Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Mystery Train, του Jim Jarmusch

feature_img__mystery-train-tou-jim-jarmusch
Έχοντας αφήσει πίσω μας το πιο υποτονικό και κινηματογραφικά άνυδρο καλοκαίρι των τελευταίων ετών, εισερχόμαστε αισίως σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και παραγωγική περίοδο για το σινεμά με εξαιρετικά γόνιμες ιδέες, καλπάζουσες παραγωγές και πάνω απ' όλα μερικές ιδιαίτερα στοχευμένες επανακυκλοφορίες κλασικών ταινιών. Κι όλα αυτά τα γράφω εν θερμώ, έχοντας μόλις παρακολουθήσει το τόσο κομψό και περίτεχνο “Mystery Train” του 1989, ένα από τα ωραιότερα (αν όχι το ωραιότερο) δείγματα γραφής του πιο παλαβού γκουρού του ανεξάρτητου σινεμά Jim Jarmusch, το οποίο και κυκλοφορεί πλέον σε ανανεωμένη ψηφιακά επεξεργασμένη έκδοση.

Ας τα πάρουμε απ' την αρχή. Οι ιδέες και οι εικόνες σε αυτήν την ταινία είναι τόσο θαυμαστά πλεγμένες και αλληλοεξαρτώμενες, που εν τέλει η γραφή του Jarmusch, με την απαράμιλλη ιδιότητά της να φέρνει κοντά τη μέρα με τη νύχτα, μετουσιώνει μια σαρωτικά περίπλοκη ιστορία σε έργο βαθύτατα αληθοφανές και συγκινητικό. Σε γενικές γραμμές, η τυχαιότητα είναι μια εγγενής ιδιότητα στο φιλμικό χωροχρόνο του Αμερικανού και αυτό είναι κάτι που αναμένει ο υποψιασμένος θεατής. Στο “Mystery Train” όμως μιλάμε για κάτι πολύ πέρα απ' την ανθρώπινη μοίρα και το τυχαίο. Εδώ η φαντασία του Jarmusch αποκτάει απόκοσμες διαστάσεις και όλα μοιάζουν να παραμορφώνονται και να υπερβαίνουν την ανθρώπινη φύση. Κάθε φαινόμενο δείχνει τόσο εξωπραγματικό και νεφελώδες που μπορεί σχεδόν να βιωθεί σαν μυθολογικό γεγονός.

Η ταινία αυτή είναι ένα ονειρικό ταξίδι. Πρώτο πλάνο σ' ένα τρένο, τελευταίο σ' ένα τρένο. Ο άξονας γύρω απ' τον οποίο περιστρέφεται είναι ένα άχαρο φτηνό μοτέλ σε μια άψυχη γωνιά του «στοιχειωμένου» Μέμφις, της πόλης του αθάνατου Elvis Presley. Εκεί, οι ιστορίες ολότελα διαφορετικών ανθρώπων θα ευθυγραμμιστούν μοιραία και θα οδηγήσουν στην αναπόδραστη σύγκρουση. Ένα ζευγάρι γιαπωνέζων απ' την μακρινή Γιοκοχάμα, που καταφθάνουν με μια κόκκινη βαλίτσα υπό μάλης, για ένα ευλαβικό προσκύνημα στην καλλιτεχνική πατρίδα του Βασιλιά Elvis. Μια πανέμορφη Ιταλίδα, χήρα, αμήχανη και αποπροσανατολισμένη, που θα διανυκτερεύσει στο Μέμφις εν αναμονή της πτήσης της, έχοντας για μόνη παρέα μια φλύαρη και εγωκεντρική Αμερικανίδα. Ένας προσφάτως χωρισμένος και απολυμένος Άγγλος με το προσωνύμιο “Elvis”, η παρέα του κι ένα όπλο. Και φυσικά μουσική. Ατέλειωτη μουσική, η οποία και αποτελεί το δυνατό χαρτί του Jarmusch σ' αυτήν την κωμικοτραγική περιπέτεια. Από τον Redding και τον Junior Parker μέχρι τον Roy Orbison και τον Elvis, όλα αναλύονται και επεξεργάζονται μέσα από ένα μουσικό πρίσμα που συγκεφαλαιώνει τους αδιανόητους ρυθμούς της αφηγηματικής και εικαστικής ευφυΐας του μεγάλου σκηνοθέτη.

