Όταν η Anna Burns κέρδισε το Man Booker για το 2018, κέρδισε πολλά περισσότερα από την αναγνώριση της συγγραφικής της δεξιοτεχνίας. Κατά κάποιο τρόπο κέρδισε τη ζωή της πίσω.
H Γιώτα Γουβέλη, μετά το γοτθικό μυθιστόρημα «Ματωμένα εντελβάις», έρχεται και πάλι στο προσκήνιο, χαρίζοντάς μας ένα μυθιστόρημα εποχής, που διαδραματίζεται στα μέσα του 19ου αιώνα. Πτυχές από τη ζωή του Όθωνα και της Αμαλίας παρουσιάζονται στην υπόθεση του βιβλίου, σε ένα περιβάλλον όπου οι κόσμοι της μεγαλούπολης και του χωριού συγκρούονται.
«Ένα βιβλίο που προσεγγίζει τις πιο έντονες εμμονές του συγγραφέα: το βάρος του παρελθόντος, τα λάθη της μνήμης, τον τρόπο με τον οποίο διασταυρώνονται οι ζωές μας με τον πολιτικό κόσμο, και τη σημασία της άποψης για τις κοινωνίες μας.»
Το πρώτο μυθιστόρημα της Ιρλανδής συγγραφέα Sally Rooney, «Συζητήσεις με φίλους» (Πατάκης, 2019), θα μπορούσε να είναι μία σε βάθος μελέτη χαρακτήρων τους οποίους λίγο έως πολύ αναγνωρίζουμε και συναντάμε στην καθημερινότητά μας. Κοινό στοιχείο τους είναι η γοητεία και ο τρόπος που επιδρά στους γύρω τους. Όμως, η γοητεία τους είναι επιφανειακή και στα κομβικότερα σημεία της αφήγησης οι χαρακτήρες δεν ξεδιπλώνουν τις προσδοκώμενες δυνατότητές τους. Υπάρχει μία διαρκής διακύμανση στα συναισθήματα και αναντιστοιχία στη δράση που άλλοτε απογοητεύει, άλλοτε εκπλήσσει, το ενδιαφέρον όμως ξεθωριάζει γρήγορα στις επόμενες σελίδες.
Είναι τα 16α γενέθλια της Μαρίνα και δεν έχουν τίποτε το ονειρεμένο. Δε φτάνει η εφηβεία και τα προβλήματά της, είναι κι αυτή η μύτη που χιλιάδες φορές ικέτευσε τους γονείς της να χειρουργήσει για να νιώσει πιο όμορφη, είναι κι η ανάμνηση της χτεσινής νύχτας που η μητέρα της πάλι την έσυρε έξω από το κρεβάτι την ώρα που κοιμόταν, ζητώντας της να τεντώσει τα σεντόνια της, γιατί ακόμη και στον ύπνο η πειθαρχία είναι ανεκτίμητη. Τα δώρα της, μέσα στα κακοτυλιγμένα κουτιά τους, είναι το ίδιο θλιβερά όσο και η ζωή της, η στερημένη από τρυφερότητα και χρώμα. Νιώθει ότι κανείς δεν την αγαπάει μέσα στον άσχημο αυτό κόσμο, οπότε ποιο το νόημα; Άλλωστε, μια μέρα όλοι πεθαίνουν.
Όταν ήμασταν παιδιά και κοιτούσαμε το φεγγάρι, νομίζαμε πάντα ότι βλέπουμε ένα πρόσωπο να μας χαμογελάει. Άραγε πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να ζήσουμε στο φεγγάρι; αν υπήρχε μια πόλη πλήρως εξοπλισμένη που θα ξεπερνούσε τα όρια της επιστημονικής φαντασίας;
Ο Italo Calvino χρειάστηκε περίπου δέκα χρόνια για να ολοκληρώσει την αφήγηση μιας ημέρας από τη ζωή του Αμερίγκο Ορμέα, ενός εκλογικού αντιπροσώπου σε ένα από τα πιο δύσκολα εκλογικά τμήματα της Ιταλίας.
Ένα σχεδόν αυτοβιογραφικό αφήγημα του Charles Bukowski μέσα από τη φωνή του λογοτεχνικού alter ego του που ακούει στο όνομα Henry Charles Chinaski.
Το «Μια βραδιά με την Κλαιρ» θα μπορούσε να είναι άλλη μια ιστορία για έναν έρωτα που γεννήθηκε ένα βράδυ. H ερωτική ιστορία αποτελεί όμως, στην περίπτωση αυτή, την απαραίτητη αφορμή για την καταφυγή στη μνήμη, στα παιδικά χρόνια και τον ρωσικό εμφύλιο. Με βιωμένη τη ματαίωση των ονείρων του και διάχυτη την αίσθηση απώλειας νοήματος, ο αφηγητής δεν λέει λέξη για την τύχη του εφηβικού του έρωτα, ούτε για το πώς κατέληξε στη Γαλλία. Αντιθέτως, εμμένει στην «παρελθούσα πραγματικότητα», στο πάθος για το ανεκπλήρωτο. Κοντολογίς, εμμένει σε ό,τι εκφεύγει του πραγματικού αγγίζοντας το ονειρικό.
Πολλές φορές, το μυαλό μας μπορεί να αρρωστήσει έτσι που να ζούμε σε ένα κόσμο δικό μας χωρίς λογική. Πολλές φορές, όμως, το μυαλό είναι και το μόνο που μπορεί να μας θεραπεύσει. Ίσως, άνθρωποι που στέκονται στο δρόμο, κάθε μέρα στο ίδιο σημείο και μοιάζουν χαμένοι σε ένα δικό τους κόσμο, έχουν χάσει κάτι, και απλά ψάχνουν να το βρουν…
Στο αστυνομικό μυθιστόρημα «Ιταλική ίντριγκα», ο συγγραφέας Carlo Lucarelli αναπαριστά την ατμόσφαιρα των νουάρ χολιγουντιανών ταινιών της δεκαετίας του ‘40 και του ‘50.
Ο Νικολίνο είναι εκείνος ο φίλος με τον οποίο θες να συζητάς μαζί του ασταμάτητα, για τα πάντα και για τίποτα. Να τον ακούς να εξιστορεί για ώρες, ξαπλωμένοι κάτω από τον έναστρο ουρανό ή με τη συντροφιά αλκοόλ σε κάποιο μπαρ. Να αφήνεσαι σε αυτή τη ροή της συνείδησης, στις λέξεις και στις έννοιες που έπαψαν να υπάρχουν για τον Σελινούντα.
Ο βραζιλιάνικος μοντερνισμός και η νέα αστική κοινωνία της τροπικής χώρας κάτω από το κριτικό βλέμμα του σπουδαίου Mário de Andrade.
