Και έπαθα λοιπόν το επονομαζόμενο και εντελώς απ’ το μυαλό μου βγαλμένο «σύνδρομο του κέρσορα».
«Τώρα που έγραψα πολλές λέξεις ομολόγησα τόσους έρωτες, για τόσους πολλούς, και υπήρξα ολότελα αυτό που ήδη ήμουν- μια γυναίκα των καταχρήσεων, της φλόγας και της απληστίας βρίσκω την προσπάθεια ανώφελη. Άραγε δεν κοιτάζω στον καθρέφτη, αυτές τις μέρες, δεν βλέπω μια μέθυσο αρουραίο να αποστρέφει τα μάτια της;»
Πριν αρχίσουν όλα. Είχαν κιόλας αρχίσει
Kαλοκαίρι. Η θερμοκρασία έχει ανέβει. Τα ρούχα των γυναικών λιγοστά, η θάλασσα ζεστή και χιλιάδες μαυρισμένα κορμιά ξεχύνονται στις παραλίες. Μοιραία, το βιβλίο που θα μας απασχολήσει έχει ως θέμα, εκείνο που μας ενδιαφέρει περισσότερο αυτήν την εποχή: πώς θα φτιάξουμε τον ιδανικό κήπο για το σπίτι των ονείρων μας. Εντάξει, μάλλον δεν είναι αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο. Ας μιλήσουμε για σεξ, παρέα με τον Τομ Σαρπ.
Είναι μεγάλος σε ηλικία. Εκείνη είναι μικρή. Τουλάχιστον πολύ μικρότερη από ‘κείνον. Θα μπορούσε να είναι όχι απλά κόρη του αλλά εγγονή του. Είναι όμορφη όμως η άτιμη. Και τώρα τι γίνεται; Μπέρδεμα.
Και ιδού τι γίνεται όταν οι street artists αγαπάνε τα βιβλία. Αυτή λοιπόν είναι η νέα κολεξιόν του εκδοτικού οίκου Penguin Books.
Στο νέο του βιβλίο, ο καλλιτέχνης William Stout παρουσιάζει τα έγχρωμα πορτραίτα των πιο διάσημων καλλιτεχνών της “Blues” μουσικής σκηνής.
«Οι μέρες έφευγαν, αλλά ο χρόνος είχε συρρικνωθεί σε μια αλλόκοτη μάζα επαναλαμβανόμενων κινήσεων. Σαν καλοκουρδισμένες μηχανές, περιφερόμασταν από γειτονιά σε γειτονιά, ή ακόμα και μέσα στα σπίτια μας, γνωρίζοντας ενδόμυχα ότι δεν υπήρχε πλέον τίποτα να ειπωθεί και τίποτα να περιμένουμε, εκτός από το ποιος από όλους μας θα ήταν το επόμενο θύμα.
Πολύ συχνά έχω την αίσθηση, ότι το κριτήριο που μας διαφοροποιεί και μας κάνει ξεχωριστούς είναι τα πάθη και οι έμμονες μας. Βέβαια υπάρχουν η εξωτερική εμφάνιση, η λογική, τα όνειρα και οι ιδέες που μας χαρακτηρίζουν αλλά όλα αυτά αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου. Το πάθος από την άλλη μπορεί να λαγοκοιμάται για χρόνια μέσα στον εκάστοτε δυστυχή και όταν νομίζει ότι ξεμπέρδεψε οριστικά με δαύτο, να ξεπροβάλλει πάλι λαμπερό και να τον κατασπαράξει.
Υπάρχουν καλοί και λιγότερο καλοί συγγραφείς. Υπάρχουν επίσης οι σπουδαίοι και οι εμβληματικοί. Τέλος, υπάρχουν και εκείνοι που δυσκολεύεσαι να τους εντάξεις, χαμογελάνε κάτω από τα μουστάκια τους -με ύφος ξέρω κάτι που εσύ δεν ξέρεις- αναμειγνύουν στις συνταγές τους τα πιο απίθανα υλικά και σερβίρουν ένα γεύμα διαφορετικό. Κυρίες και κύριοι υποδεχθείτε μία από τις γοητευτικότερες μορφές της αμερικανικής διανόησης του 20ου αιώνα σε μία μοναδική παράσταση: τον Κερτ Βόνεγκατ στο «Σφαγείο Νο 5».