Οι ήρωες της ταινίας, απόλυτα ελκυστικοί όσο και ανθρώπινοι, γεμάτοι πάθη και ανησυχίες, υποβάλλονται μαρτυρικά στα ατέλειωτα παιχνίδια της μοίρας πασχίζοντας στην ουσία να υπάρξουν. Σε μια διχασμένη Αμερική, μέσα στην παραλυτική ηθική αμφισημία των περιστάσεων, έχουν καταλάβει πως το οργανωτικό σύστημα του κόσμου έχει πάψει να λειτουργεί ανταποδοτικά και αδυνατεί πλέον να ανταποκριθεί στις ανάγκες τους. Κι έτσι, έχοντας χάσει κάθε σταθερό άξονα αναφοράς της ευθύνης και της ενοχής τους, μέσα σ' έναν κοσμικό χώρο φυλετικών αποστάσεων, εξαντλητικής απομόνωσης και συναισθηματικού πρωτογονισμού, παραδίδονται καταρρακωμένοι στην καταναλωτική αποκτήνωση και την ψυχική επιπέδωση. Είναι στ' αλήθεια ετοιμόρροποι και ανερμάτιστοι, έτοιμοι για την αναπότρεπτη πτώση και την εμφυλιοπολεμική έκρηξη.

Η ευφυέστατη χρήση άλλωστε του Elvis και της ιδέας που εκπροσωπεί δεν είναι τυχαία. Στη μουσική του συμπυκνώνει ο Jarmusch το σύνολο του στοχασμού του για την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου και αναζητάει από εκεί τις βαθύτερες ρίζες των οντολογικών προβλημάτων του κόσμου. Γιατί ο Elvis, κατάφερε με μοναδικό τρόπο να μετουσιώσει το μπλουζ και το γκόσπελ ιδίωμα της μαύρης κοινότητας σε ποπ κουλτούρα μαζικής κατανάλωσης και επέκτεινε πέρα από τον Μισισιπή και το Σικάγο τη θέληση του ανθρώπου για ελευθερία. Το καταφύγιο του rock ‘n’ roll και των χορευτικών κουνημάτων του Elvis έγινε η μοναδική διέξοδος εκτόνωσης της ανθρώπινης σκέψης από την τρομαχτική καταπίεση των μακαρθιστών και του ψυχροπολεμικού τρόμου. Εκείνο λοιπόν που ήταν βίωμα και αναπόδραστη αλήθεια στη ζωή της μαύρης κοινότητας, ένα μουσικό καταφύγιο όπως τα μπλουζ, γίνεται με τον Elvis και το rock ‘n’ roll στοιχείο πανανθρώπινης ανάγκης. Οι διαχωριστικές γραμμές καταρρίπτονται και ο πολιτισμικός χώρος διευρύνεται, και έτσι ο Jarmusch εκμεταλλεύεται με μαεστρική δεξιοτεχνία τα στοιχεία αυτά για να τοποθετήσει τη μουσική του Elvis στο επίκεντρο των γεγονότων και να προβάλλει πάνω της όλη την προβληματική της ταινίας.