Μετά το «Σε άφησα» και το «Σε είδα», η Clare Mackintosh επιστρέφει στις εκδόσεις Μεταίχμιο με το «Ξέχασέ με».
Γι' άλλη μια φορά ο Stephen King δημιουργεί έναν αριστουργηματικό φανταστικό κόσμο, όπου τα πάντα είναι δυνατά, αρκεί να πιστέψουμε ότι πολλές φορές καμία λογική εξήγηση δεν είναι αρκετή για να ανταποκριθεί στην πραγματικότητα που ζουν οι ήρωές του. Πολλές φορές, πρέπει να «αμφισβητήσουμε την ίδια την πραγματικότητα», όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας για να μπορέσουμε να την αντιμετωπίσουμε.
Ο Θανάσης Τριαρίδης απαγγέλει στην κοινωνική και ηθική συνείδηση. Συνομιλεί με τα κατά συρροή «άλλοθι» που επινοεί η ανθρώπινη συνείδηση προκειμένου να απαρνηθεί τις ευθύνες της για τα δεινά της ανθρωπότητας. Σκαλίζοντας τις μελανές κηλίδες της ιστορίας, φανερώνεται με ποιον τρόπο τελικά επενεργεί η εγκληματική σιωπή των εθελοτυφλούντων αυτουργών στα τεκταινόμενα.
Είναι κάποιες φορές που ο άνθρωπος υποπίπτει σε ένα κρίμα κι αυτό τον κυνηγάει σε όλη του τη ζωή. Και η νέμεση για την ύβρη που διέπραξε πέφτει επάνω του με δύναμη, τον τσακίζει. Αυτό συμβαίνει με τους δύο ήρωες της νουβέλας του Νικήτα Παπακώστα.
Τον Δεκέμβριο του 1853, δημοσιεύεται στο “Putnam’s Monthly Magazine” η νουβέλα του Melville «Μπάρτλμπυ ο Γραφέας», δυο χρόνια μετά το εμβληματικό “Moby Dick”. Σε αντίθεση με την απήχηση που έχει ο Melville και τα έργα του σήμερα, την εποχή εκείνη o «Μπάρτλμπυ» δεν γνώρισε τη δέουσα αναγνώριση. H μεταμοντέρνα διανόηση έχει ασχοληθεί εκτενώς με πλήθος προσεγγίσεων επί του κειμένου, μια εκ των οποίων, αυτή του Gilles Deleuze, εμπεριέχεται αυτούσια στο επίμετρο της επανέκδοσης της νουβέλας από τις εκδόσεις Άγρα.
Το «Τρελοί, τσαρλατάνοι, ταραχοποιοί: Διανοούμενοι της νέας αριστεράς» αποτελεί εμπλουτισμένη εκδοχή της παλαιότερης πολεμικής του Roger Scruton σε μια σειρά από θεωρητικούς, στο έργο των οποίων αναφέρονται, εμπνεόμενοι απ’ αυτό, πλείστοι αριστεροί ακτιβιστές, φοιτητές και διανοούμενοι ως τις μέρες μας.
Μετά το «Η πόλη στις φλόγες» του Garth Hallberg, ένα ακόμη βιβλίο έρχεται να μας μεταφέρει στις μεγαλουπόλεις της Αμερικής. Το “Graffiti Palace” ξεδιπλώνει όλα τα μυστικά του Los Angeles την περίοδο των ταραχών του Watts το 1965.
Μπορεί άραγε μια στιγμιαία απόφαση να σου αλλάξει τη ζωή; Και τι σχέση μπορεί να έχουν μια εξαφάνιση το 1998, με την Κάθριν και το μαχαίρι που βρίσκει πάνω στο κομοδίνο της μια ημέρα του 2001;
Μετά το «Προηγούμενο Κορίτσι» ο J.P. Delaney επανέρχεται με το «Πίστεψέ με», ένα ακόμη ψυχολογικό θρίλερ, το οποίο κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες από τις Εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση της Πηνελόπης Τριαδά.
Πολλές φορές, το παρελθόν συνδέεται με το παρόν με τρόπους που δεν μπορούμε να φανταστούμε, και η λύση βρίσκεται ακριβώς δίπλα μας αλλά τα στοιχεία δεν επαρκούν για να την κοιτάξουμε κατάματα.
Jazz: ένα βιβλίo, μια ιστορία που εκτυλίσσεται με τον τρόπο που εκτελείται το αγαπημένο για πολλούς ομώνυμο είδος μουσικής - όπως υποστηρίζει άλλωστε ένας σημαντικός συνθέτης και πιανίστας της Jazz, ο Τελόνιους Μονκ (Thelonious Monk, 1917-1982), «Η Jazz είναι Ελευθερία».
Ένα ιδιαίτερα αγαπητό έργο του Άγγλου δραματουργού με εισαγωγή και μετάφραση του Διονύση Καψάλη.
Ο «σπόρος» για το δεύτερο βιβλίο της Hannah Kent «Οι Καλοί» υπήρχε πριν ολοκληρώσει το πρώτο της μυθιστόρημα, το πολυσυζητημένο και πολυδιαβασμένο «Έθιμα Ταφής». Ήταν τότε που, ερευνώντας πηγές για την πλοκή των «Εθίμων» και κουρασμένη από τα ισλανδικά που δεν γνώριζε καλά ως γλώσσα, στράφηκε σε βρετανικές εφημερίδες της εποχής αναζητώντας κάποια σχετική αναφορά στα γεγονότα με τα οποία καταπιανόταν στο βιβλίο. Αντ’ αυτού, έπεσε πάνω σε ένα μικρό άρθρο για τη δίκη μιας γυναίκας από την Ιρλανδία και τις κατηγορίες που της απαγγέλθηκαν για τη δολοφονία ενός ανήλικου αγοριού. Αυτό που της έκανε εντύπωση ήταν η απολογία της κατηγορούμενης: η γυναίκα υποστήριζε πως δε θα μπορούσε να κριθεί ένοχη γιατί το μόνο που έκανε ήταν να προσπαθήσει να σώσει ένα παιδί από τα χέρια των μοχθηρών νεράιδων και ξωτικών. Ήταν άραγε δυνατό, αναρωτήθηκε, να πίστευε η γυναίκα κάτι τέτοιο ή ήταν απλά ένα τέχνασμα για να απαλλαγεί από τις κατηγορίες;
Άραγε πώς θα ένιωθε κάποιος αν μπορούσε να ακούσει τις σκέψεις των άλλων και να δει μέσα από τα μάτια τους; Συχνά, σε τέτοιες περιπτώσεις αναρωτιόμαστε αν αυτό το χάρισμα αποτελεί ευχή ή κατάρα γι αυτόν που το κατέχει.
«Το βιβλίο μου είναι μια προσπάθεια να περιγράψω την περίεργη ζωή του νου, τα μυστήρια της ψυχής σε ένα κορμί που πεινάει», Knut Hamsun.
