Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Φαντάσματα μόνο, της Γιούντιθ Χέρμαν: Ταξίδι εκεί που το εκεί δεν υπάρχει

feature_img__fantasmata-mono-tis-giountith-xerman-taksidi-ekei-pou-to-ekei-den-iparxei
Η Γιούντιθ Χέρμαν γεννήθηκε στις 15 Μαΐου του 1970 στο Δυτικό Βερολίνο. Σπούδασε Γερμανική φιλολογία, φιλοσοφία και δημοσιογραφία και εργάστηκε για κάποιο διάστημα στη γερμανόφωνη εφημερίδα Aufbau, στη Νέα Υόρκη. Το 1998, εκδίδεται η πρώτη της συλλογή διηγημάτων, «Εξοχικό, Μετά» ( “Sommerhaus, Später“). Η πρώτη της αυτή συγγραφική απόπειρα, που αφουγκράζεται τον παλμό μιας ολόκληρης γενιάς καλλιτεχνών, φοιτητών και πρωτίστως ανέργων στα τέλη της δεκαετίας του ’90, αγκαλιάστηκε θερμά από κοινό και κριτικούς. Ακολουθούν οι συλλογές διηγημάτων: «Φαντάσματα μόνο» ( “Nichts als Gespenster“), επτά ιστορίες που θα μπορούσαν να συμβούν σε οποιονδήποτε, οπουδήποτε, και “Alice“, με κεντρικό θέμα την κρίση της αντρικής ταυτότητας. Έργα της Χέρμαν έχουν διασκευαστεί κινηματογραφικά και έχουν γνωρίσει ποικίλες βραβεύσεις, μεταξύ άλλων το βραβείο Hugo Ball και το βραβείο Friedrich-Hölderlin.

Τις μέρες στο Τρόμσε τις πέρασα στον ξενώνα. Σχεδόν όλες. Είχα αποφασίσει να κάνω τάχα πως το δωμάτιο στον Ξενώνα του Γκουνάρ ήταν ένα μέρος όπου είχα εγκατασταθεί χωρίς να ξέρω πόσο θα διαρκούσε η διαμονή μου, ένα μέρος απ’ όπου μπορούσα να βλέπω τον κόσμο να περνάει έξω από το παράθυρο μου, κι ενώ είχα το ελεύθερο να είμαι οπουδήποτε, το έξω μου φαινόταν ασήμαντο. […] Είχα την αίσθηση πως η σύμπτωση με είχε οδηγήσει σ’ αυτό το δωμάτιο, για να βρω κάτι σχετικό με μένα, για να μάθω τι θα γινόταν από εδώ και πέρα στη ζωή μου, να κάνω μια στάση πριν από κάτι μεγάλο και σπουδαίο, που δεν ήξερα τι ήταν.

Η δεύτερη συλλογή διηγημάτων της Γιούντιθ Χέρμαν, «Φαντάσματα μόνο», περιλαμβάνει επτά ταξιδιωτικές ιστορίες γυναικών αφηγημένες σε στυλ εσωτερικής βιογραφίας. Πρόκειται για επτά γυναίκες, λίγο πριν ή λίγο μετά τα 30, που αποφασίζουν να βγουν ξανά «στον δρόμο». Για πού; Δεν έχει και τόσο σημασία. Οι ηρωίδες της Χέρμαν είναι απλά περαστικές από τους τόπους που επισκέπτονται, από τις ζωές στις οποίες –για λίγο μόνο, πολύ λίγο- εμπλέκονται. Στην ουσία, το ταξίδι τους αποτελεί ένα διάλειμμα από τη ζωή τους και τα καθημερινά τους προβλήματα, αυτά της ανεργίας, της έλλειψης επικοινωνίας και των βαλτωμένων σχέσεων. Τα τοπία που επισκέπτονται μοιάζουν με αντανακλάσεις της εσωτερικής πραγματικότητάς τους: τοπία γκρίζα, δύσβατα, απομονωμένα, με χαμηλή έως μηδαμινή επισκεψιμότητα τον περισσότερο καιρό. Κάπου εκεί που το εκεί δεν υπάρχει, θα βιώσουν την υπαρξιακή συνάντηση που θα τις φέρει σε ρήξη με όλα όσα μέχρι τότε πίστευαν, ξανοίγοντας τον δρόμο προς μια νέα δυνατότητα στη ζωή.

Η ανάγνωση των «Φαντασμάτων» μοιάζει με ταξίδι που δεν ξέρεις για ποιο λόγο το ξεκίνησες και κατά τη διάρκειά του δεν μπορείς να το απολαύσεις πλήρως. Όμως, κάποια στιγμή μετά την επιστροφή στην πραγματικότητα, όταν ξεφυλλίσεις το βιβλίο σαν να ήταν άλμπουμ από φωτογραφίες, σιγά-σιγά όλα παίρνουν μορφή και νόημα. Και τότε -ίσως- μπορείς να συνειδητοποιήσεις ότι «η Ιθάκη δεν σε γέλασε/ Έτσι σοφός που έγινες/ με τόση πείρα/ ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν».*

 

Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου, από τις εκδόσεις «Βιβλιοπωλείον της Εστίας».

*Κ.Π Καβάφης, Ιθάκη.

1
Μοιράσου το