Ο κινηματογραφικός φακός του ιδιόρρυθμου σκηνοθέτη, φειδωλός και λεπτεπίλεπτος ως συνήθως, παιχνιδίζει αριστοτεχνικά με την κλιμακούμενη παραφροσύνη και συλλαμβάνει με απαράμιλλο τρόπο την βαθύτερη τραγωδία της διαλυμένης ανθρωπότητας. Ο Jarmusch, λακωνικός και μινιμαλιστής, δεν θέλει να είναι ιδιαίτερα περιγραφικός και αφήνει για μια ακόμα φορά το εικαστικό κάδρο να μιλήσει από μόνο του. Με εμμονή στα μεσαία πλάνα και τις οριζόντιες γωνίες και με ορισμένες ασύγκριτα κομψές κινήσεις της κάμερας (σημειώστε το αριστουργηματικό τράβελινγκ του κάδρου κατά την είσοδο και την αποχώρηση της Ιταλίδας ή κατά κόσμον Nicoletta Braschi) τοποθετεί το βλέμμα του θεατή στο ίδιο επίπεδο με αυτό των πρωταγωνιστών και μας καθιστά με αυτόν τον τρόπο συνομιλητές των ηρώων, έτσι που να μπορούμε κι εμείς να μετέχουμε στα τεκταινόμενα. Η προοπτική μεταβάλλεται διαρκώς χωρίς όμως υπερβολές ενώ ο θαμπός φωτισμός σε συνδυασμό με τις έντονες χρωματικές αντιθέσεις ολοκληρώνουν μοναδικά το ιδεοσυναισθηματικό οικοδόμημα του έργου και το αποτέλεσμα είναι απροσμέτρητα απολαυστικό.

Όλα φυσικά αρθρώνονται και υποστηρίζονται από ένα φανταστικό καστ ηθοποιών (κι όχι μόνο ηθοποιών) που δείχνει να καθοδηγείται με θρησκευτική ευλάβεια και σιγουριά από τις οδηγίες του σκηνοθέτη. Ο Joe Strummer, ο αξέχαστος front man των Clash (aka η πιο badass punk μπάντα του κόσμου), υποδυόμενος τον ατίθασο Άγγλο, είναι ιδιαίτερα πειστικός στο ρόλο του παρατημένου παρία ενώ απολαυστική πινελιά αποτελεί η συνεισφορά του Screamin' Jay Hawkins (του mister “I put a spell on you”), ο οποίος ενσαρκώνει εδώ τον ρόλο του ρεσεψιονίστ και μπορεί να κατακυριεύσει με την χαρακτηριστικά μαγευτική φωνή του τα όνειρα ακόμα και του πιο σκληροτράχηλου συναισθηματικά θεατή. Δεν θα ήταν όμως δυνατό να τελειώσω αυτήν την κριτική χωρίς να κάνω μια αναφορά στο καλλιτεχνικό μεγαλείο του υπερανθρώπου Steve Buscemi, ο οποίος για μια ακόμα φορά συνεγείρει και αναστατώνει με την εκστατική του ερμηνεία και με το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του. Αυτός ο πραγματικά ξεχωριστός ηθοποιός, με τη σπάνια ερμηνευτική του δεινότητα και με μια εξωπραγματική ικανότητα να διεγείρει τον πιο απαιτητικό θεατή, συμβάλλει τα μέγιστα στην ολοκλήρωση της ταινίας και βάζει την υπογραφή του στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.

Το μεγαλείο της ταινίας, με τις αλληλοδιαπλεκόμενες όσο και ανεξάρτητες ιστορίες, διαπερνά τον μετέπειτα κινηματογράφο του Jarmusch (βλ. “Night on Earth”) και αποτελεί την καλύτερη γνωριμία με τον κατά τ' άλλα παράξενο και ιδιότροπο σκηνοθέτη. Ο quirky ανεξάρτητος κινηματογράφος βρίσκει μέσα από τη ματιά του Αμερικανού το καλύτερο έδαφος για να ανθίσει και στην τελική (αν και δεν το περίμενα) συγκινεί. Το “Mystery Train” είναι πραγματικά μια ταινία που αποκαθιστά την ηθική τάξη του κινηματογραφικού κόσμου του Jarmusch, μια απέλπιδα κραυγή για πνευματική και συναισθηματική λύτρωση, ένας ανθρωπιστικός ύμνος που εξευμενίζει τα πιο αρχέγονα ένστικτα. Μην χάσετε την ευκαιρία της επανακυκλοφορίας. Δείτε την πριν η πόλη του Μέμφις αδειάσει για πάντα.

Ελπίζω να έχετε μια αξέχαστη προβολή.

Mystery Train, του Jim Jarmusch
Είδος: Δράμα, Δράσης, Κωμωδία
Διάρκεια: 110'

1
Μοιράσου το