Scroll Top

Λόγος + Τέχνη

Μαίρη Κόντζογλου: «Θεωρώ πως η Θεσσαλονίκη συνεχίζει να είναι μαγευτική για τους επισκέπτες και άφιλη για τους κατοίκους της»

feature_img__mairi-kontzoglou-theoro-pos-i-thessaloniki-sinexizei-na-einai-mageutiki-gia-tous-episkeptes-kai-afili-gia-tous-katoikous-tis
«Οι Μαγεμένες» τιτλοφορείται το πρόσφατο βιβλίο της Μαίρης Κόντζογλου όπου για άλλη μια φορά ιστορία και φαντασία διαπλέκονται χτίζοντας ένα μυθιστόρημα που αναδεικνύει την ιστορία και την καλλιτεχνική αξία των Μαγεμένων (Είδωλα, ή Las Incantadas στα ισπανοεβραϊκά), ενός μνημείου που χρονολογείται στο τέλος του 2ου ή στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ. και τοποθετείται κοντά στη σημερινή οδό Αριστοτέλους της Θεσσαλονίκης. Και ενώ οι Μαγεμένες, ενσωματωμένες στην αυλή ενός Εβραίου εμπόρου, κοσμούσαν το κέντρο της πόλης για αιώνες και τραβούσαν το ενδιαφέρον κατοίκων και επισκεπτών, το 1864 ο Γάλλος παλαιογράφος Emmanuel Miller, με άδεια της οθωμανικής κυβέρνησης διαλύει το μνημείο σε κομμάτια και το μεταφέρει στη Γαλλία, όπου και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου. 

Οι Μαγεμένες, συνοδευόμενες από τον μύθο που συνδέεται με τη γέννησή τους -που θέλει τον Μ. Αλέξανδρο να ερωτεύεται παράνομα τη γυνάικα του βασιλιά της Θράκης-, βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Κόντζογλου και των ηρώων της που προσπαθούν όχι μόνο να αποτρέψουν την κλοπή και μεταφορά του μνημείου, αλλά και να απελευθερωθούν από τον οθωμανικό ζυγό. 

Ποιο είναι το στοιχείο των Μαγεμένων που σας γοήτευσε τόσο πολύ ώστε να γράψετε ολόκληρο μυθιστόρημα στη βάση της ιστορίας του μνημείου;
Η αγάπη που έτρεφαν για το μνημείο όλοι οι κάτοικοι της Σαλονίκης, ανεξάρτητα από την καταγωγή και το θρήσκευμά τους.
Σε μια πόλη πολυπολιτισμική, πολύγλωσση και με τρεις διαφορετικές θρησκείες οι Μαγεμένες ήταν ο «πολιτιστικός», ας το πω έτσι, σύνδεσμός τους.

Πώς συνδέεται η γραφή σας με το ρεύμα του μαγικού ρεαλισμού;
Μου αρέσει κάποιες φορές ο λόγος μου να ακροβατεί ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, είναι πεποίθησή μου πως τα πράγματα δεν είναι έτσι ακριβώς όπως υπάρχουν ή τα βλέπουμε.
Συγγραφικά ο μαγικός ρεαλισμός μού δίνει τη δυνατότητα να «παίξω» με τις καταστάσεις, να δω την υπόθεση και τους ήρωες από ένα άλλο σύμπαν, μου λύνει τα χέρια για κάτι άλλο, κάτι πέρα από τον κόσμο των αισθήσεων, να «προφητέψω» τις εξελίξεις, να δώσω μια άλλη διάσταση στην εξέλιξη. 

Πώς επιτυγχάνεται στις «Μαγεμένες» η σύνδεση του μνημείου και της ιστορίας του με τον λογοτεχνικό λόγο;
Αυτή τη φορά το ιστορικό γεγονός δεν είναι το φόντο, μπροστά από το οποίο εξελίσσεται η μυθιστορία, ανεξάρτητα ή έστω χαλαρά συνδεδεμένη μαζί του, επηρεάζοντας π.χ. τις ζωές των ηρώων.
Αυτή τη φορά οι ήρωες συμμετέχουν στην εξέλιξη του ιστορικού γεγονότος, είτε προσπαθώντας να αποτρέψουν την απαγωγή, κυρίως αυτό, είτε συνεργαζόμενοι με τον απαγωγέα.
Εξάλλου, στις «Μαγεμένες» ο ίδιος ο Miller, ο αρχαιοκάπηλος δηλαδή, «ζωντανεύει». Είναι ένας από τους ήρωες του βιβλίου.
Όπως αντιλαμβάνεστε, αυτή η εξιστόρηση είχε ιδιαίτερες συγγραφικές δυσκολίες. 

