Άνθρωπός μου για εμένα είναι αυτός, που όταν τον σκέφτομαι, η καρδιά μου έχει βρει το σπίτι της.
«Για ακόμη μια φορά βρίσκομαι στην ίδια θέση και στάση που με βρίσκει οποιοσδήποτε τα τελευταία χρόνια, στην άκρη του διπλού μας κρεβατιού.
Κάποια πράγματα απλώς δεν μπορείς να τα έχεις.
Ο Theodor Adorno γράφει κάπου στα “Minima Moralia” πως μια προδοσία σε μια σχέση δεν αφαιρεί κάτι από το μέλλον της. Όχι: αφαιρεί, διαγράφει και κατακρημνίζει το παρελθόν της – γιατί μας φέρνει στο νου ΕΚΕΙΝΑ τα αγαπημένα λόγια και τα ακούμε ξανά με ή χωρίς τη μάσκα τους – μας φέρνει στο νου ΕΚΕΙΝΑ τα καυτά φιλιά και μας φαρμακώνει τα χείλια – μας φέρνει στο νου ΕΚΕΙΝΑ τα τρεμάμενα χάδια και σπαράζει το είναι μας. Θα μιλήσω για σένα.
Θυμάμαι εκείνο το βράδυ, σου φώναξα δυνατά με σφιγμένες γροθιές, καθώς το νερό της βροχής θόλωνε τα μάτια μου πως «κουράστηκα να χάνω ανθρώπους από τη ζωή μου!» Και τότε έφυγες.
Πού είσαι; Tι έγινε; Tι έγινα; Tι γίναμε; Πού πήγες και πού πήγα; Πού πήγαμε. Μοναξία. Μόνος; Μόνη. Μόνοι. Πού είσαι; Πού πήγες; Πού πήγαμε; Σκοτάδι.
« Ήταν μόνος και δεν έκανε τίποτα άλλο από το να βρίσκει τον εαυτό του. Λοιπόν, απολάμβανε τη μοναξιά του και σκεφτόταν πολύ ωραία πράγματα για ώρες ολόκληρες. » Νίτσε.
Ένιωθα το νερό της θάλασσας να μου γαργαλάει τα πόδια. Μύριζα τον αέρα. Μύριζα τη θάλασσα. Μύριζα την ηρεμία. Μύριζα τη χαρά, το γέλιο. Μύριζα την ελευθερία.
Ο Νίτσε έγραψε «Αυτός που δεν ξέρει να δίνει τίποτα, δεν ξέρει και να νιώθει τίποτα» και ο Αλεχάντρο Ζοντορόβσκι έλεγε «Ό,τι δίνεις το δίνεις σε σένα. Ό,τι δίνεις το αφαιρείς από σένα». Εγώ; Μην περιμένεις να πάρεις, ό,τι δώσεις.
Θυμάμαι πήγαμε βόλτα. Δε το είχαμε κάνει ποτέ. Τόση ιστορία, τόσο παρελθόν, αλλά μια βόλτα ποτέ.
Δε μπορούσα με τίποτα να καταλάβω το λόγο για τον οποίο οι φίλες μου ήθελαν τόσο πολύ να πάμε σε αυτό το πάρτι. Πάρτι σε καράβι έλεγαν… techno ,sexy dress code, age limit… τέρμα darkίλα… «Nαι και τι;» απαντούσα εγώ κάθε φόρα και τρελαινόντουσαν. Το διοργανώνει το Oranje bus, έλεγαν με μια λαχτάρα, λες και αυτός ο Oranje bus ήταν κάνας πανέμορφος μελαχρινός με γένια… αυτά των τριών ημερών… ξέρετε… αυτά τα ωραία.
Ήξερα πως κάτι επρόκειτο να συμβεί. Το ένιωθα. Και αυτό με έκανε να φοβάμαι ακόμη περισσότερο. Ήξερα αρκετά καλά, πως εμείς του είδους μας έχουμε πολύ σωστά προαισθήματα και πως ποτέ μα ποτέ δε κάνουμε λάθος.
Μερικές ρουφηξιές από ναργιλέ, ένα ποτήρι κρασί, καλή παρέα και άνετα ρούχα στο σπίτι μπορούν να σε οδηγήσουν στον υπολογιστή για να γράψεις. Φώτα σβηστά και ένα τσιγάρο στο χέρι μου, που σε λίγο θα κάνει παρέα με τα υπόλοιπα αποτσίγαρα στο τασάκι. Είναι αστείο, το πως ένα τηλεφώνημα μιας φίλης από την πόλη που σπούδαζες, σου ξύπνησε τόσες αναμνήσεις.