Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας, του Εdouard Louis

1-agones-kai-metamorfoseis-mias-gynaikas-tou-edouard-louis

Αναζητώντας τη χαμένη ταυτότητα

Το 1977 ο Γάλλος συγγραφέας Serges Doubrovski επινόησε τον όρο Aυτομυθοπλασία (autofiction), περιγράφοντας το λογοτεχνικό υβρίδιο που αποτελούνταν από ένα κράμα αυτοβιογραφίας και μυθοπλασίας το οποίο ήδη είχε εμφανιστεί από δεκαετίες στη γαλλική λογοτεχνία –Duras, Ernaux, Malraux, Perec και άλλοι πολλοί είχαν ήδη δοκιμάσει τα όρια αυτού του ιδιαίτερου είδους. Μέσα από την αυτομυθοπλασία η στεγνή αφήγηση της προσωπικής βιογραφίας γίνεται πιο ενδιαφέρουσα για τον αναγνώστη, καθώς ο συγγραφέας διανθίζει τις προσωπικές του εμπειρίες με τα εργαλεία που του παρέχει η λογοτεχνία και παρουσιάζει μια νέα, εμπλουτισμένη εκδοχή της βιωμένης πραγματικότητας.  Στον 21ο αιώνα όπου επαναπροσδιορίζονται τα όρια μεταξύ αλήθειας και ψέματος και κατακερματίζεται η αντίληψη της πραγματικότητας, η ταυτότητα του συγγραφέα φαίνεται πως συνδιαμορφώνει την όποια αποδοχή του έργου του και δεν αποτελεί απλώς ένα όνομα στο εξώφυλλο του βιβλίου του (ας θυμηθούμε τον σάλο γύρω από την αληθινή ταυτότητα της Elena Ferrante).

Ο Edouard Bellegueule, όπως είναι το αληθινό όνομα του Louis, χρειάστηκε να πάρει αποστάσεις από την αληθινή ταυτότητά του για να να περιγράψει τη ζωή του μέσα απ’ τα βιβλία του. Έτσι ο Eddy Bellegueule άφησε πίσω του τη συντηρητική, ρατσιστική κοινωνία της υποβαθμισμένης περιοχής της βόρειας Γαλλίας όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε και, φοιτητής πια της Ecolen Normale Supérieure άρχισε να σπουδάζει πολιτική και κοινωνιολογία, μετέχοντας πλέον στην ελίτ της γνώσης και κατ’ ουσία επανεφευρίσκοντας τον εαυτό του. Χρησιμοποιώντας τα αναλυτικά εργαλεία που του πρόσφερε η επαφή με τους μεγάλους δασκάλους της κοινωνιολογίας, ο E. Louis άρχισε να ανατέμνει τη ζωή του και να την παρατηρεί κομμάτι–κομμάτι με το μικροσκόπιο. Αφού μίλησε για τη λεκτική και σωματική βία που υπέστη ως μαθητής λόγω του διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού του στο χωριό όπου μεγάλωσε («Να τελειώνουμε με τον Eddy Bellegueule», «Η ιστορία της βίας»), αφού μίλησε για τον αλκοολικό πατέρα του – τις κακές συνθήκες εργασίας και το εργατικό ατύχημα που τον σακάτεψε («Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου»), τώρα στο «Αγώνες και Μεταμορφώσεις μιας γυναίκας»  το τρομερό αυτό παιδί των γαλλικών γραμμάτων επανέρχεται για να μιλήσει για τη μητέρα του.

Η αφήγησή του ξεκινάει με την περιγραφή μιας φωτογραφίας της. Είναι η μητέρα του πριν από χρόνια: νέα, χαμογελαστή, ανάλαφρη, χαρούμενη. Ελεύθερη.  «Νομίζω πως είχα ξεχάσει ότι είχε υπάρξει ελεύθερη πριν από τη γέννησή μου–ευτυχισμένη;» Αυτή η φωτογραφία τον συγκλονίζει και τον εμπνέει. Από μπροστά του περνούν όλα τα χρόνια που εκείνη η γυναίκα έζησε στερημένη από το δικαίωμά της στην ελευθερία και την ευτυχία:

Είκοσι χρόνια της ζωής της ακρωτηριασμένα και σχεδόν κατεστραμμένα από την ανδρική βία και την εξαθλίωση, από τα είκοσι μέχρι τα σαράντα πέντε της χρόνια, στην ηλικία που άλλοι πειραματίζονται με τη ζωή, την ελευθερία, τα ταξίδια, την αναζήτηση του εαυτού.

Έχοντας βιώσει κι ο ίδιος τη βία και την ασφυκτική καταπίεση μιας κοινωνίας με στεγανοποιημένα όρια και τσιμεντένια στερεότυπα, ακολουθεί βήμα το βήμα τις αναμνήσεις του συμπονώντας την και διερωτώμενος αν θα μπορούσαν τα πράγματα να έχουν εξελιχθεί διαφορετικά γι’ αυτήν. Ταυτόχρονα συνειδητοποιεί ότι αφηγείται όσα αφηγείται κόντρα σε κάθε κανόνα λογοτεχνίας, μα συνεχίζει, γιατί ξέρει ότι δε θέλει να ωραιοποιήσει τίποτα, δεν τον ενδιαφέρει αν η περιγραφή του γίνει πολιτικό μανιφέστο, δε θέλει να κάνει λογοτεχνία αλλά να κατανοήσει τη ζωή της, την αλήθεια της, έτσι ώστε να μπορέσει να εκφράσει επιτέλους όσα ένιωθε από παιδί γι’ αυτήν.