Ακολουθείτε πιστά τα ιστορικά γεγονότα ή παρεκκλίνετε στο πλαίσιο της μυθιστορίας; Για παράδειγμα, όντως σκοτώθηκε μία γυναίκα στη διάρκεια της κλοπής του μνημείου από τους ξένους;
Μοναδική μαρτυρία για το γεγονός της απαγωγής είναι οι επιστολές που έστελνε ο ίδιος ο Miller στη σύζυγό του. Πουθενά δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο, δεν το βρίσκω όμως απίθανο κάποιοι άνθρωποι να πλήρωσαν με τη ζωή τους την αντίσταση που προέβαλαν.
Τα ιστορικά γεγονότα, όπως καταγράφονται από τον Miller, είναι αυτούσια μέσα στο βιβλίο. Από εκεί και πέρα ανέλαβε δράση η μυθιστορία. 

Ένας νεαρός καλλιτέχνης, γόνος πλούσιας οικογένειας (ο Αλέξανδρος), ένας Γάλλος γιατρός μεγάλης ηλικίας (ο Τομά Νταγύ) και ένας φτωχός χριστιανός, μικρό παιδί ακόμη (ο Νικόλας), συνθέτουν μια ασυνήθιστη τριάδα, γίνονται αχώριστοι φίλοι. Πώς συμπλέουν τρεις εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες κατά τη γνώμη σας;
Συμπλέουν με το κοινό όραμα της λευτεριάς, καθώς ό,τι συμβαίνει είναι αποτέλεσμα της σκλαβιάς.
Και όταν λέω «λευτεριά», δεν εννοώ μόνο τη λευτεριά από τον κατακτητή. Μιλάω και για την ατομική ελευθερία.
Υπάρχουν βέβαια και άλλοι λόγοι, οι τρεις ήρωες που αναφέρατε βρίσκουν στο πρόσωπο των άλλων όσα τους λείπουν. Έναν πατέρα, έναν αδελφό, έναν γιο. 

Στο βιβλίο πρωταγωνιστεί και ένας γάτος, ο Λευτέρης, που κατά τη γνώμη μου είναι από τα πιο γοητευτικά στοιχεία του μυθιστορήματος. Πώς προέκυψε ο χαρακτήρας αυτός και ποιος είναι ο ρόλος του στο βιβλίο;
Ο Λευτέρης καταρχάς και με κάθε ειλικρίνεια προέκυψε από την ανάγκη που είχα αισθανθεί τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια, όσο έγραφα «Τα παλιά ασήμια», να έχω ένα ζώο για παρέα τις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς, μια γάτα που θα ήταν ξαπλωμένη δίπλα στον υπολογιστή…
Βέβαια, και σε ένα άλλο βιβλίο μου, στο «Περπάτα με τον άγγελό σου», έχω ήρωα έναν σκύλο που αγαπήθηκε πολύ από τους αναγνώστες.
Τα ζώα για μένα στη λογοτεχνία είναι ό,τι και στη ζωή. Συντροφιά, αγάπη, αφοσίωση, ζεστασιά, έγνοια. Μπορείς όλα αυτά να τα περιγράψεις μόνο μέσα από τις αντιδράσεις τους ή τις αντιδράσεις του αφεντικού τους. 