Ο κόσμος μέσα από τα μάτια ενός παιδιού μπορεί να αποκτήσει τρομακτικές διαστάσεις, μπορεί να διαστρεβλωθεί, σύμφωνα με τα λεγόμενα ενός πατέρα που λατρεύει το παιδί του, ενός πατέρα που προσπαθεί να το κάνει να δει τον κόσμο μέσα από τα δικά του μάτια, κλείνοντας την πόρτα μια για πάντα στην παιδικότητά του.
Σαλώμη: Το διαμάντι του Ρομαντισμού
Flatland, η Επιπεδοχώρα ή αλλιώς: Κοιτάζοντας πέρα από τα Όρια
Μια βαλίτσα με φωτογραφίες πολαρόιντ κοριτσιών που έχουν εξαφανιστεί αποτελεί το πρώτο κομμάτι από το παζλ που έχει συνθέσει η επιτυχημένη συγγραφέας Lone Theils.
Ο Luigi Bartolini, με μεγάλη μαεστρία, συνθέτει ένα κινηματογραφικό σκηνικό, καθώς ο ήρωάς του περιπλανιέται στα σοκάκια της μεταπολεμικής Ρώμης ψάχνοντας το κλεμμένο του ποδήλατο.
Η «Σωφρονιστική Αποικία» γράφεται ολιγόμηνα στα 1914 εκ παραλλήλου με την «Δίκη» -και ως εκ τούτου ανταλλάσσει χαιρετισμό μαζί της στις τροχιές διερεύνησης των θεματικών του νόμου, της ενοχής και της ποινής εντός του πλέγματος της δικαιοσύνης- για να δει το καθυστερημένο και επιφυλακτικό φως του «τυπωθήτω» πέντε χρόνια αργότερα κατόπιν μιας αποτυχημένης δημόσιας ανάγνωσης στο Μόναχο στα 1916, φορτισμένης με αντιδράσεις ακραίας απαρέσκειας από την πλευρά του κοινού.
Το «Γκόλεμ» θα μπορούσε να είναι μια αστυνομική ιστορία· έχει όλα τα απαραίτητα συστατικά που θα το κατέτασσαν σε αυτήν την κατηγορία : το μυστήριο μιας δολοφονίας, τον πρώην σύζυγο του θύματος, διάσημο σκακιστή, που γίνεται φυγάς πριν η αστυνομία προλάβει καν να τον κατηγορήσει για το οτιδήποτε, μία γοητευτική και ικανότατη αστυνομικό που αναλαμβάνει να τον εντοπίσει και να δώσει λύση στην υπόθεση. Κρατώντας αυτές τις συντεταγμένες, θα μπορούσε να πρόκειται φαινομενικά για οποιαδήποτε αστυνομική ιστορία μιας κοινότοπης γραμμικότητας. Θα μπορούσε, αν ο συγγραφέας της ήταν κάποιος άλλος κι όχι ο Pierre Assouline.
Πόσες φορές σαν μικρά παιδιά όταν δεν μας άρεσε ο τρόπος που εξελισσόταν μια κατάσταση που μας αφορούσε, δεν αλλάζαμε την έκβαση στο μυαλό μας με τρόπο που να φαινόταν σαν να ήταν όλα με το μέρος μας, σαν να νικούσαμε στο τέλος εμείς...;
8 Ιουνίου 1870. Η ώρα πλησίαζε μεσάνυχτα και ο Charles Dickens καθόταν στην αγαπημένη του κουνιστή πολυθρόνα γράφοντας το μυθιστόρημά του “The mystery of Edwin Drood“. Το υπόλοιπο δωμάτιο ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Μόλις το ρολόι στον τοίχο σήμανε δώδεκα, οι χτύποι του ακούστηκαν παράξενα δυνατοί μέσα στην ησυχία που επικρατούσε. Έκλεισε το τετράδιό του κι ανασήκωσε το κεφάλι του.
Με δυο λόγια, το «Περί οράσεως και χρωμάτων» του Arthur Schopenhauer [1788-1860] είναι μια επιστημονικών και φιλοσοφικών αξιώσεων μονογραφία γραμμένη απ’ τον αγαπημένο «χολερικό» φιλόσοφο των σαρκαστικών αφορισμών και των διεισδυτικών αποφθεγμάτων, η οποία μαρτυρεί τη συστηματική συγκρότηση της σκέψης και το εύρος των ενδιαφερόντων του.
«Αναρωτηθήκατε ποτέ αν η κακιά μάγισσα δεν ήταν στα αλήθεια κακιά; Αν απλά η αγάπη της ήταν τόσο μεγάλη που δεν μπορούσε να τη διαχειριστεί, κι έμεινε για πάντα εγκλωβισμένη κοιτώντας μέσα από την τρύπα της αγάπης μην ξέροντας τι να κάνει;» Andres Barba.
Από τη μακρινή Ισλανδία των ψαροκάικων, του Halldór Laxness και της Björk (ποιος άραγε γνωρίζει περισσότερα για αυτόν τον «βράχο στη μέση του ωκεανού» όπως τον αποκαλεί ο ίδιος ο συγγραφέας;) μας έρχεται ένα σπουδαίο, πολυεπίπεδο, φιλόδοξο βιβλίο που ο παράξενος δυϊσμός του αποτελεί και τη μεγαλύτερη γοητεία του.
Με όχημα την ιστορία του Πέτρου και της Βασιλικής, ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης στο 8ο βιβλίο του κάνει μια ενδιαφέρουσα εξερεύνηση στις αγωνίες, τα ερωτήματα και την ίδια την γλώσσα του έρωτα, αποδεικνύοντας πως το ερωτικό μυθιστόρημα σήμερα μπορεί να είναι μεστό, προοδευτικό, καίριο και ταυτόχρονα λογοτεχνικό.
«Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους. Κάθε δυστυχισμένη οικογένεια, όμως, είναι δυστυχισμένη με το δικό της τρόπο» έγραψε ο Tolstoy ως εισαγωγική φράση στην «Άννα Καρένινα». Κάπως έτσι είναι τα πράγματα και με την οικογένεια που περιγράφει ο Δημήτρης Στεφανάκης στο πρόσφατο μυθιστόρημά του «Ευτυχισμένες οικογένειες». Τα μέλη της φαίνεται να τα διαθέτουν όλα: δύναμη, χρήματα, ευκαιρίες, ιστορία. Κι όμως, ο καθένας από αυτούς ταλανίζεται ανολοκλήρωτος και δυσαρεστημένος, ψάχνοντας συνεχώς κάτι που θα τον φέρει πιο κοντά στην πολυπόθητη ευτυχία.