Είσαι απ’ αυτούς τους περίεργους. Είσαι απ’ αυτούς που θέλουν να βιώνουν έναν ελεγχόμενο φόβο με τα μάτια τους να μεταπηδούν με έκσταση από αιματοβαμμένη πρόταση σε νεκρικό σημείο στίξης.
Όλοι έχουν ένα μέρος που το θεωρούν καταφύγιο. Μερικοί κάνουν τα πάντα για να βρεθούν εκεί. Σφαίρες, αίμα, θάλασσα, ελληνικά νησιά και μπόλικη τεχνολογία είναι τα περιεχόμενα αυτής της ιστορίας.
Είχα απομείνει ολομόναχος. Η παραλία είχε αδειάσει από ώρα. Όλος ο κόσμος και η βουή του, χάθηκαν σαν ομίχλη που την παίρνει ο αέρας. Η βραδινή αύρα απλώθηκε πάνω από την ράχη της θάλασσας και έκανε τα μικρά κύματα να μοιάζουν με αστροκέντητα σινιάλα, καθώς λαμπύριζαν κάτω από το σεληνιακό φως, δημιουργώντας έτσι τον δρόμο του φεγγαριού. Κάθισα στους αστραγάλους μου και άρχισα να διαβάζω το βιβλίο μου. Και τότε, μέσα στην απόλυτη ησυχία, άκουσα το κάλεσμα…
Πρώτη φορά μου μίλησε για τo Λένο Χρηστίδη ένας φίλος ηθοποιός που έπαιξε σε ένα θεατρικό του «Δύο θεοί. Το τέλος του κόσμου σε τέσσερις πράξεις». Έτυχε να τον γνωρίσει. Μου έλεγε αργότερα με ενθουσιασμό: ωραίος τύπος, ανατρεπτικό χιούμορ, ταξιδεύει πολύ, γράφει και το καλοκαίρι βουτάει με τη μάσκα του και παρατηρεί με τις ώρες τα ψαράκια. Από όλη τη κουβέντα μου έμεινε περισσότερο η συνήθειά του να παρατηρεί το βυθό, μάλλον γιατί είχα παρόμοια χόμπι. Όταν έπεσαν στα χέρια μου «τα χαστουκόψαρα», όσο και αν μοιάζει αστείο, φαντάστηκα μία ιστορία με πρωταγωνιστή το Nemo ή κάτι παρόμοιο. Ευτυχώς το βιβλίο έχει άλλη θεματική και η ιστορία δεν εκτυλίσσεται στη θάλασσα. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή.
Θα ξεκινήσω λάθος. Θα ξεκινήσω αντίστροφα αυτή τη φορά, όπως αρμόζει στον Charles Bukowski που λίγο πολύ έζησε μία ζωή αντίστροφη, κάπως ανάποδη. Θα ξεκινήσω με τα πολλά κι ενοχλητικά «γιατί δεν πρέπει να διαβάσεις Bukowski, καλέ μου αναγνώστη».
Με τον παράδοξο αυτό τίτλο ο Θωμάς Τσαλαπάτης κάνει ντεμπούτο στην ποίηση. Ο κύριος Κρακ, ο χαρακτήρας που περιδιαβαίνει τα περισσότερα ποιήματα του συγγραφέα είναι ο άνθρωπός μας. Είναι αυτός που φοβάται τις συναντήσεις με γνωστούς, αναμετράται με γίγαντες της λογοτεχνίας, δεν κοιμάται τις νύχτες γιατί στον ύπνο φωλιάζουν οι μεγαλύτεροι φόβοι του και κάποιες φορές τριγυρνάει στην πόλη διάφανος.
Αναρίθμητα σινιάλα αστεριών έπεφταν στο διψασμένο μου σώμα. Οι οφθαλμοί μου αγόρευαν τη σιωπή
Δυο άγνωστα άτομα στον κοινό χώρο ενός αναγνωστηρίου. Ο καθένας χαμένος στο δικό του κόσμο, στις δικές του σκέψεις. Ο καθένας προσπαθεί να περάσει την ώρα του, χαμένος στη μοναξιά του, με όποιο τρόπο μπορεί.