Ποια είναι η γνώμη σας για τον άνθρωπο που «έκλεψε» τις Μαγεμένες, τον Emmanuel Miller; Η εσωστρεφής, μοναχική, «αντικοινωνική» ίσως προσωπικότητα που σκιαγραφείται στο βιβλίο αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα; Μπορείτε να δικαιολογήσετε την πράξη του;
Μπορώ να την εξηγήσω, όχι να τη δικαιολογήσω. Την άποψή μου την έχω καταθέσει στα λόγια που (υποτίθεται πως) λέει ο Όθων στην αρχή του βιβλίου. «…μοιάζουν με άτεκνους γονείς που απάγουν ένα παιδί για να έχουν και εκείνοι».
Γνώστης της αρχαιότητας, θαύμαζε φυσικά τα έργα που γεννήθηκαν τότε. Ο Miller έτυχε να γνωρίζει την αρχαία Ελλάδα, αντίστοιχοι υπήρξαν για την αρχαία Αίγυπτο, Βαβυλωνία, Τροία, Κίνα κ.λπ.
Ο θαυμασμός του Miller, όπως και των υπολοίπων, «εξοστρακίστηκε» από την ισχύ που είχε τότε η Δύση. Θεώρησαν πως όλα τους ανήκαν.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σήμερα. Μόνο που τώρα δεν κλέβουν αρχαιότητες, κλέβουν φυσικούς πόρους. 

Ποιες αξίες κινητοποιούν τους ήρωές σας;
Η λευτεριά, το είπα και παραπάνω. Η λευτεριά σε όλα τα επίπεδα. Της πατρίδας, η ατομική ελευθερία, η κοινωνική, η φυλετική, η θρησκευτική. Όλοι τους σπάνε δεσμά. Ή έστω προσπαθούν. 

Η αγάπη για την πατρίδα φαίνεται να υπερνικάει όλα τα υπόλοιπα. Ποια είναι η γραμμή που διαχωρίζει τον εθνικόφρονα από τον εθνικιστή;
Ο εθνικιστής δεν αναγνωρίζει σε κανέναν άλλον το δικαίωμα να αγαπάει την πατρίδα του, γιατί η δική του είναι η καλύτερη, η σωστότερη, η δυνατότερη. Ο εθνικιστής διαβαίνει τη ζωή του με αυτή τη «σημαία», ο εθνικόφρων όταν η πατρίδα του διατρέχει κίνδυνο.
Γι’ αυτό έβαλα τον Τομά Νταγύ στις «Μαγεμένες». Φοβήθηκα πως μπορεί να γινόταν λίγο… πατριδολάγνο το κείμενο. Ο Νταγύ αγωνίζεται για τα δικαιώματα των άλλων. Στον Κριμαϊκό πόλεμο και στη Σαλονίκη του 1864. 

Ο τρόμος του πρόσφυγα, αναφέρετε σε κάποιο σημείο του βιβλίου, μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Το πιστεύετε αυτό;
Ασφαλώς. Το θέμα το έχω μελετήσει ιδιαίτερα στα «Παλιά ασήμια», όπου διαπραγματεύτηκα την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Πρόκειται για το «διαγενεολογικό τραύμα» όλων των προσφύγων που μεταδίδεται σχεδόν γονιδιακά. 

Ο Miller χαρακτηρίζει στις επιστολές του τους Εβραίους ως «μυστήριους» ανθρώπους. Ποια στοιχεία τον εκπλήσσουν κατά τη γνώμη σας;
Το συγκεκριμένο στο οποίο αναφέρεστε είναι από μια περιγραφή που δίνει όταν οι Εβραίοι της Ρόγκος παρακολουθούν την αποξήλωση του μνημείου και δεν φεύγουν ακόμα και όταν τους καταβρέχουν.
Του είναι ανεξήγητη, προφανώς, η συμπεριφορά τους, γιατί αγνοεί τον φόβο του υπόδουλου αφενός, αφετέρου γιατί είναι πεπεισμένος πως του ανήκει το μνημείο, σαν δυτικός που είναι.

Η Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα φαντάζει ιδιαίτερη και μαγευτική λόγω της πολυπολιτισμικότητάς της. Πιστεύετε ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία με τη σημερινή Θεσσαλονίκη;
Ωραία ερώτηση για το τέλος…
Κάποια, ίσως.. Θεωρώ πως συνεχίζει να είναι μαγευτική για τους επισκέπτες και άφιλη για τους κατοίκους της, όπως συνέβαινε και τότε – η ζωή των ηρώων είναι σκληρή. 
Κατά τα άλλα, είναι κέντρο του τίποτα πια, έχει ένα νεκρό λιμάνι και εχθρεύεται οτιδήποτε το νεωτεριστικό. Γενικά. Γιατί εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν.

Οι Μαγεμένες, της Μαίρης Κόντζογλου
Εκδόσεις Μεταίχμιο
σελ. 523

Συνέντευξη: Ελένη Μαρκ 

1
Μοιράσου το