«Παρακαλώ, κάντε μια λίστα με τα σημαντικότερα πράγματα στη ζωή σας». Άραγε πόσοι μπορούμε να απαντήσουμε ειλικρινά σε αυτή την ερώτηση; Ή μάλλον, πόσοι γνωρίζουμε την απάντηση σε αυτή την ερώτηση;
Με όχημα μια ξεχασμένη πόλη της Ουγγαρίας που βυθίζεται στην σήψη και την παρακμή, ένας συγγραφέας αναμετράται με βαθιές και οικουμενικές αγωνίες για την ανθρώπινη κατάσταση. Πληθωρικός στα θέματά του και ακόμα πιο πληθωρικός στην ιδιαίτερη, ασταμάτητη πρόζα του, ο Laszlo Krasznahorkai συνθέτει ένα απαιτητικό αριστούργημα που απορροφά και υπνωτίζει το αναγνωστικό κοινό του.
Ο πολυγραφότατος και βραβευμένος Δημήτρης Νόλλας ολοκληρώνει την τριλογία του «Δύσκολα χρόνια» με το βιβλίο «Ο κήπος στις φλόγες» (προηγήθηκαν το «Ταξίδι στην Ελλάδα» και το «Μάρμαρα στη μέση») επιμένοντας σε θέματα στα οποία σταθερά επανέρχεται: τη μετανάστευση, τη δύσκολη επιβίωση σε έναν σκληρό κόσμο και την ελληνική ταυτότητα, όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα στην οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων.
Μετά την επιτυχία του «Ο εκατοντάχρονος που πήδηξε από το παράθυρο και εξαφανίστηκε» και την «Αναλφάβητη που ήξερε να μετράει», το νέο βιβλίο του Jonas Jonasson «Ο Άντερς ο φονιάς και οι φίλοι του» είναι εδώ για τους βιβλιόφιλους θαυμαστές του συγγραφέα που το περίμεναν πώς και πώς.
Ούτις: τα φυσικά και μετά τα φυσικά
Λένε ότι το νερό στο όνειρο σημαίνει ζωή. Μόνο που στο ποτάμι που πολλοί ονομάζουν Κολυμβήθρα των Πνιγμών, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Λένε ότι το νερό στο όνειρο σημαίνει ζωή. Μόνο που στο ποτάμι που πολλοί ονομάζουν Κολυμβήθρα των Πνιγμών, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Οι άνθρωποι δεν γεννιούνται με το μίσος μέσα τους. Μαθαίνουν να μισούν, όπως μαθαίνουν και να αγαπούν. Αγάπη και μίσος, δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Μία λεπτή διαχωριστική γραμμή μεταξύ τους, που –αν την περάσεις– να είσαι σίγουρος πως ή θα ζήσεις την απόλυτη ευτυχία ή θα σε ρουφήξει η επιθυμία να βλάψεις τον άλλον, και όσο πιο πολύ αυτό διαρκεί τόσο περισσότερο θα σε κυριεύει το αίσθημα του ανικανοποίητου.
Μυθ-ιστορίες από έναν Οκτώβρη, σε ένα κόσμο που παραμένει συγκλονισμένος.
Τζαμάικα. Ήλιος, ζέστη, καλοκαίρι, θάλασσα, χαρά, διασκέδαση, ξεγνοιασιά, ζωή, βροχή, κρύο, χειμώνας, βάλτοι, λάσπες, λύπη, στεναχώρια, πνιγμοί, θάνατος...
Τι σχέση μπορεί να έχει ένα λογοτεχνικό έργο όπως “Το μάτι” του Vladimir Nabokov με την Κβαντική Φυσική; Φαινομενικά, καμία. Κι όμως, το σύντομο μυθιστόρημα του Ρώσου master έχει μεγάλη σχέση, καθώς μπορεί να θεωρηθεί μια λογοτεχνική απεικόνιση του πασίγνωστου νοητικού πειράματος της γάτας του Schrödinger. Στο σενάριο του πειράματος που επινόησε το 1935 ο Αυστριακός φυσικός Erwin Schrödinger παρουσιάζεται μία γάτα μέσα σε ένα κουτί. Σύμφωνα με την κβαντική θεωρία, η γάτα μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ζωντανή και νεκρή, με την κατάστασή της να συνδέεται με ένα προηγούμενο τυχαίο γεγονός. Στο μυθιστόρημα του Nabokov, το τυχαίο γεγονός είναι η απόπειρα αυτοκτονίας του αφηγητή και ο ίδιος ο αφηγητής, η γάτα.
Η ιστορία ενός σούπερ μάρκετ του Δημήτρη Σωτάκη είναι ένα μυθιστόρημα παρωδία, που αντικατοπτρίζει –με τον πλέον αλληγορικό τρόπο– τη μύχια επιθυμία κάθε ανθρώπου για οικονομική ευμάρεια και κοινωνική καταξίωση. Ένα συμβολικό βιβλίο για το κυνήγι της επίπλαστης ευτυχίας, για τον εγκλωβισμό του ανθρώπου στον μικρόκοσμο που επιβάλλει η τεχνολογία και ο σύγχρονος τρόπος ζωής, στερώντας του την ελευθερία να εκφράσει τα «προσωπικά θέλω» και να εκπληρώσει τα όνειρά του.
Πριν ο Ρικ Ντέκαρντ πάρει την μορφή του Harrison Ford και πριν το «Ηλεκτρικό Πρόβατο» γίνει “Blade Runner”, ο μετρ της επιστημονικής φαντασίας Philip K. Dick υπογράφει ένα βαθύ, υπαρξιακό και πολυσύνθετο φουτουρουστικό νουάρ. Εκεί, ο ήρωάς του θα εξερευνήσει τα πολύ λεπτά σύνορα ανάμεσα στην ηλεκτρική και την κανονική ζωή.
Ένα πρωτότυπο και εμπνευσμένο εξώφυλλο διακοσμεί ένα βιβλίο που στάζει μέλι. Μία γλυκόπικρη ιστορία, με τις ανάγλυφες μέλισσες να δείχνουν το δηλητηριώδες κεντρί τους και να καθοδηγούνται -κατά έναν ανεξήγητο τρόπο- από την «κυρά τους» Μαρουσώ, για να εκδικηθούν εκείνους που της άρπαξαν ό,τι πολυτιμότερο είχε στη ζωή της και στέγνωσαν την καρδιά της από καλοσύνη και αγάπη. Μία εκδίκηση γλυκιά όπως το θαυματουργό νέκταρ που οι μέλισσες προσφέρουν στον άνθρωπο, το μέλι.
Η «νέα γυναίκα» και η ανατομία της καρδιάς από τον Guy de Maupassant.
Όπως το ερωτευμένο αίμα βάφει κατακόκκινα τα εντελβάις, έτσι και οι πολύτιμες κατακόκκινες πέτρες θα ασκούν μια μυστηριώδη δύναμη σε όποιον τις αγγίζει, κι έτσι θα ξεκινήσει μια παράνοια χωρίς τέλος και αρχή.