Είναι στενάχωρη η ιστορία της, η αφήγησή του, αν και αυτό που ο ίδιος επιδιώκει είναι να διηγηθεί μια ιστορία απελευθέρωσης. Η ζωή της δίπλα στον κακοποιητικό πατέρα του την είχε αποστραγγίσει από κάθε όνειρο και ελπίδα, έτσι που η άδεια ύπαρξή της έμοιαζε σαν τη μόνη αλήθεια της, τη μοναδική κανονικότητα, αυτήν της οποίας έγινε μάρτυρας κι ο ίδιος ο Eddy μεγαλώνοντας. Δεν την αναγνώριζε όταν την έβλεπε να χαμογελάει ή τις σπάνιες φορές που περιποιόταν τον εαυτό της. Όταν η μητέρα του δεν ήταν το άβουλο και άψυχο πλάσμα που επαναλάμβανε τις ίδιες καθημερινές κινήσεις του νοικοκυριού. Τον τρόμαζε εκείνη η άγνωστη γυναίκα. Τώρα βλέπει σ’ εκείνες τις στιγμές κάποιες αναλαμπές, κάποιες προσπάθειες διαφυγής που μόνο ο σημερινός εαυτός του μπορεί να διακρίνει. Αναρωτιέται αν μπορεί να κατανοήσει τη γυναικεία συνθήκη που σημάδεψε τη ζωή της μητέρας του όταν ο κόσμος γύρω του αντιλαμβάνεται και προσδιορίζει τον ίδιο ως άντρα:

Τι είναι ένας άντρας; Η αρρενωπότητα, η εξουσία, η συντροφικότητα με τα άλλα αγόρια; Εγώ δεν είχα τίποτα απ’ όλα αυτά. Το ότι δεν υπάρχει κίνδυνος να σου επιτεθούν σεξουαλικά; Ούτε από αυτό ήμουν προστατευμένος.

Η φτώχια, τα ταξικά σύνορα, είναι πιο αισθητά και αδιαπέραστα στη μικρή κοινωνία ενός χωριού, εκεί όπου είναι μεγαλύτερη η φυσική εγγύτητα των ανθρώπων. «Μου έλεγες πάντα ότι δεν καταλάβαινες γιατί ο πατέρας μου ήταν τόσο κακός με την ίδια του την οικογένεια και τόσο ευγενικός, ακόμα και γενναιόδωρος με τους άλλους, τους άγνωστους (…) νομίζω πως ήθελε να κάνει την οικογένεια του να πληρώσει που ήταν η οικογένειά του, επειδή ήταν τα πρόσωπα της δυστυχίας του». Ο Eddy συνειδητοποιεί πως μιλώντας για τη μητέρα του δεν περιγράφει την ιστορία μιας γυναίκας αλλά την ιστορία ενός πλάσματος που αγωνιζόταν για το δικαίωμα να είναι γυναίκα, ενάντια στην ανυπαρξία που της επέβαλλε η ζωή της. Όταν ο ίδιος πήρε τις αποστάσεις του και μπόρεσε να αρθρώσει δική του γλώσσα, κατάφερε να διαχωρίσει και τη ντροπή του απ’ τη δική της. Η μητέρα του εξακολουθούσε να αρνείται την πραγματικότητα, μη έχοντας αποκτήσει ποτέ τη δική του μόρφωση, παρ’ όλα αυτά η φυσική απομάκρυνση μεταξύ του γιου και της μητέρας τους έφερε πάλι κοντά. Κι όταν εκείνη βρήκε την ελευθερία της, τότε η προσέγγισή τους έγινε ουσιαστική, μια προσέγγιση που δεν άλλαξε μόνο το δικό της μέλλον αλλά μετασχημάτισε και το κοινό τους παρελθόν. Και η οριστική απελευθέρωσή της από την παλιά ζωή λύτρωσε τελικά και τη δική του μνήμη από την καταστροφική στάση της απέναντι στην ιδιαιτερότητα του μικρού Eddy. «Τότε που μου έλεγε, με αηδία ανάμεικτη με εκνευρισμό, Δε μπορείς να είσαι λίγο πιο φυσιολογικός πού και πού;» Η μητέρα του αποκτά την πολυπόθητη χειραφέτησή της και ο γιος την παρακολουθεί συγκινημένος, συμφιλιωμένος πλέον και ο ίδιος με τη δική του ταυτότητα, με τις δικές του αλήθειες.

Παίρνοντας απόσταση από τα γεγονότα διακρίνουμε με μεγαλύτερη ευκρίνεια την πραγματικότητα. «Έμαθα να βλέπω τη βία όταν απομακρύνθηκα από αυτήν και τη βλέπω παντού…» Η ολιγοσέλιδη περιγραφή της μεταμόρφωσης αυτής της γυναίκας είναι η πορεία προς την αυτεπίγνωση, τη λύτρωση, την αλήθεια του καθενός. Είναι η ανακάλυψη ενός χαμένου εαυτού.

Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας, του Εdouard Louis

Μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη
Εκδόσεις Αντίποδες
σελ. 112

6
Μοιράσου το