Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Χρονικό του μοναστηριού, του José Saramago

feature_img__xroniko-tou-monastiriou-tou-jos-saramago
Ο Saramago και το «Χρονικό» του

Ο Saramago είναι από τους συγγραφείς εκείνους που καταφέρνουν μια πολύ όμορφη ισορροπία ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό, μια ισορροπία που γίνεται απαραίτητη θα έλεγε κανείς για να γίνει κατανοητή σε βάθος η ίδια η πραγματικότητα. Αυτή την ισορροπία την πετυχαίνει εξαιρετικά και σε ένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματά του, το «Χρονικό του μοναστηριού» (εκδ. Καστανιώτη, μτφρ. Αθηνά Ψυλλιά).

Μετά και τη φετινή απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά και στον απόηχο μιας έντονης διαδικτυακής διαμάχης έπειτα από παράθεση ενός ιδιαίτερα φορτισμένου αποσπάσματος του συγγραφέα από Έλληνα δημοσιογράφο σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις, αποφάσισα να βάλω σε σειρά κάποιες σκέψεις μου για τον José Saramago, τον σπουδαίο Πορτογάλο λογοτέχνη που τιμήθηκε με Νόμπελ το 2011, με αφορμή το τελευταίο βιβλίο του που διάβασα, το «Χρονικό του μοναστηριού».

Ο Saramago δεν κρύφτηκε ποτέ με τα έργα του. Υπήρξε πάντοτε αιχμηρός, πάντοτε έτοιμος να εμπλακεί με τα μεγάλα ζητήματα, πάντοτε προετοιμασμένος να ασκήσει δριμεία κριτική στους θεσμούς, αλλά και πάντοτε αρκετά ευαίσθητος ώστε να δώσει χώρο στο έργο του για τις πιο όμορφες στιγμές ανθρωπιάς αλλά και για τον αγώνα του ανθρώπου να αναζητήσει κάποιο νόημα στη ζωή του. Και μάλιστα, το κατορθώνει αυτό με ένα πολύ ιδιαίτερο στυλ και με ένα ισορροπημένο πάντρεμα της πραγματικότητας με το φανταστικό στοιχείο. Και αν, λόγου χάρη, το «Περί τυφλότητος» υπήρξε ένα έργο που συγκεντρώνει παραδειγματικά τα παραπάνω χαρακτηριστικά, το «Χρονικό του μοναστηριού» είναι εξίσου εύστοχο, βαθύ και φιλοσοφημένο, αν και εδώ η κριτική και σαρκαστική διάθεση του Saramago γίνεται πιο υποδόρια, λόγω της τοποθέτησης της ιστορίας στο μακρινό ιστορικό παρελθόν της Πορτογαλίας.

Το «Χρονικό του μοναστηριού» είναι ένα κείμενο άξιο θαυμασμού. Όχι τόσο για την δόμηση της ιστορίας του –στην ουσία μπλέκονται στο μυθιστόρημα πολλές και διαφορετικές ιστορίες, οι οποίες έχουν φυσικά σημεία επαφής– όσο για το πεδίο και την ανθρωπογεωγραφία που χαρτογραφεί, και για τους μοναδικούς τρόπους που το καταφέρνει. Το «Χρονικό» αναφέρεται στην Πορτογαλία του 18ου αιώνα και συμπεριλαμβάνει ορισμένα ιστορικά πρόσωπα. Οι δύο βασικοί πυλώνες της ιστορίας του είναι αφενός το χρονικό της κατασκευής του γιγαντιαίου μοναστηριού-παλατιού της Μάφρα από τον Ζουάο Ε’, μετά από τάμα που έκανε στους Φραγκισκανούς για να τεκνοποιήσει η βασίλισσα, και αφετέρου οι προσπάθειες κατασκευής της πρώτης ιπτάμενης μηχανής από τον πολυμήχανο Ιησουίτη ιερέα Μπαρτολομέου Λορέντσο. Σ’ αυτές τις δύο ιστορίες κεντρικό ρόλο διαδραματίζουν και δύο χαρακτήρες που πλάθει ο ίδιος ο συγγραφέας, ο πρώην στρατιώτης Μπαλτάσαρ και η μυστηριακή Μπλιμούντα, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με μια σχέση βαθιάς ερωτικής αγάπης. Όπως αναφέρθηκε, οι δύο ιστορίες μπλέκονται μεταξύ τους με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους –όχι πάντα με αυτό που ίσως κάποιος χαρακτήριζε αφηγηματική ισορροπία. Ωστόσο, αυτό δεν έχει σημασία στο μυθιστόρημα. Γιατί εκείνο που επιδιώκεται –και επιτυγχάνεται– μέσω της γραφής του Πορτογάλου συγγραφέα και της περιπλοκής των ιστοριών, είναι περισσότερο να φιλοτεχνηθεί ένα συνολικό πορτραίτο της Πορτογαλίας. Γιατί πίσω από τις ιστορίες του «Χρονικού» κρύβονται θεματικές όπως η εξουσία (πολιτική και θρησκευτική), η δικαιοσύνη, η ανθρώπινη ζωή και οι ακραίες συνθήκες διαβίωσης, η εφευρετικότητα, η δίψα για γνώση, το πάθος για ανακαλύψεις και η ανθρώπινη πνευματικότητα. Και αυτά τα θέματα, μολονότι καίρια στην Πορτογαλία του 18ου αιώνα της βασιλικής απολυταρχίας και της Ιεράς Εξέτασης, είναι θέματα που αφορούν και την Πορτογαλία της εποχής του Saramago (ας μην ξεχνάμε τη σύγκρουση του συγγραφέα με την Εκκλησία), αλλά και το σύγχρονο κόσμο.