Το «Όταν θα δεις τη θάλασσα» είναι μία αριστουργηματική τοιχογραφία εποχής, με κεντρικό πυρήνα τον άνθρωπο και τις επιλογές του. Επιλογές απαλλαγμένες από καθωσπρεπισμό και στεγανοποιημένα πρότυπα, τα οποία απαγορεύουν την ελεύθερη έκφραση της προσωπικής βούλησης, ιδιαίτερα των γυναικών, που –ακόμη και στα τέλη του 19ου αιώνα, όπου τοποθετείται χρονικά το μυθιστόρημα– αντιμετωπίζονταν ως άβουλα πλάσματα, έρμαια των ιδεολογικών αντιλήψεων των αντρών. Ακόμη και τότε θεωρούταν ανορθόδοξο να έχει μια γυναίκα ρομαντικές ευαισθησίες και όνειρα, να καλλιεργεί τα χαρίσματά της, να εμπνέεται, να εκδηλώνεται πέρα από το επιτρεπτό και κοινωνικά αποδεκτό.
Στα άδυτα των φημισμένων χαμάμ της Ανατολής, ενσαρκώνεται ένας έρωτας παραμυθένιος. Ο εξαγνισμός του σώματος μέσα στα ατμόλουτρα θα δοκιμάσει την ψυχή της όμορφης αρχοντοπούλας με το όνομα Γέρση. Το πανέμορφο 16χρονο τότε κορίτσι θα πληρώσει το τίμημα της σκανδαλιάς της, δοκιμάζοντας μία φιλία χρόνων, που έχει σφραγιστεί με το ίδιο αίμα. Ένα παραμύθι εκτυλίσσεται, παίρνοντας λίγο από την αίγλη των παραμυθιών της Χαλιμάς. Έρωτας και ιστορία γίνονται ένα κουβάρι, όπου δεσπόζει ένα πολύβουο μελίσσι διαφορετικών φυλών∙ ένα κουβάρι από μυστικά, λουλουδένια χρώματα, μεθυστικές μυρωδιές, αρμύρα, αλλά και μαχαίρι, σφαγή, θάνατος.
Μια ιστορία (για την) στην Πετρούπολη
Ένα σπίτι φτιαγμένο από λάσπη, κοπριά, άχυρο, τρίχες, γάλα και αίμα. Ένα σπίτι που κρύβει μέσα του πόνο και τρομερά μυστικά. Κι ένα μικρό «θαύμα», που κινδυνεύει να χαθεί εξαιτίας της άγνοιας, της αδιαφορίας, της προκατάληψης και της δεισιδαιμονίας.
Είναι το βιβλίο της Shirley Jackson «Ζούσαμε πάντα σε ένα κάστρο» ένα κλασικό δείγμα γοτθικής λογοτεχνίας; Μέσα στην ιστορία του δεν υπάρχουν στοιχειωμένοι πύργοι ή κάστρα (παρά τον τίτλο που ίσως παραπέμπει σε μεσαιωνικό αφήγημα), υπάρχει όμως ένα μεγάλο αρχοντικό σπίτι που το έχει θερίσει το θανατικό και, σίγουρα, στις σκοτεινές γωνιές του παραμονεύουν τα φαντάσματα των αδικοχαμένων μελών μιας ολόκληρης οικογένειας. Μπορεί να μην εμφανίζονται ούτε να μιλάνε με κανέναν, αλλά –καθώς η πλοκή προχωρά– ο αναγνώστης νιώθει την παρουσία τους και το ερώτημα που μοιράζονται με τους ζωντανούς: ποιος ήταν αυτός που τους καταδίκασε να «περάσουν» στον άλλο κόσμο;
Ένας αποτελεσματικός τρόπος για να απαλυνθούν ψυχικά τραύματα, που έχουν αποδεκατίσει κάθε κύτταρο του ανθρώπινου κορμιού, είναι να δοθεί το κίνητρο στον κάθε ένα από μας να εκφράσει τη μοναξιά της ψυχής του μέσω μιας μορφής τέχνης, η οποία θα τον βοηθήσει ν’ αποδράσει και θα λειτουργήσει ως κατασταλτικό της φουρτουνιασμένης ψυχής. «Φιλί στα μάτια» είναι ο τίτλος του έργου της διάσημης Ελληνίδας ζωγράφου Μάχης Βασταρδή. Φαινομενικά παράταιρος, κάνει τους θεατές να απορούν, αφού το ερωτικό φιλί στα χείλη ενός γοητευτικού ζευγαριού μοιάζει να τον αναιρεί. Από το ερωτικό σύμπλεγμα των δύο κορμιών, ο θεατής εύκολα αντιλαμβάνεται την «απαγόρευση» που επισκιάζει αυτή τη σχέση και τ’ ανομολόγητα μυστικά που ταλανίζουν το ερωτικό βλέμμα.
To 2012, o επιφανής Βαρκελωνέζος συγγραφέας Enrique Vila-Matas βρίσκεται προσκεκλημένος στην Documenta 13, στο Κάσελ της Γερμανίας. Αυτό που καλείται να κάνει είναι να λειτουργήσει ως ζώσα καλλιτεχνική εγκατάσταση, δηλαδή να περνάει τα πρωινά του σε μια γωνιά του κινεζικού εστιατορίου Τζένγκις Χαν γράφοντας, ως ζωντανό έκθεμα για τους επισκέπτες που θα μπορούσαν να δουν τα γραπτά του και να του κάνουν ερωτήσεις για τη συγγραφή. Η αρχική του αμφιβολία για το αν θα έπρεπε να ανταποκριθεί θετικά στην πρόσκληση κάμπτεται εύκολα - άλλωστε μιλάμε για την Documenta, ένα κορυφαίο καλλιτεχνικό γεγονός που λαμβάνει χώρα κάθε πέντε χρόνια και συγκεντρώνει τους πιο πρωτοποριακούς καλλιτέχνες ανά τον κόσμο και χιλιάδες επισκέπτες.
«Η ιστορία γράφεται από άντρες σε μικρά καμαράκια». Φρίζο ντε Βος, ο αγαπημένος φίλος. Φίλιπ ντε Βρις, ο αγαπημένος μαθητής. Και Γιόσιπ Μπρικ, ο καθηγητής.
«Ο Πάλμπερ Έλντριτς πήγε στον Πρόξιμα άνθρωπος και γύρισε θεός».