Το Ανθρώπινο Στίγμα. Στίγμα… στίγμα… Θυμάμαι ότι πριν ξεκινήσω να διαβάζω το βιβλίο ενός από τους αγαπημένους μου συγγραφείς, βρισκόμουν να κοιτάω με μεγάλη επιμονή και με βλέμμα δανεισμένο από μάσκα αρχαίας τραγωδίας το μπεζ ταβάνι μου…
Έχει μπόλικο αίμα, νεκροζώντανους, ζωντανό διάλογο, ενδιαφέροντες χαρακτήρες κι έναν συγγραφέα που αγαπάει αυτό που κάνει και δεν δείχνει να έχει κουραστεί καθόλου. Και έχει ήδη περάσει τα 100 τεύχη. Και είναι και ασπρόμαυρο, το οποίο για κάποιο λόγο το κάνει να φαίνεται ακόμη πιο απίθανο. Σας παρουσιάζουμε το –δεν το πιστεύω ότι κανείς δεν είχε σκεφτεί αυτό τον τίτλο μέχρι τότε- “the Walking Dead”!
Είχα έναν φίλο που δεν ήθελε να ξέρει τίποτα. Επιθυμούσε την πλήρη άγνοια. Όλοι όμως προσπαθούσαν να του δώσουν πληροφορίες, από τότε που γεννήθηκε.
Το καλύτερο σημείο της αναχώρησης για ένα ταξίδι, είναι η στιγμή που αφήνεις το σπίτι για να πάς στο αεροδρόμιο. Αυτό και η αίσθηση που έχεις μόλις το αεροπλάνο καβαλήσει τα σύννεφα. Συνήθως. Αν τα καταφέρεις να φτάσεις μέχρι εκεί, αν τα καταφέρεις να φύγεις εγκαίρως από το σπίτι.
Πάρε μια ανάσα. Πάρε όσο πιο βαθιά ανάσα μπορείς. Αυτό το κείμενο θα διαρκέσει περίπου όση ώρα μπορείς να κρατήσεις την ανάσα σου, και λίγο παραπάνω. Οπότε άκου όσο πιο γρήγορα μπορείς.
Κι εκεί που καθόμαστε και ρεμβάζουμε, αυτός γυρίζει προς το μέρος μου και μου λέει, «Φαντάσου ξαφνικά στον πλανήτη Γη να επικρατούσε απόλυτη ησυχία…
Τυχαία μπήκα στο βιβλιοπωλείο, τυχαία έπεσε το μάτι μου πάνω στο βιβλίο και καθόλου τυχαία μ’ έβαλε σε ανυπόφορες σκέψεις. Ο λόγος για την συλλογή διηγημάτων του Truman Capote, “Music for Chameleons” («Μουσική για Χαμαιλέοντες», Εκδόσεις «Καστανιώτη»).
Μια μικρή ιστορία για ένα χωρισμό, κάτι αδέσποτες φωνές, κάποιον που δεν έχει ούτε διάθεση να συμμαζέψει το σπίτι του, και ένα παλιό σπίτι στο Βόλο. Η συνέχεια εντός.
“Please remember: things are not what they seem”, Haruki Murakami, “1Q84” いちきゅうはちよん. Ή αλλιώς, Ichi-Kyū-Hachi-Yon. Ή αλλιώς, ο τίτλος της τελευταίας τριλογίας του Haruki Murakami στη μητρική του γλώσσα, τα ιαπωνικά.
Μια μικρή ιστορία για μια βόλτα που αλλιώς ξεκίνησε και αλλιώς κατέληξε. Πάντως από τώρα σας λέω ότι για όλα φταίει ένας σωρός από πέτρες και η ομορφιά μιας κόκκινης βέσπας.
“Howard Roark laughed”. Κι εκεί που σκέφτεσαι ότι έχεις βαρεθεί να βλέπεις να γίνεται ο κακός χαμός του βιασμένου εντυπωσιασμού σε κάθε εισαγωγή βιβλίου, έρχεται η εκκεντρική και αμφιλεγόμενη Ayn Rand. Εκ Ρωσίας του 1905 σου δείχνει πώς γίνεται με τρεις λέξεις και χωρίς ίχνος επιθέτων, επιρρημάτων, γραμμικής Β΄ και λοιπών διακοσμητικών να συνθέσεις την πρώτη παράγραφο ενός από τα πιο σημαντικά βιβλία του κόσμου.