Νομίζω πως ό,τι θαυμάζω περισσότερο στον Saramago –εκτός φυσικά από το λιτό αλλά και περίτεχνο ύφος του (ειδικά στους διαλόγους)– είναι η μαεστρία με την οποία κινείται ανάμεσα στη ρεαλιστική αναπαράσταση της καθημερινότητας και στο πάντρεμα της καθημερινότητας με το όνειρο και τη φαντασία. Στο «Χρονικό του μοναστηριού» ο Saramago αρχικά μας παραδίδει δεξιοτεχνικά ενσταντανέ από την καθημερινή ζωή των Πορτογάλων, καταγράφοντας πιστά τις συνθήκες διαβίωσης και τα πλαίσια που την καθόρισαν (χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι, πρώτον, η διαρκής απειλητική παρουσία της Ιεράς Εξέτασης, και δεύτερον, η αδίστακτη βασιλική εξουσία που, κάνοντας τα καπρίτσια της, εξανάγκαζε και εξόντωνε τον απλό λαό), χωρίς ωστόσο να ξεχνά να ενσωματώνει και το υποδόριο αλλά σαρκαστικό του χιούμορ, φροντίζοντας να φωτίσει με έναν ιδιαίτερο, κριτικό αλλά ταυτόχρονα και πολύ θερμό και ευαίσθητο τρόπο, τη ζωή του παρελθόντος. Χαρίζει, με αυτόν τον τρόπο, στον αναγνώστη τόσο μια απόσταση από την οποία μπορεί να κριτικάρει ανελέητα τα κακώς κείμενα, όσο και μια εγγύτητα με τα πρόσωπα ώστε να τα νιώθει πιο οικεία. Ταυτόχρονα, όμως, ο Saramago ενσωματώνει στο έργο και μία ακόμη διάσταση, πιο «μεταφυσική» θα λέγαμε. Γιατί η Μπλιμούντα, αυτός ο βασικός χαρακτήρας, έχει μια πολύ περίεργη ικανότητα: μπορεί να βλέπει με τα μάτια της κάθε λεπτομέρεια του υλικού κόσμου, μπορεί να «ακτινογραφεί», λες, τα πάντα, και να αντιλαμβάνεται και την παραμικρή τους διάσταση και περιεχόμενο. Η Μπλιμούντα έχει μια φοβερή δύναμη που την κάνει διαφορετική από όλους και ικανή να βλέπει, λες, έναν άλλο κόσμο. Μέσα από την ιστορία της, ο συγγραφέας μάς εισάγει στο χώρο της φαντασίας και του ανεξήγητου –όπως συχνά κάνει–, όχι όμως για να μας περιγράψει έναν κόσμο του επέκεινα, αλλά για να μας γνωρίσει καλύτερα το δικό μας κόσμο. Γιατί μέσα από το χάρισμα της Μπλιμούντα, ο Saramago καταφέρνει να μας προσφέρει μια διαφορετική εικόνα της ίδιας μας της ζωής, καταφέρνει να μας συστήσει εκ νέου το ον αυτό που ονομάζεται άνθρωπος, το οποίο παλεύει μέσα στον υλικό κόσμο και προσπαθεί με το φοβερό εκείνο κομμάτι του που ονομάζεται βούληση να προοδεύσει, να βρει νόημα, να κατορθώσει κάτι. Ο Saramago τελικά παντρεύει το ρεαλιστικό με το φανταστικό για να μας χαρίσει μια ακτινογραφία της ίδιας της πραγματικότητάς μας, ρίχνοντας –αν θέλετε– μια αόρατη ακτίνα πάνω στο ορατό σώμα ούτως ώστε να αποκαλύψει το σκελετό του.

Το «Χρονικό του μοναστηριού» είναι ένα χαρακτηριστικό έργου του corpus του Saramago. Θα έλεγα μάλιστα ότι πρόκειται για ένα από τα πιο λαμπερά του έργα – αν μου επιτρέπεται ο χαρακτηρισμός. Πρόκειται για ένα διαμάντι που, παρά τις διαφορετικές και αυτόνομες πλοκές που «συναντώνται» στο έργο, παραμένει σαν ένα ακτινοβόλο κείμενο ενός στοχαστή με τρομερή δύναμη και διορατικότητα. Αν μη τι άλλο, και με αυτό, όσο και με τα άλλα μυθιστορήματά του, ο Saramago παραμένει ένας καταλυτικός συγγραφέας που λάμπει σήμερα, και τον οποίο οφείλουμε να ακούμε και να ανακαλούμε, για την πίστη του στο ρόλο του κριτή της εξουσίας και για την εμμονή του να πιστεύει στην καλοσύνη και την ανθρώπινη θέληση μέσα στο σκοτάδι.

Χρονικό του μοναστηριού, του José Saramago
Μετάφραση: Αθηνά Ψυλλιά
Εκδόσεις Καστανιώτη
σελ. 386

1
Μοιράσου το