«όλα τα δανεικά πάνω στη γη»: ζωής ανοικτοί λογαριασμοί από την Γεωργία Τριανταφυλλίδου
Ένα σύγχρονο νεανικό μυθιστόρημα, πηγή πλούσιων μηνυμάτων και προβληματισμών, καταδύεται στην εφηβική ψυχή, που βιώνει μία κατάσταση κατάθλιψης και παραίτησης από οποιαδήποτε σχολική και κοινωνική δραστηριότητα. Σχολικός εκφοβισμός, οικογενειακή ανισορροπία –απόρροια της οικονομικής κρίσης–, ενώ η ιδιαιτερότητα και η διαφορετική κοινωνική θέση γίνονται εργαλεία στα χέρια του κάθε υπερόπτη. Αντίθετα, μία πραγματικά ζεστή αγκαλιά, η αληθινή φιλία, η συγκατάβαση και η κατανόηση, είναι ικανά να απομακρύνουν το γκρίζο πέπλο της ψυχής, να αφυπνίσουν τα συναισθήματα, δημιουργώντας χώρο για τη χαρά και την αισιοδοξία.
Το Ινστιτούτο Ουόμπας βρίσκεται στη Νότια Ιντιάνα και είναι διαφορετικό από οποιοδήποτε άλλο ερευνητικό κέντρο. Εκεί, φιλοξενούνται παιδιά ηλικίας από έξι μηνών έως πέντε ετών, και μελετώνται οι γλωσσολογικές τους ικανότητες. Και εκεί, στο γραφείο της ιδιοφυΐας του ινστιτούτου, ανακαλύπτεται ένα πτώμα, κι εδώ αρχίζει η ιστορία μας.
Στο δεύτερο βιβλίο του Αμερικανού Antony Marra, που έγραψε επίσης τον «Αστερισμό ζωτικών φαινομένων», η μυθοπλασία διαγράφει έναν τέλειο κύκλο. Η ιστορία ξεκινά με έναν μοναχικό Ρώσο σε ένα ημιτελές τούνελ στο Λένινγκραντ: είναι ο λογοκριτής του σοβιετικού καθεστώτος που αποστολή του είναι να «σβήνει» από τις φωτογραφίες όσους «προδίδουν» το σοβιετικό ιδεώδες. Και η ιστορία τελειώνει επίσης με έναν μοναχικό Ρώσο σε ένα διαστημικό σκάφος κάπου στο μέλλον να ακούει μια κασέτα, απομεινάρι του μακρινού παρελθόντος, καθώς ταξιδεύει πέρα από το ηλιακό σύστημα.
«Υπάρχουν δύο μορφές συμπόνιας. Η μία εκ των δύο, η συναισθηματική, παραπέμπει στην αγωνία της καρδιάς να απαλλαγεί όσο πιο γρήγορα γίνεται από την επίμονη συγκίνηση που την πνίγει μπρος στον πόνο του άλλου. Είναι δηλαδή ένας τρόπος άμυνας της καρδιάς να αλαφρώσει από τα ξένα βάσανα. Η άλλη της όψη είναι η δημιουργική συμπόνια, που ξέρει τι θέλει και διακρίνεται για την επιμονή της να φτάσει στο απόγειο της ανθρώπινης δύναμης». Stefan Zweig
Συγγραφέας εν διωγμώ/ μυθιστόρημα εν κρυπτώ: η συνθήκη του κειμένου.
Δύο παράλληλες ιστορίες με πρωταγωνιστές δυο νεαρά παιδιά μέσα στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: η μία ξεκινά στο Παρίσι ενώ η άλλη σε μια πόλη της Γερμανίας. Ώσπου έρχεται η στιγμή που τα νήματα των δύο ιστοριών θα διασταυρωθούν απροσδόκητα με τον αριστοτεχνικό τρόπο του συγγραφέα, Antony Doerr.Το βιβλίο τιμήθηκε με Βραβείο Pulitzer και βραβείο Carnegie το 2015 και η κινηματογραφική του μεταφορά αναμένεται προσεχώς από την 20th Century Fox.
Ξεκινώντας την ανάγνωση του βιβλίου του Wolfgang Koeppen «Περιστέρια στη χλόη» είχα στο μυαλό μου τη φράση του Αμερικανού συγγραφέα και κριτικού Edmond Wilson: «Ποτέ δυο διαφορετικοί άνθρωποι δεν διαβάζουν το ίδιο βιβλίο». Είναι γνωστό πως οι προσωπικές αντιλήψεις, τα βιώματα ή οι προκαταλήψεις του κάθε αναγνώστη επηρεάζουν το πώς «βλέπει» το κάθε βιβλίο κι εγώ γνώριζα πως ξεκινούσα την ανάγνωση αρνητικά προκατειλημμένη.
Παρουσιάζουμε την πρώτη ολοκληρωμένη στα ελληνικά, δίτομη έκδοση του έργου «Η κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη» του Παναγιώτη Κονδύλη [1943-1998] από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Πρόκειται για έργο που κινείται στη διατομή της κοινωνικής ιστορίας, της γενικής ιστορίας των ιδεών και της νεότερης και σύγχρονης φιλοσοφίας, χαρακτηριζόμενο από αναλυτική ευκρίνεια, οξυδέρκεια και τη βέλτιστη θεωρητική εποπτεία του εκτενέστατου εμπειρικού υλικού.
«Είναι πολύ άσχημο να μην έχει κανείς μέλλον, είναι όμως κυριολεκτικά αφόρητο το να μην έχει παρελθόν». Ένα θέμα πρωτότυπο από τη μια, επώδυνο και σκληρό από την άλλη.
Σε μια παγωμένη Σουηδία, όταν το χιόνι πέφτει πυκνό και το τοπίο γίνεται ένας κρυστάλλινος κόσμος, αρκεί ένα δυνατό χτύπημα για να τον γκρεμίσει και να τον διαλύσει σε εκατομμύρια κομμάτια. Αρκεί ένας φόνος, και στη συνέχεια ένας δεύτερος, για να ταράξει την κοινωνία και την ηρεμία των πρωταγωνιστών.
Πώς θα ένιωθες αν έβλεπες όλη τη ζωή σου σε μικρογραφία; Αν κάποιος άλλος γνώριζε πριν από σένα τι πρόκειται να συμβεί και σου έστελνε τις απαντήσεις, πριν καν προλάβεις να διατυπώσεις τις ερωτήσεις σου;
Δεν είναι τυχαίο που το μυθιστόρημα της Νεοϋορκέζας (μισής Χαβανέζας μισής Κορεάτισσας στην καταγωγή) Hanya Yanagihara έχει μαγέψει τόσο κριτικούς όσο και αναγνώστες σε όλον τον κόσμο. Είναι από τα βιβλία αυτά που σε αγγίζουν βαθιά και τα σκέφτεσαι για πολύ καιρό αφού ολοκληρώσεις την ανάγνωσή τους. Όσο το διαβάζεις ζεις μέσα στον απόλυτο διχασμό. Θέλεις να συνεχίσεις την ανάγνωση αλλά ταυτόχρονα δεν το αντέχεις. Θέλεις να κλάψεις πάνω από τις σελίδες του και την ίδια στιγμή πιάνεις τον εαυτό σου να χαμογελά ευχαριστημένος με τις ευκαιρίες που προσφέρει η ζωή ακόμα και στους πιο άτυχους. Αρρωσταίνεις με τη βία και την ωμότητα που βρίσκεις στις σελίδες του και ταυτόχρονα ανακαλύπτεις λόγους να πιστεύεις στην ανθρωπιά και την αγάπη. Νιώθεις να περνάς από τις φωτιές της κόλασης, αλλά στο τέλος βγαίνεις από μέσα του σαν να έχεις ξεπλυθεί από το φως του κόσμου, κι ενώ μάλιστα δεν έχει happy end.
