρό υποτάσσεται στις καινούριες συνθήκες αυτού του κόσμου. Ένας πατέρας που παραμένει σταθερός στην πίκρα και την αγωνία μα πάνω από όλα στην αγάπη του που αγρυπνά άδολη. Χαρακτήρες που ξεφεύγουν από τα κουλουριασμένα κορμιά μιας εποχής που κοιμήθηκε για πάντα, όπως ακριβώς αφήνουν οι εραστές το κρησφύγετο κάποιας νύχτας και οι έρωτες ξεμπλέκουν όπως τα μέλη των εραστών. Η Annie Arnaux μεταφέρει τις εμπειρίες στης στις σελίδες της έκδοσης του Μεταιχμίου, ψηφίδα σε ένα εν προόδω μυθιστόρημα ζωής που γράφεται με ανδρικούς, πατρικούς χαρακτήρες και γυναικείο πρόσημο. Ο πατέρας με τα χρόνια να στοιβάζονται στους ώμους του, γίνεται κάθε πατέρας, κάθε γυναίκα, κάθε σπίτι που μετά από μισό αιώνα, ασκεί την απαράμιλλη γοητεία του, την απόλυτα συνδεδεμένη με τον νόστο που σημαδεύει κάθε βιβλίο και κάθε ζωή. Ο πατέρας δεν έμαθε ποτέ να προσεύχεται και με την καθημερινή του παρουσία δοκίμασε να λυγίσει μια δύναμη, να εκπληρώσει μια οφειλή προς τον εαυτό του. Αντέχει την ώρα, το βράδυ, τις δύσκολες βάρδιες και το χάραμα, μόνο και μόνο για να μην ενδώσει στον ίδιο του τον εαυτό τώρα που διαρκώς καθίσταται αντικείμενο μιας καταποντισμένης λύπης. Στο παλιό της φόρεμα η συγγραφέας έχει κρύψει μερικά μάτια για να έχει να θυμάται τον εαυτό της. Ίσως να μην τα χρειάζεται, καθώς μια μνήμη ακέραια και ανόθευτη την καθοδηγεί.

Ο δικός μας Κωστής Παλαμάς κάποτε έγραψε πως ο «χαμός μας είναι που μένουμε». Με αυτό αναμετράται η Annie Arnaux καθώς ανασύρει από τους βυθούς όλη εκείνη την αγαπημένη σκουριά.

Μια αρχαία, σαν την μουσική του Αριστοτέλη αγάπη της μνήμης που κρατά όρθια την ζωή, ο νόστος που ξαναφέρνει σαν πίσω από το παραμορφωτικό νερό πρόσωπα και όψεις της ζωής μας που λογαριάζουμε χαμένα. Ακολουθώντας τα χνάρια του έργου της Annie Arnaux με τον τρόπο που φροντίζει η εξαιρετική μετάφραση της Ρίτας Κολαϊτη όλα τα παραπάνω μετατρέπονται σε έναν συλλογισμό. Με την πνοή μιας εσωτερικής ζωής η Γαλλίδα συγγραφέας που τιμήθηκε όσο λίγοι από την χώρα της και φέτος καταξιώνεται με ένα βραβείο διεθνούς εμβέλειας  διασώζει για πάντα μες στα όρια μιας νουβέλας τον παιδικό της εαυτό μαζί με το πρόσωπο του πατέρα, τις γωνιές των σπιτιών, τα γυρίσματα του καιρού, την απουσία που βρίσκεται πάντα εκεί σαν ένα οίδημα, σαν το τραύμα που σχεδόν αγαπά να την πονά.

Η Annie Arnaux βρίσκει τον εαυτό της στο γράψιμο που προσφέρει πάντα καταφύγιο σε όσους προδόθηκαν από τον χρόνο όπως εκείνη, όπως ο πατέρας. Όλα τα υπόλοιπα παραμένουν στοιχεία ενός δράματος θλιμμένου και σοφού.

Ο τόπος, της Annie Arnaux

Μετάφραση: Ρίτα Κολαϊτη
Εκδόσεις Μεταίχμιο
σελ. 112

9
Μοιράσου το