Ο δωδεκάχρονος Μισέλ Μαρίνι απολαμβάνει ροκ μουσική και ποδοσφαιράκι στα Παρισινά μπιστρό και παρατηρεί τον κόσμο μέσα από τη φωτογραφική του μηχανή. Στο μπιστρό «Balto» θα γνωρίσει μια παρέα ετερόκλητων ανθρώπων, πολιτικών προσφύγων της ΕΣΣΔ, που διατηρούν μια σκακιστική λέσχη, ιδιαίτερους κώδικες επικοινωνίας αλλά και σκοτεινά μυστικά. Από το 1959 έως τα μέσα του 1960, ο έφηβος Μισέλ θα αρχίσει να κατανοεί τον κόσμο και την θέση του σε αυτόν. Η ομορφιά αλλά και η ασχήμια των καιρών του θα τον καθορίσουν.
Πριν από χρόνια, επιβιβαστήκαμε όλοι σε ένα μαγικό τρένο και ταξιδέψαμε στον φανταστικό κόσμο που δημιούργησε η J.K. Rowling. Σήμερα, 19 χρόνια μετά, η ταλαντούχα συγγραφέας, σε συνεργασία με δυο χαρισματικά ονόματα του χώρου, μας χαρίζει ένα ακόμα ταξίδι στη μαγεία.
Ένα ζευγάρι νεαρών ρεπόρτερ στο κατόπι ενός φερόμενου ως δολοφόνου Γάλλου φιλοσόφου, ανάμεσα σε σπάνια αφροδίσια νοσήματα, σωματικές παραμορφώσεις και τεχνολογικά φετίχ. Ο David Cronenberg αφήνει το μοντάζ και τις κινηματογραφικές εμμονές του, μόνο και μόνο για να τις αναπτύξει ακόμα πιο βαθιά και πλέρια στο χαρτί. Οι «Αναλωμένοι» (“Consumed”) του, καταναλώνουν και καταναλίσκονται ενώ προσπαθούν να ξαναβρούν την επαφή με το ίδιο τους το σώμα και την αγνή του αλήθεια.
Μια ιστορία αγάπης, της πρώτης αγάπης δύο εφήβων, υπό τη σκιά της νόσου. Το βιβλίο του John Green, που έγινε το Νο1 bestseller των New York Times και μεταφέρθηκε τον Ιούνιο του 2014 στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Josh Boone, έχει να δώσει πολλά.
Όταν είμαστε παιδιά, μας αρέσει η περιπέτεια, η αναζήτηση, το μυστήριο και η φαντασία. Ψάχνουμε κόσμους μυθικούς, ακολουθώντας βήματα που είναι σημειωμένα πάνω σε χάρτες, για να ανακαλύψουμε παραμυθένιους θησαυρούς. Όταν μεγαλώνουμε και περνάμε στον ενήλικο πλέον κόσμο, η αναζήτηση αυτή δεν τελειώνει, αλλάζει όμως μορφή. Αναζητάμε πια την ευτυχία, την αγάπη, το κομμάτι του εαυτού μας που νιώθουμε πως λείπει· αναζητάμε την προσωπική μας αλήθεια, το νόημα της ζωής… της δικής μας ζωής.
Η ζωή δεν τελειώνει… ώσπου να τελειώσει.
Έρωτας, φιλίες, πάθη, όνειρα, καθημερινότητα, μνήμες, μνημόνια, χρέη, ανεργία, πολιτική – ζωή, όπως είναι. Μουσική, ποίηση, (αντι) ήρωες και (αντι) ηρωίδες, στιγμιότυπα - λογοτεχνία, όπως μπορεί να τρυπώσει, να διεισδύσει, να στοχαστεί, να φιλοσοφήσει, να βρει την αρχή στο κουβάρι και να αρχίσει να ξηλώνει. Κυρίως, να αντιστέκεται. Το «Μπλουζ της ανεργίας» είναι το πιο τρυφερό, ειλικρινές και βαθύ βιβλίο για τα χρόνια της κρίσης. Ριζωμένο εντός τους (2008 έως 2015) αλλά απλώνοντας τα κλαδιά του σε κάθε πιθανό χωροχρόνο.
Μια ιστορία οργανωμένη σε μπλουζ κομμάτια, στη Νέα Ορλεάνη την εποχή της δολοφονίας του JFK και των μεγάλων ομιλιών του Martin Luther King. Μια ιστορία εκδίκησης και ταυτόχρονα αγάπης, ενηλικίωσης και ταυτόχρονα επιστροφής στα παιδικά όνειρα. Η ιστορία της Ζόλα, που ήθελε να γίνει η επόμενη Etta James και μιας παρέας αντρών που την ενώνει ένα ένοχο μυστικό.
O Alejandro Zambra (Σαντιάγο, 1975) γνωστός στην Ελλάδα από το πρώτο του μυθιστόρημα «Μπονσάι» (Πατάκης, 2007) θεωρείται το νέο αστέρι της χιλιανής λογοτεχνίας και το τελευταίο του μυθιστόρημα, «Τρόποι να γυρίζεις σπίτι», μάλλον δικαιολογεί τον ενθουσιασμό που έχει προκληθεί γύρω από το όνομά του.
Σύμφωνα με τον Σαίξπηρ, oι πρωταγωνιστές της ιστορίας του έζησαν στα αλήθεια τα γεγονότα της καλοκαιρινής βραδιάς, όμως τους φάνηκαν τόσο εξωπραγματικά που πίστεψαν ότι ήταν όνειρο.
Η πρώτη ιστορία του ιδιωτικού ντετέκτιβ Σμόκι Ντάλτον τον φέρνει στην καρδιά των ταραχώδων γεγονότων του Μέμφις την άνοιξη του 1968 που οδήγησαν στη δολοφονία του Martin Luther King (μτφ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ). Παρά το γεγονός ότι η προστασία του ηγέτη της μαύρης κοινότητας είναι και δική του ευθύνη, μια παράξενη υπόθεση θα τον οδηγήσει να σκάψει το τραυματικό παρελθόν του.
Θεοί, ημίθεοι, κουμπάροι και μπατζανάκηδές τους με όλα τα παρελκόμενα και με πολύ χιούμορ κάνουν την εμφάνισή τους στο βιβλίο του Κορτώ, «Νεοελληνική μυθολογία».
Είναι δύσκολο να προσπαθείς να μιλήσεις για το έργο κάποιου με τόσο μεγάλη επιρροή στη μεταπολεμική λογοτεχνία, όπως στην περίπτωση του Thomas Bernhard, τoυ Αυστριακού μυθιστοριογράφου, θεατρικού συγγραφέα και ποιητή που θεωρείται από τους σπουδαιότερους γερμανόφωνους συγγραφείς μετά το 1945.
Ένας άντρας και μια γυναίκα συναντώνται συνέχεια στο ίδιο μέρος, την ίδια ώρα και κάθονται πάντα στις ίδιες θέσεις. Το μοτίβο της συνεδρίας αυτής επαναλαμβάνεται εδώ και περίπου δέκα χρόνια με αναλύτρια και αναλυόμενο να αλλάζουν καμιά φορά ρόλους σε μια πορεία σχεδόν θεατρική…
Γιατί να μας απασχολούν σήμερα τα όνειρα που έβλεπαν οι πολίτες της Γερμανίας στο Τρίτο Ράιχ; Δεν έχουν ειπωθεί ήδη άπειρα πράγματα, δεν έχουν αναλυθεί πια όλες οι πηγές, δεν αρκεί η πραγματικότητα εκείνης της περιόδου για να κατανοήσουμε τη φρίκη σε όλο της το εύρος; Χρειάζεται λοιπόν να καταφύγουμε και στον κόσμο των ονείρων; Αυτές είναι λίγες μόνο από τις απορίες που κατά πάσα πιθανότητα θα γεννηθούν στο μυαλό εκείνου που θα πιάσει στα χέρια του το βιβλίο «Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ» της Charlotte Beradt. Μετά τις απορίες, θα γεννηθεί η περιέργεια. Τι μπορεί, πράγματι, να έβλεπαν στον ύπνο τους οι άνθρωποι εκείνοι που βρέθηκαν να ζουν κάτω από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς; Πόσο βαθιά στο υποσυνείδητό τους κατάφερε να εισχωρήσει άραγε η εξουσία; Και, τέλος, θα προκύψει και η ερώτηση: «Χρειάζομαι γνώσεις ψυχολογίας για να καταλάβω τις προεκτάσεις αυτών των ονείρων;» Η απάντηση είναι «όχι».
Η μεγάλη παλίρροια έρχεται σιγανά και σκεπάζει τα ίχνη του κακού, πνίγοντας τα θύματά της. Μέχρι να αποτραβηχτεί πάλι και να αποκαλυφθεί το φρικιαστικό έγκλημα. Η δολοφονία μιας εγκύου. Την έθαψαν στην άμμο μέχρι τον λαιμό και την άφησαν να την πνίξει το κύμα, τη στιγμή που το μωρό της ήταν έτοιμο να γεννηθεί.
Τί ξέρουμε ότι παράγει η Σκανδιναβία; Ψάρια, προϊόντα τηλεπικοινωνιών, έπιπλα που συναρμολογείς μόνος σου, φθηνά αλλά όμορφα ρούχα... Ε λοιπόν, σε αυτήν τη λίστα θα ήταν λάθος να μην προσθέσουμε και τις εκδόσεις αστυνομικών μυθιστορημάτων. Πέρα μάλιστα από τα παλαιότερα και κραταιά ονόματα συγγραφέων, όπως ο Jo Nesbø, ο Stieg Larsson και η Camilla Läckberg με μεγάλες πωλήσεις και φανατικούς θαυμαστές σε όλον τον κόσμο, η σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία ενισχύεται συνεχώς με νέο αίμα κι ο Νορβηγός Samuel Bjørk είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ανανέωσης.
Άραγε, αν μπορούσαμε να εισχωρήσουμε στο μυαλό ενός παρανοϊκού δολοφόνου, αν μπορούσαμε να χαθούμε στον λαβύρινθο των διεστραμμένων σκέψεών του και να βυθιστούμε στον σκοτεινό ωκεανό της ταραγμένης του ύπαρξης, τι μυστικά θα ανακαλύπταμε;
Ποια είναι τελικά η κα Elena Ferrante (Έλενα Φερράντε); Η συγγραφέας-μυστήριο που έχει συναρπάσει κοινό και βιβλιοκριτικούς σε όλον τον κόσμο ήταν απόλυτα σαφής προς τους Ιταλούς εκδότες της. Δεν ήταν διατεθειμένη να δίνει συνεντεύξεις (και όντως, έχει δώσει ελάχιστες, γραπτώς και μέσω των ίδιων των εκδοτών της) ούτε να ποζάρει για φωτογραφίες, ούτε να συμμετέχει σε προωθητικές ενέργειες για τα βιβλία της. Μέχρι σήμερα, κανείς δεν την έχει δει κι όσο οι φήμες φουντώνουν όλο και περισσότερο (είναι όντως γυναίκα; μήπως πρόκειται για συγγραφικό δίδυμο ή ομάδα συγγραφέων; πρόκειται για γνωστή ακαδημαϊκό;) η ίδια φαίνεται αποφασισμένη να παραμείνει στη σκιά του λογοτεχνικού της ψευδώνυμου και να αφήσει τα βιβλία της μόνο να «μιλάνε» εκ μέρους της.
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τι θα συνέβαινε αν διαβάζατε μια ιστορία από δύο διαφορετικές πλευρές; Αν διαβάζατε το πρώτο μέρος μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ήρωά της και το δεύτερο απλώς σαν ένας παρατηρητής; Πόσο θα ταυτιζόσασταν με την προσωπικότητα του πρωταγωνιστή στην πρώτη περίπτωση και πώς θα βλέπατε τα πράγματα στη δεύτερη;
Η αλήθεια είναι ότι το αναγνωστικό κοινό έχει στρέψει το βλέμμα του στο τελευταίο βιβλίο του Τζόναθαν Κόου, «Αριθμός 11» που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Η αλήθεια είναι, επίσης, ότι έφτασε και στα δικά μου χέρια, μέσα από την ευγενική χορηγία μιας συναδέλφου του πολιτιστικού τμήματος της εφημερίδας και μάλιστα ως προέκδοση του κανονικού βιβλίου, ένα είδος ντραφτ. Τέλος, η αλήθεια είναι ότι είπα «όχι, δεν θα ασχοληθώ μαζί του τώρα», παρά τα όσα θετικά διαβάζω δεξιά και αριστερά, τύπου, «Ένας Κόου βγαλμένος απ' τα παλιά», «ο πιο πολιτικός Κόου των τελευταίων ετών» και άλλα τέτοια.